Τα «καλάθια» των αλυσίδων σούπερ μάρκετ «πλημμύρισαν» από προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Ο επικεφαλής μιας από τις μεγαλύτερες αλυσίδες σούπερ μάρκετ πριν από λίγες ημέρες διαφήμιζε την υψηλή ποιότητα αυτών των προϊόντων, δηλώνοντας ότι σύντομα θα διευρύνει την γκάμα τους.
Ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Αδωνις Γεωργιάδης αφού τα διαφήμισε αρκούντως στη διάρκεια των προηγούμενων ημερών, ανακοίνωσε ότι σήμερα το πρωί πρόκειται να επισκεφτεί ένα κατάστημα Lidl -και ένα My Market – διαφημίζοντας το φθηνό του «καλάθι» το οποίο αποτελείται από προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, εκτός ορισμένων ελαχίστων επωνύμων προϊόντων, γιατί δεν διαθέτει αντίστοιχα δικά της.
Αιφνιδίως στη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων τα φώτα της δημοσιότητας –παρέχοντας θετική δημοσιότητα– έχουν πέσει στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, το μερίδιο των οποίων εφέτος στο σύνολο των πωλήσεων των αλυσίδων σούπερ μάρκετ έχει αυξηθεί και η τάση συνεχίζει να είναι ανοδική. Κι όλα αυτά διότι η κυβερνητική βούληση και η αντίστοιχη πίεση προς τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ είναι να έχουν ένα φθηνό «καλάθι», χωρίς φυσικά να ενδιαφέρει και τόσο η ποια είναι η σύνθεση του.
Ήδη, σύμφωνα με πληροφορίες του BD έχουν «χτυπήσει καμπανάκια» στα επιτελεία των μεγάλων προμηθευτικών επιχειρήσεων που παράγουν ή διακινούν ισχυρά επώνυμα προϊόντα. Ο κίνδυνος είναι προφανής και σχεδόν άμεσος.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς με τις οποίες συνομίλησε το BD, η οικονομική καχεξία των καταναλωτών δεν πρόκειται να λήξει πριν από τουλάχιστον δύο χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι για την επόμενη διετία, δηλαδή ως το τέλος του 2024 οι καταναλωτές με περιορισμένο εισόδημα λόγω του πληθωρισμού και των αυξημένων ενεργειακών αναγκών τους, θα έχουν στην συντριπτική τους πλειοψηφία ως βασικό κριτήριο επιλογής τους την τιμή και ακολούθως την ποιότητα των προϊόντων. Πρόκειται για μία έτσι κι αλλιώς αναγκαστική επιλογή. Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι τα πιο φθηνά προϊόντα, όπως είναι τα ιδιωτικής ετικέτας, θα συνεχίσουν να κερδίζουν μερίδιο αγοράς.
Αυτό πρακτικά, εξηγούν, θα έχει δύο συνέπειες: Πρώτον, οι προμηθευτικές εταιρείες με τις ισχυρές, επώνυμες «μπράντες» θα αναγκαστούν να αμυνθούν. Ο μόνος τρόπος άμυνας είναι όλο και περισσότερες προσφορές με όλο και μεγαλύτερα ποσοστά, σαφώς περισσότερες απ΄ ότι τα τελευταία χρόνια. Αυτή η επιλογή είναι λογικά, επισημαίνουν, να χτυπήσει την «κάτω γραμμή των ισολογισμών», δηλαδή την κερδοφορία τους. Και η μείωση της κερδοφορίας προκαλεί πολλές αρνητικές συνέπειες.
Δεύτερον, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ παρ΄ ότι κερδίζουν από την πώληση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, ωστόσο το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της κερδοφορίας τους προέρχεται από τις πωλήσεις των επωνύμων προϊόντων. Η υποχώρηση στις πωλήσεις των επωνύμων, λένε, θα «χτυπήσει» κι αυτών την κερδοφορία.
Όλα αυτά βέβαια στη δυναμική του χρόνου. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας εφέτος έχει αυξηθεί και το «προμοτάρισμα» του τελευταίου μήνα, μέσα από το «καλάθι του νοικοκυριού» προϊδεάζει για ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση τους. Ήδη τον περασμένο Σεπτέμβριο, όπως έχει γράψει το BD, το μερίδιο τους ήταν αυξημένο στο 15,9%.
Αλλά και στην περίοδο της κρίσης, την προηγούμενη δεκαετία, αυτή η κατηγορία των προϊόντων ενισχύθηκε και μάλιστα σημαντικά. Συγκεκριμένα από 11,9% που ήταν το 2010, ανήλθαν στο 16,1% το 2011, στο 17,8% το 2012, στο 18,3% το 2013 και η κορύφωση τους ήταν το 2014, στο 19%.
Από τον επόμενο χρόνο η τάση άρχισε να γίνεται πτωτική, μετά από μία θηριώδη προσπάθεια ελληνικών και πολυεθνικών εταιρειών που «βομβάρδισαν» τους καταναλωτές με κάθε μορφής προσφορές, σε σημείο που διαμαρτύρονταν οι λιανέμποροι γιατί αντιμετωπίζουν προβλήματα χωρητικότητας στα ράφια τους. Έτσι, το 2015 έπεσε το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στο 18%, το 2016 στο 16,5%, το 2017 στο 16,3%, το 2018 στο 15,8%, το 2019 στο 15,7%, το 2020 το 15,4% και το 2021 στο 14,8%. Από τον περασμένο Μάρτιο με την έναρξη του πολέμου και την εντυπωσιακή άνοδο του πληθωρισμού μήνα με τον μήνα η κατανάλωση τους άρχισε να ενισχύεται και πιθανόν ως το τέλος του χρόνου να ξεπεράσει το 16%.