«Φουσκωμένους» λογαριασμούς φυσικού αερίου θα πληρώνουν και φέτος οι καταναλωτές με την υποχώρηση των τιμών να τοποθετείται στο 2023. Αυτό προβλέπει η έκθεση World Economic Outlook του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ενώ στην Ευρώπη οι ισορροπίες στον τομέα της ενέργειας εξαρτώνται άμεσα από την εξέλιξη της κρίσης στην Ουκρανία.
Ειδικότερα, στην έκθεσή του το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι το ράλι των τιμών των καυσίμων θα συνεχιστεί το 2022 και οι τιμές θα αρχίσουν να υποχωρούν το 2023, γεγονός που θα βοηθήσει στη συγκράτηση του πληθωρισμού. Τα futures δείχνουν ότι οι τιμές του πετρελαίου θα αυξηθούν περίπου 12%, ενώ το φυσικό αέριο θα σημειώσει άνοδο 58% μέσα στο τρέχον έτος. Σημειώνεται ότι αυτή η πρόβλεψη αφορά ένα «καλάθι» διεθνών τιμών και όχι μόνο τις τιμές στην ευρωπαϊκή αγορά.
Οι αυξήσεις θα είναι σημαντικά μικρότερες από εκείνες του 2021 και οι τιμές αναμένεται να υποχωρήσουν το 2023, καθώς το ΔΝΤ εκτιμά ότι τότε θα επανέλθει η ισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση. Όπως εξηγεί η έκθεση, οι γεωπολιτικές εντάσεις, συμπεριλαμβανομένης της ανατολικής Ευρώπης και της ανατολικής Ασίας, θέτουν σε κίνδυνο τον ενεργειακό εφοδιασμό.
Στο μεταξύ, οι τιμές του φυσικού αερίου συνεχίζουν να διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα στην Ευρώπη, ενώ αγορές και κυβερνήσεις έχουν το βλέμμα στραμμένο στην Ουκρανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τιμή στην Ολλανδία για τα συμβόλαια του Φεβρουαρίου είχε αυξηθεί χθες στα 93,5 ευρώ/μεγαβατώρα, από 78,9 ευρώ στις 21 Ιανουαρίου, δηλαδή σχεδόν κατά 19%, εξέλιξη που αποδίδεται στην αυξημένη ένταση στην Ουκρανία.
Η Ρωσία διαμηνύει πως θα σταματήσει τον εφοδιασμό της Ευρώπης, εάν η Δύση αποβάλει τη χώρα από το διεθνές σύστημα διατραπεζικών πληρωμών SWIFT. Αυτό δήλωσε στο πρακτορείο TASS ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Ομοσπονδίας (Άνω Βουλή), Νικολάι Ζουραβλιόφ εξηγώντας πως μία τέτοια κίνηση θα έχει ως αποτέλεσμα η Ρωσία να μην παίρνει συνάλλαγμα και οι Ευρωπαίοι να μην προμηθεύονται εμπορεύματα, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Τη δήλωση αυτή προκάλεσε αναφορά του Μπόρις Τζόνσον ότι η Βρετανία συζητά με τις ΗΠΑ το ενδεχόμενο της αποσύνδεσης της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT, σε περίπτωση που εισβάλουν ρωσικά στρατεύματα στην Ουκρανία. Η πρόθεση αυτή από το Κρεμλίνο δημιουργεί ανησυχία καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση εισάγει το 30% των αναγκών της από τη Ρωσία, οπότε οποιαδήποτε διακοπή της ροής αυτής θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα (όπως είδαμε και μέσα στο 2021).
Απαντώντας στη Ρωσία, οι ΗΠΑ σημειώνουν ότι δε θα αφήσουν το Κρεμλίνο να χρησιμοποιεί την ενέργεια ως «όπλο στην επιθετική της στρατηγική κατά της Ουκρανίας» και δήλωσαν ότι βρίσκονται σε διαδικασία συζητήσεων με χώρες και εταιρείες παραγωγής ενέργειας σε όλο τον κόσμο, ώστε, αν υπάρξει διακοπή στη ροή του φυσικού αερίου να μην υπάρξει ανασφάλεια για την ΕΕ.
Αυτό σημείωσε αξιωματούχος σε δημοσιογράφους χθες χωρίς ωστόσο να αναφέρει ποια είναι η άλλη πλευρά των συζητήσεων. Ανέφερε όμως ότι το φάσμα των προμηθευτών είναι ευρύ και περιλαμβάνει και προμηθευτές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Όπως είπε, διερευνώνται οι δυνατότητες πρόσθετων προμηθειών από τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή έως την Ασία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επίσης, είπε ότι διεξάγονται συζητήσεις με παραγωγούς φυσικού αερίου για να διαπιστωθούν οι δυνατότητες προσωρινής αύξησης της παραγωγής για να καλύψουν την ευρωπαϊκή αγορά. Η διαδικασία αυτή, αν κλιμακωθεί η ένταση, θα διαρκέσει δύο εβδομάδες.
Από την πλευρά της, η ΕΕ, μέσω της Επιτρόπου Ενέργειας Κάντρι Σίμσον, αναφέρει ότι βρίσκεται σε συνομιλίες με τους εταίρους της για την δυνατότητα αύξησης της προμήθειας φυσικού αερίου. Αυτό δήλωσε το περασμένο Σάββατο μετά την άτυπη σύνοδο των υπουργών Ενέργειας. Στην ατζέντα της είναι οι διασκέψεις στο Αζερμπαϊτζάν και την Ουάσινγκτον τον Φεβρουάριο για να συζητήσεις τρόπους για την αύξηση της τροφοδοσίας της Ευρώπης. Παράλληλα, η Επίτροπος έκανε αναφορά και στην πρόταση της για αναθεώρηση των κανόνων προμήθειας φυσικού αερίου με στόχο τη βελτίωση του συντονισμού των χωρών για δημιουργία αποθεμάτων.
Πιθανό σενάριο το νέο ράλι τιμών εκτιμάει η Goldman Sachs
Κλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου αν συνεχιστεί η ένταση Ρωσίας – Ουκρανίας βλέπει η Goldman Sachs, με τον χρονικό ορίζοντα που θα επηρεάζεται η Ευρώπη από αυτή την εξέλιξη να παραμένει αόριστος. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές της τράπεζας, εάν υπάρξει κλιμάκωση στις γεωπολιτικές εντάσεις η αβεβαιότητα που θα δημιουργηθεί θα ωθήσει την αγορά να προσθέσει και πάλι ένα σημαντικό ασφάλιστρο κινδύνου στις ευρωπαϊκές τιμές του φυσικού αερίου. Η τράπεζα δεν βλέπει σύντομα επιστροφή στα προ κρίσης δεδομένα για την αγορά ενέργειας και θεωρεί ότι έως το 2025 η αγορά θα συνεχίσει να μη διαθέτει επαρκή αποθέματα, με ό,τι σημαίνει αυτό για τις τιμές.
Όπως σημειώνει, η Ευρώπη θα συνεχίσει να έχει ελλειμματικά αποθέματα φυσικού αερίου παρά τις εισροές υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG από την Ασία στην Ευρώπη και σημειώνει ότι μία κακοκαιρία μέσα στους επόμενους μήνες ή η αύξηση της έντασης στην Ουκρανία μπορεί να φέρει εκ νέου σημαντικά προβλήματα στην ευρωπαϊκή αγορά. Σε περίπτωση που η Ρωσία βάλει «στοπ» στη ροή προς την Ευρώπη, η τράπεζα θεωρεί πιθανό οι τιμές να φθάνουν πάλι το ρεκόρ των 180 ευρώ/MWh, ενώ σημειώνει πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δημιουργήσει και προβλήματα στην εκκίνηση του Nord Stream 2 μέσα στο πρώτο 6μηνο του 2022, που θα οδηγούσε σε νέους ανταγωνισμούς για την προμήθεια LNG.
Από την πλευρά της η γερμανική Commerzbank σημειώνει ότι ούτε η στροφή στο LNG μπορεί να θεωρείται βέβαιο ότι θα αποκλιμακώσει τις τιμές, καθώς μπορεί να είναι πιο ευέλικτο στην μεταφορά και να έχει λιγότερες μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις εφοδιασμού, ωστόσο μπορεί να υπάρξει νέος ανταγωνισμός για αλλαγή των ροών εάν αυξηθεί και πάλι η ζήτηση από την Ασία.