Για «καταστροφή» της τεχνικής εκπαίδευσης που συντελέστηκε τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα έκανε λόγο ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδιος για θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης και πανεπιστημιακός, Πάνος Τσακλόγλου, σε πάνελ για την αγορά εργασίας με τίτλο «A perspective on the current status of the labor market» που συνδιοργάνωσαν το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο της Αθήνας με το 8ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών που διεξάγεται από τις 26 έως τις 29 Απριλίου στους Δελφούς και τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
Τη συζήτηση συντόνισε η διεθύντρια του Fortune Greece, Αναστασία Παρετζόγλου. Ο υφυπουργός Εργασίας στο πλαίσιο της συζήτησης για την αγορά εργασίας, έθεσε το θέμα της σύνδεσής με την εκπαίδευση και σημείωσε: «Στην πορεία των τελευταίων δεκαετιών καταστρέψαμε την τεχνική εκπαίδευση, ό,τι και αν ήταν αυτή. Σταδιακά το κάναμε και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πολλοί δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, κάποιοι βγαίνουν με λίγα προσόντα» ενώ σημείωσε πως «Ένα καλό πανεπιστήμιο δεν σου δίνει μόνο τεχνικές γνώσεις. Σου δείχνει πώς να μαθαίνεις και πώς να προσαρμόζεσαι σε καταστάσεις που προκύπτουν».
Επίσης τόνισε πως για την κυβέρνηση αποτελεί προτεραιότητα η σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας. «Κάνουμε προσπάθεια για να στήσουμε ποιοτική τεχνική εκπαίδευση. Να αναστήσουμε ένα κομμάτι που γινόταν από τα ΤΕΙ και παλιότερα από τα ΚΑΤΕΕ. Από το Ταμείο Ανάκαμψης έχουμε δεσμεύσει σημαντικό ποσό για εκπαίδευση».
Απαντώντας σε εύρημα έρευνας που λέει ότι πολλές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν τις δεξιότητες που αναζητούν, ο Πάνος Τσακλόγλου ανέφερε: «Η αγορά εργασίας είναι μια αγορά. Έχει προσφορά, ζήτηση, τιμή. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι ακριβώς «δεν βρίσκω» αλλά «δεν βρίσκω με τον μισθό που θέλω να δώσω». Ψηλότεροι μισθοί προσελκύουν καλύτερους εργαζόμενους».
Απο την πλευρά της, η Πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Σοφία Κουνενάκη – Εφραίμογλου, παρουσιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας του ΕΒΕΑ σε περίπου 800 μέλη του, σημείωσε: «Εννιά στις δέκα επιχειρήσεις διατήρησαν ή αύξησαν την περασμένη χρονιά το προσωπικό τους. Όμως προκαλούν εντύπωση και προβληματισμό τα ευρήματα ως προς τη δυνατότητα εύρεσης προσωπικού με δεξιότητες. Μόλις το 3% των επιχειρήσεων απάντησαν πως βρήκαν με ευκολία τις δεξιότητες που ζητούσαν. Το 39,1% δήλωσε ότι δεν έχει καταφέρει να καλύψει τις ανάγκες του. Το 17,2% δεν προβλέπει ότι θα καλύψει τις ανάγκες του».
Εκτιμώντας τις αιτίες της κατάστασης αυτής, η ίδια σημείωσε: «Η έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων εντοπίζεται σε όλα τα μεγέθη των επιχειρήσεων. Το ζήτημα όμως φαίνεται πως είναι σοβαρότερο στις επιχειρήσεις με τζίρο κάτω των 250.000 ευρώ. Έξι στους 10 δηλώνουν ότι είναι δύσκολο να βρουν εργαζόμενους. Τέσσερις στους δέκα πιστεύουν ότι υπάρχει έλλειψη προσωπικού με τις κατάλληλες τεχνικές δεξιότητες. Έξι στις δέκα επιχειρήσεις πιστεύεουν ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν προσφέρει στους αποφοίτους τις κατάλληλες δεξιότητες για ένταξη στην αγορά».
Η πρόεδρος του ΕΒΕΑ, σημείωσε ακόμα πως «αυτό που βοηθά στην αγορά εργασίας είναι η νεοφυής επιχειρηματικότητα. Στόχος είναι να βάλουμε όσο το δυνατόν περισσότερες και περισσότερους στην επιχειρηματικότητα». Στα ζητήματα δια βίου μάθησης και επανακατάρτισης αναφέρθηκε η Ρεββέκα Πίτσικα, διευθύνουσα σύμβουλος και πρόεδρος της εταιρίας People For Business, «Ένας γεωπόνος παλιά μπορεί να ήταν 100% του χρόνου του στο πεδίο.
Πλέον μπορεί να είναι 50% στο πεδίο και 50% σε data analytics. Αυτό καταλήγει στη δια βίου μάθηση. Ό,τι και να ξέρω σήμερα δεν μου είναι αρκετό για το αύριο. Μπορεί να χρειαστεί να αλλάξω επάγγελμα ή να μετασχηματίσω το επάγγελμά μου. Για παράδειγμα γεωπόνος και να μάθω πληροφορική, είναι μέσα στα πλαίσια του συνεχούς reskilling και upskilling».
Μιλώντας για τις προκλήσεις στην αγορά εργασίας, σημείωσε: «Τέσσερις γενιές μέσα στον εργασιακό χώρο. Τέσσερις γενιές με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αυτό δημιουργεί δυσκολία στο να συνεννοηθούν τι είναι ταλέντο. Πώς το προσελκύω και πώς το κρατάω. Δεν είναι ότι δεν πληρώνουν οι επιχειρήσεις. Οι νεότερες γενιές έχουν άλλα χαρακτηριστικά.
Οι εταιρείες πρέπει να δουν πώς θα διαμορφώσουν συστήματα κινήτρων. Οι νέες γενιές δεν επιλέγουν απαραίτητα αυτόν που θα τους δώσει τα περισσότερα. Θα δώσουν έμφαση στην εμπειρία που θα αποκτήσουν. Στον σκοπό, αν η επιχείρηση πράγματι συμβάλλει στην κοινωνία. Αυτά είναι χαρακτηριστικά που πρέπει να λαμβάνουν υπόψιν επιχειρήσεις όταν θέλουν να προσελκύσουν ταλέντα».