Την πολιτική του «βλέποντας και κάνοντας» αναφορικά με τα επιτόκια θα συνεχίσει να ακολουθεί η ΕΚΤ, η οποία δεν φαίνεται πρόθυμη, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, να σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, όπως σημείωσε η επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ.
Η κα Λαγκάρντ τόσο στην ομιλία της όσο και απαντώντας σε ερώτηση για το θέμα επανέλαβε ότι η ΕΚΤ έχει εισέλθει σε ένα «συγκεκριμένο ταξίδι, το οποίο δεν έχει τελειώσει ακόμη», υπονοώντας ότι θα υπάρξουν και άλλες αυξήσεις επιτοκίων το επόμενο διάστημα, με τους περισσότερους αναλυτές να στοιχηματίζουν, πάντως, ότι θα είναι μόνο μία κατά 0,25% στη συνεδρίαση του Ιουνίου.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε μία ακόμη ένδειξη πιο «σφιχτής» νομισματικής πολιτικής η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι από τα τέλη Ιουλίου θα σταματήσει η επανεπένδυση μέσω του προγράμματος ΑΡΡ, το οποίο θα συνεχίσει να μειώνεται με ρυθμό 15 δισ. ευρώ μηνιαίως.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ επανέλαβε ότι «οι μελλοντικές μας αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής θα φθάσουν σε επίπεδα επαρκώς περιοριστικά ώστε να επιτευχθεί εγκαίρως η επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2% και θα διατηρηθούν σε αυτά τα επίπεδα για όσο διάστημα χρειαστεί. Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της διάρκειας του περιορισμού. Ειδικότερα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθήσουν να βασίζονται στην εκτίμησή μας για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής».
Το βασικό μήνυμα που έστειλε ήταν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν, όντως, υποχωρήσει, με τον δομικό πληθωρισμό, όμως, να εξακολουθεί να αποτελεί αγκάθι, ενώ ο πληθωρισμός τροφίμων είναι ένα δεύτερο σημείο που μπορεί να προκαλέσει αρκετές δυσκολίες όχι μόνο στην ΕΚΤ αλλά ευρύτερα στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
«Ο συνολικός πληθωρισμός έχει μειωθεί τους τελευταίους μήνες, αλλά οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές. Ταυτόχρονα, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων μας μεταδίδονται δυναμικά στη χρηματοδότηση και τις νομισματικές συνθήκες της ζώνης του ευρώ, ενώ οι καθυστερήσεις και η ισχύς της μετάδοσης στην πραγματική οικονομία παραμένουν αβέβαιες», σημείωσε.
Παραδέχθηκε ακόμη ότι η πορεία της οικονομίας της ευρωζώνης είναι ήπια, ενώ αρκετοί κλάδοι στέλνουν διαφορετικά μηνύματα, με αυτόν των υπηρεσιών να ανακάμπτει με ισχυρό ρυθμό, ενώ αυτός της μεταποίησης παραμένει σε «στενωπό».
Σημείωσε επίσης ότι θα πρέπει να υπάρξει σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης λόγω της ενεργειακής κρίσης και ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική. Όπως τόνισε, «καθώς η ενεργειακή κρίση υποχωρεί, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να ανακόψουν τα σχετικά μέτρα στήριξης γρήγορα και συντονισμένα, ώστε να αποφευχθεί η αύξηση των μεσοπρόθεσμων πληθωριστικών πιέσεων, η οποία θα απαιτούσε ισχυρότερη αντίδραση της νομισματικής πολιτικής. Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να είναι προσανατολισμένες στο να καταστήσουν την οικονομία μας πιο παραγωγική και να μειώσουν σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος. Οι πολιτικές για την ενίσχυση της ικανότητας προσφοράς της ζώνης του ευρώ, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, μπορούν επίσης να συμβάλουν στη μεσοπρόθεσμη μείωση των πιέσεων στις τιμές».
Αναφορικά με το τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης υπογράμμισε ότι αποδεικνύεται ανθεκτικό στις πρόσφατες αναταραχές που καταγράφηκαν σε διεθνές επίπεδο. «Ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ αποδείχθηκε ανθεκτικός απέναντι στις εντάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές που προέκυψαν πριν από την τελευταία μας συνεδρίαση. Οι αυξήσεις των επιτοκίων πολιτικής μας μεταδίδονται έντονα στα επιτόκια χωρίς κίνδυνο και στις συνθήκες χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις τράπεζες. Για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, η αύξηση των δανείων έχει αποδυναμωθεί λόγω των υψηλότερων επιτοκίων δανεισμού, των αυστηρότερων συνθηκών προσφοράς πιστώσεων και της χαμηλότερης ζήτησης. Η τελευταία μας έρευνα για τον τραπεζικό δανεισμό ανέφερε αυστηροποίηση των συνολικών πιστωτικών προτύπων, η οποία ήταν ισχυρότερη από ό,τι ανέμεναν οι τράπεζες στον προηγούμενο γύρο και υποδηλώνει ότι ο δανεισμός μπορεί να εξασθενήσει περαιτέρω. Ο αδύναμος δανεισμός σήμαινε ότι η αύξηση του χρήματος συνέχισε επίσης να μειώνεται», ανέφερε.
Υπενθυμίζεται ότι στην ανακοίνωσή της η ΕΚΤ τονίζει τα ακόλουθα:
Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Υπό το πρίσμα των συνεχιζόμενων υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης.
Συνολικά, οι εισερχόμενες πληροφορίες υποστηρίζουν σε γενικές γραμμές την εκτίμηση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών για τον πληθωρισμό που διαμόρφωσε το Διοικητικό Συμβούλιο κατά την προηγούμενη συνεδρίασή του. Ο συνολικός πληθωρισμός έχει μειωθεί τους τελευταίους μήνες, αλλά οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές. Ταυτόχρονα, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων μεταδίδονται δυναμικά στις χρηματοδοτικές και νομισματικές συνθήκες της ζώνης του ευρώ, ενώ οι καθυστερήσεις και η ισχύς της μετάδοσης στην πραγματική οικονομία παραμένουν αβέβαιες.
Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής θα φθάσουν σε επίπεδα επαρκώς περιοριστικά ώστε να επιτευχθεί η έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και θα διατηρηθούν σε αυτά τα επίπεδα για όσο διάστημα χρειαστεί. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της διάρκειας του περιορισμού.
Ειδικότερα, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθήσουν να βασίζονται στην εκτίμησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ παραμένουν το κύριο εργαλείο του Διοικητικού Συμβουλίου για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Παράλληλα, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να μειώνει το χαρτοφυλάκιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) του Ευρωσυστήματος με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό. Σύμφωνα με αυτές τις αρχές, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει να διακόψει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του APP από τον Ιούλιο του 2023.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Συνεπώς, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 3,75%, 4,00% και 3,25% αντίστοιχα, με ισχύ από τις 10 Μαΐου 2023.
Προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων ΑΡΡ και ΡΕΡΡ
Το χαρτοφυλάκιο του APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει όλες τις πληρωμές κεφαλαίου από τίτλους που λήγουν. Η μείωση θα ανέλθει σε 15 δισεκ. ευρώ ανά μήνα κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος Ιουνίου 2023. Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει να διακόψει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του APP από τον Ιούλιο του 2023.
Όσον αφορά το PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο προτίθεται να επανεπενδύσει τις πληρωμές κεφαλαίου από τίτλους που λήγουν και αγοράζονται στο πλαίσιο του προγράμματος τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική μετακύλιση του χαρτοφυλακίου του PEPP θα τύχει διαχείρισης ώστε να αποφευχθεί η παρεμβολή στην κατάλληλη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στην επανεπένδυση των ληξιπρόθεσμων αποπληρωμών στο χαρτοφυλάκιο του PEPP, με σκοπό την αντιμετώπιση των κινδύνων για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά που δανείζονται στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά τον τρόπο με τον οποίο οι στοχευμένες δανειοδοτικές πράξεις συμβάλλουν στη χάραξη της νομισματικής του πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που διαθέτει στο πλαίσιο της εντολής του για να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διατηρήσει την ομαλή λειτουργία της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Η εργαλειοθήκη πολιτικής της ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για την παροχή στήριξης ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ, εάν χρειαστεί. Επιπλέον, το μέσο προστασίας της μετάδοσης είναι διαθέσιμο για την αντιμετώπιση αδικαιολόγητων, άτακτων δυναμικών της αγοράς που συνιστούν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει αποτελεσματικότερα την εντολή του για τη σταθερότητα των τιμών.