Να κατεβάσουν το θερμόμετρο των προσδοκιών για την επόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού επιχειρούν υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη, τονίζοντας στο BD ότι διαρροές και δημοσιεύματα περί μιας νέας αύξησης που θα πλησιάσει το 10% δεν συνάδουν με τον σχεδιασμό της κυβέρνησης και με την αξιολόγηση που κάνει για την κατάσταση της οικονομίας.
Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι ήδη έχει δοθεί μια σημαντική αύξηση που ανέβασε τον κατώτατο μισθό στα 713 ευρώ, ενώ οι εκτιμήσεις για το 2023 κάνουν λόγο για μέσο πληθωρισμό 5% - 6% και ανάπτυξη 1% με 2%, κάτι που σημαίνει ότι δεν δικαιολογείται από τις εξελίξεις στην οικονομία η σεναριολογία περί μιας αύξησης του κατώτατου μισθού σχεδόν κατά 10%, ώστε να ανεβεί στα 780 ευρώ.
Υπογραμμίζουν, επίσης, ότι δεν έχει για την κυβέρνηση νόημα η εμπλοκή σε μια πλειοδοσία εξαγγελιών για τον κατώτατο μισθό. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, ακόμη και αν ειπωθεί σήμερα ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει μια αύξηση στα 780 ευρώ, που είναι ήδη, όπως προαναφέρθηκε, ένα υπερβολικό ποσό, σε επίπεδο προεκλογικών εντυπώσεων θα κινδυνεύει να βγει χαμένη, αφού ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ξεπεράσει τέτοιες υποσχέσεις και αναφέρεται σε πολύ υψηλότερο ποσό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ήδη από την ομιλία του στη Βουλή, κατά τη συζήτηση για τον νέο προϋπολογισμό, είχε υποσχεθεί... εκτίναξη του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ, δηλαδή μια αύξηση σχεδόν κατά 24% από τα σημερινά επίπεδα. Αυτή ακριβώς την προεκλογική εξαγγελία αναπαράγει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω προεκλογικού τηλεοπτικού σποτ για τους νέους, αυξάνοντας την πίεση στην κυβέρνηση να ακολουθήσει στον ίδιο δρόμο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση προς παρόν έχει προσδιορίσει το κατώτατο όριο στο οποίο προτίθεται να αυξήσει τον κατώτατο μισθό, καθώς έχει και υψηλό συμβολισμό: μια αύξηση της τάξεως του 5,5% για την επαναφορά του πάνω από τα 751 ευρώ, δηλαδή πάνω από τα επίπεδα όπου βρισκόταν πριν τις μεγάλες μειώσεις της περιόδου των μνημονίων, θα σηματοδοτήσει την οριστική έξοδο της χώρας από τα προγράμματα λιτότητας της προηγούμενης δεκαετίας.
Παρ' όλα αυτά, δεν παύει να θεωρείται υπερβολική μια αύξηση στα 780 ευρώ, που θα προκαλούσε δυσκολίες ιδιαίτερα στις μικρές επιχειρήσεις και θα ξεπερνούσε την παραγωγικότητα, υποσκάπτοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Πάντως, ο θεσμοθετημένος διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους, την Τράπεζα της Ελλάδος και το ΚΕΠΕ, που προηγείται της διατύπωσης εισήγησης από τον υπουργό Εργασίας προς το υπουργικό συμβούλιο για τον κατώτατο μισθό, αναμένεται να αρχίσει πολύ σύντομα, όπως τόνισε σε χθεσινές του δηλώσεις (στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ) ο Κωστής Χατζηδάκης.
Ο υπουργός απέφυγε να ανοίξει τα χαρτιά του σχετικά με τις προθέσεις της κυβέρνησης για την επόμενη αύξηση, κάνοντας μόνο λόγο για «σημαντική αύξηση», που όμως θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Όπως είπε,
- «Προφανώς λαμβάνουμε υπόψη τη συγκυρία που υπάρχει, την πίεση που υπάρχει σε εργαζόμενους και νοικοκυριά και θα καταλήξουμε νομίζω σε αποφάσεις οι οποίες θα οδηγήσουν σε μια σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού που θα λαμβάνει υπόψη όμως και τις ανάγκες των επιχειρήσεων, την ανάγκη για ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Διότι αν το παραγνωρίσουμε αυτό θα πάμε να κάνουμε καλό στους εργαζόμενους και τελικά θα κάνουμε ζημιά, διότι οι επιχειρήσεις πρέπει να παραμείνουν ανοιχτές και ανταγωνιστικές.
- Καλό είναι να μην υπάρχουν προσδοκίες τέτοιες οι οποίες δεν λαμβάνουν υπόψιν τις ανάγκες της οικονομίας. Η αύξηση θα είναι δίκαια, θα είναι σημαντική, αλλά δεν θα είναι μια αύξηση η οποία θα προξενήσει προβλήματα ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στην αγορά και τελικά και στους ίδιους τους εργαζόμενους».
Ο κ. Χατζηδάκης υπενθύμισε ότι πέρυσι δόθηκε διπλή αύξηση, περίπου της τάξεως του 10%, που οδήγησε την Ελλάδα όταν δόθηκε η αύξηση να είναι τότε η 9η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις 22 χώρες με κατώτατο μισθό. Από 650 ευρώ επί ΣΥΡΙΖΑ, τώρα ο κατώτατος ανέρχεται στα 713 ευρώ, τόνισε.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρας άφησε να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση προτίθεται να ανεβάσει τον πήχη πάνω από τα 751 ευρώ. Μίλησε (στον ρ/σ Real Fm) για ανάγκη γενναίας αύξησης και σημείωσε ότι μια αύξηση 38 ευρώ, από τα 713 ευρώ τώρα στα 751 ευρώ, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί γενναία , όταν ο πληθωρισμός –ακόμη κι αν επιβραδύνεται– βρίσκεται σε τέτοια επίπεδα.