Ο πληθωρισμός παραμένει σε υψηλά επίπεδα, γεγονός που καθιστά σχεδόν βέβαιη μια ακόμη σημαντική αναθεώρηση των τριμηνιαίων προβλέψεων της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό στην προσεχή συνεδρίαση στο Άμστερνταμ, όπως εκτιμά η PIMCO σε report της, ενώ αναμένει διαδοχικές αυξήσεις επιτοικίων έως τέλος του 2022.
Με την ΕΚΤ να ανησυχεί περισσότερο για τη δυναμική του πληθωρισμού παρά για την ανάπτυξη, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει τη διαδικασία εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής, μια διαδικασία που ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο. Το Διοικητικό Συμβούλιο πιθανότατα θα αποφασίσει να τερματίσει τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο του τακτικού προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) αυτόν τον μήνα και θα προετοιμάσει την αγορά για αυξήσεις επιτοκίων τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο, τις πρώτες αυξήσεις στη ζώνη του ευρώ τα τελευταία έντεκα χρόνια.
Το επίκεντρο της συνέντευξης Τύπου θα είναι πιθανότατα ο ρυθμός και η συνολική κλίμακα της επερχόμενης εξομάλυνσης της πολιτικής επιτοκίων. Οι καθαρές αγορές APP προβλέπεται επί του παρόντος να ολοκληρωθούν στις αρχές του γ' τριμήνου, δηλαδή τον Ιούλιο, αλλά αναμένεται ότι η ΕΚΤ πιθανότατα θα αποφασίσει να τερματίσει τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων αυτόν τον μήνα.
Όσον αφορά τα επιτόκια η κα Λαγκάρντ και ο επικεφαλής οικονομολόγος κ. Λέιν μίλησαν πρόσφατα για μια αρχική αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης (μ.β.) τον Ιούλιο, ακολουθούμενη από άλλη μια αύξηση κατά 25 μ.β. τον Σεπτέμβριο, η οποία θα επαναφέρει το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ στο 0% το γ' τρίμηνο, μετά από οκτώ χρόνια σε αρνητικό έδαφος. Η αγορά τιμολογεί περίπου 120 μ.β. αυξήσεις επιτοκίων μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, ουσιαστικά αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μ.β. σε κάθε συνεδρίαση το 2ο εξάμηνο, με κάποια πιθανότητα η ΕΚΤ να κάνει και περισσότερα από αυτά, δεδομένης της μεγάλης αβεβαιότητας γύρω από τον πληθωρισμό.
Το επίκεντρο της συνέντευξης Τύπου θα είναι πιθανότατα ο ρυθμός και η συνολική κλίμακα της επερχόμενης εξομάλυνσης της πολιτικής επιτοκίων. Εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με το πού θα μπορούσε να είναι το ουδέτερο επιτόκιο πολιτικής για τη ζώνη του ευρώ, αλλά οτιδήποτε σημαντικά πάνω από το 1% σε ονομαστικούς όρους φαίνεται κάπως λιγότερο εύλογο σε σύγκριση με άλλες ανεπτυγμένες χώρες της αγοράς, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο ή οι ΗΠΑ. Ένας κύκλος αύξησης των 225 μ.β. θα ήταν σε γενικές γραμμές σύμφωνος με τους δύο προηγούμενους, προ της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, κύκλους αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ.
Η πλειοψηφία της διοίκησης της ΕΚΤ πιθανότατα εξακολουθεί να ευνοεί την έννοια της σταδιακής εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής, αλλά περαιτέρω ανοδικές εκπλήξεις στον πληθωρισμό θα μπορούσαν να κουνήσουν το εκκρεμές προς πιο επιθετικές κινήσεις στα επιτόκια και να προκαλέσουν συζητήσεις γύρω από την εξομάλυνση του ισολογισμού.
Ενώ η ΕΚΤ θα συνεχίσει να τονίζει ότι παρακολουθεί στενά τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις δικαιοδοσίες καθώς ομαλοποιεί την πολιτική, δεν αναμένεται ότι η ΕΚΤ θα καταλήξει σε ένα πλαίσιο ή μια διευκόλυνση για την αντιμετώπιση πιθανών ζητημάτων κατακερματισμού σύντομα. Αντίθετα, και σύμφωνα με το παρελθόν, προβλέπεται ότι η ΕΚΤ θα προτιμήσει να ανταποκριθεί σε σημαντικά εξωγενή σοκ με εξατομικευμένες λύσεις. Εκτιμάται ότι η ΕΚΤ θα αυξήσει το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων καθώς και το επιτόκιο κύριας αναχρηματοδότησης κατά το ίδιο ποσό.
Παρ' όλα αυτά, σε ένα πλαίσιο άφθονων πλεοναζόντων αποθεματικών, το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων παραμένει το μοναδικό επιτόκιο αναφοράς για τις αγορές χρήματος, μια κατάσταση που πιθανότατα θα συνεχιστεί για τα επόμενα χρόνια, δεδομένου του τεράστιου ποσού της πλεονάζουσας ρευστότητας στο σύστημα και της έλλειψης ενεργών σχεδίων εκκαθάρισης των ισολογισμών. Μια παθητική εκκαθάριση των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO) θα έβλεπε τον ισολογισμό της ΕΚΤ να συρρικνώνεται κατά περίπου 25% τα επόμενα 2,5 χρόνια, χωρίς να ωθήσει την πλεονάζουσα ρευστότητα κάτω από το όριο που απαιτείται για να διατηρηθούν τα επιτόκια της αγοράς χρήματος αγκυρωμένα γύρω από το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, καθώς δεν αναμένεται ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σύντομα σε επιθετική μείωση των στοιχείων ενεργητικού που διατηρεί στον ισολογισμό της.