«Τρελάθηκαν» οι τιμές χονδρικής του ρεύματος στην ελληνική αγορά, με διακυμάνσεις που δεν θα άντεχε ούτε ο πιο επιθετικός κερδοσκόπος ενός χρηματιστηρίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι για λίγο η χώρα μας έγινε η φθηνότερη στην Ευρώπη, καθώς μας έσωσε... η βροχή, που επέβαλε τη μεγάλη αύξηση της παραγωγής από υδροηλεκτρικά, ενώ μέσα σε δύο 24ωρα η τιμή χονδρικής εκτινάχθηκε σχεδόν κατά 67%, για να γίνει η Ελλάδα και πάλι μία από τις ακριβότερες αγορές.
Ειδικότερα, αύξηση κατά 47,5% κατέγραψε η τιμή χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας σε μία ημέρα, που ξεπέρασε το όριο των 300 €/MWh αφήνοντας πίσω της τις δύο συνεχόμενες ημέρες που είχε υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο σε όλη την Ευρώπη. Μπορεί τα υδροηλεκτρικά να έσωσαν την παρτίδα για τις δύο προηγούμενες ημέρες, ωστόσο η πτώση της συμμετοχής των αιολικών οδήγησε στην αύξηση των πιο ακριβών εισαγωγών, που με τη σειρά τους εκτόξευσαν τις τιμές.
Ειδικότερα, η αγορά της επόμενης ημέρας διαμορφώθηκε στα 328,46 €/MWh, ακολουθώντας το ράλι των τιμών στην Ευρώπη που βρίσκεται σε εξέλιξη. Όπως φαίνεται στο γράφημα, την υψηλότερη τιμή σημείωσε η Ελβετία με 361,28 €/MWh ενώ Γαλλία και Ιταλία βρέθηκαν και πάλι σε υψηλά επίπεδα.
Διαφορετική ήταν η εικόνα την προηγούμενη ημέρα με την ελληνική αγορά να σημειώνει τη μικρότερη τιμή στην Ευρώπη για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα. Με τις μεγάλες αγορές της Ευρώπης, Γαλλία και της Ιταλία για παράδειγμα να σημειώνουν νέο ράλι, η Ελλάδα είχε τη φθηνότερη τιμή στα 222,75 €/MWh, κυρίως λόγω της αυξημένης συμμετοχής των ΑΠΕ αλλά και της ισχυρής παρουσίας των υδροηλεκτρικών στο ενεργειακό μείγμα.
Παρότι η Ελλάδα κατέγραψε άνοδο 12,9% συγκριτικά με την προηγούμενη ημέρα, παρέμεινε σημαντικά χαμηλότερα από την υψηλότερη τιμή που χτύπησε η Γαλλία με 346,28 €/MWh. Τη Δευτέρα, η χώρα μας ήταν η μόνη κάτω από τα 200 ευρώ, στα 197,24€/MWh με πτώση κατά 22,6%
Η αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ τις προηγούμενες ημέρες αλλά και η υψηλή συμμετοχή των υδροηλεκτρικών μονάδων στο ενεργειακό μείγμα κατάφεραν να κρατήσουν χαμηλά τις τιμές. Είναι ενδεικτικό ότι τα υδροηλεκτρικά κινήθηκαν στο 16,63%, προχθές στο 15,53% (με συγκεκριμένες ώρες μέσα στην ημέρα να καλύπτουν ακόμα και το 30% του μείγματος), ενώ την προηγούμενη ημέρα είχαν κινηθεί ακόμα υψηλότερα στο 16,5%. Το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά αυξημένο, καθώς το προηγούμενο διάστημα δεν ξεπερνούσε το 10%, ενώ όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα του ΑΔΜΗΕ, το 2021 η παραγωγή ρεύματος από υδροηλεκτρικά είναι σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο των προηγούμενων ετών, με εξαίρεση το 2013.
Ωστόσο, η παρουσία αυτή των υδροηλεκτρικών στο μείγμα είναι καθαρά συγκυριακή, ως αποτέλεσμα των βροχών το τελευταίο διάστημα που αύξησε τη στάθμη των αποθεμάτων νερού στους ταμιευτήρες και δημιουργεί την ανάγκη να χρησιμοποιηθεί το νερό αυτό ώστε να μην απειληθεί η ασφάλεια των φραγμάτων. Παρά τη σημαντική πτώση της τιμής των τελευταίων ημερών, ούτε η «βροχή δεν είναι ικανή να μας σώσει» από το ράλι των τιμών, όπως δείχνει η εικόνα της αγοράς για τη σημερινή ημέρα. Η πτώση των αιολικών οδήγησε στην αύξηση τόσο της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων όσο και των εισαγωγών από τις διασυνδεδεμένες αγορές της Βουλγαρίας και της Ιταλίας, που ήταν πιο ακριβές, πιέζοντας προς τα πάνω και τις τιμές της προημερησίας αγοράς.
Άλυτο το ζητήματα στην αγορά των υδροηλεκτρικών
Ανοιχτά παραμένουν ωστόσο εδώ και αρκετά χρόνια τα ζητήματα που αφορούν στη χρήση και λειτουργία των υδροηλεκτρικών μονάδων. Από την έναρξη λειτουργίας του target model στην ελληνική αγορά, έπαψε να υπολογίζεται σε καθημερινή βάση το μεταβλητό κόστος παραγωγής των υδροηλεκτρικών ενώ παραμένει άλυτο και το ζήτημα της ενημέρωσης αναφορικά με τις καθημερινές διαθέσιμες ποσότητες προς χρήση.
Τελευταία φορά με το ζήτημα είχε ασχοληθεί το 2018 ο ΑΔΜΗΕ παρουσιάζοντας προς διαβούλευση μία μεθοδολογία προσδιορισμού της διαθέσιμης ισχύος των υδροηλεκτρικών, πρόταση που δεν είχε βρει σύμφωνη ούτε την αγορά αλλά ούτε και τη Ρυθμιστική Αρχή. Στο παρελθόν, και ο Σύνδεσμος των ιδιωτικών εταιριών ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΣΑΗ) είχε αναφερθεί στο ζήτημα. Ειδικότερα, σε σχετική επιστολή προς τη ΡΑΕ το 2018 είχε σημειώσει ότι οι ελληνικές αρχές δεσμεύτηκαν τον Μάρτιο του 2016, στο πλαίσιο της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Μεταβατικό Μηχανισμό Αποζημίωσης Ευελιξίας, να διερευνήσουν ποιοι επιπλέον περιορισμοί πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να εμποδίζεται το φαινόμενο οι υδροηλεκτρικές μονάδες να θέτουν de facto άνω όρια τιμής στην αγορά ενέργειας και εφεδρειών.
Με άλλα λόγια, οι ιδιώτες προμηθευτές βλέπουν ότι τα υδροηλεκτρικά μπορεί να προκαλέσουν στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς, λειτουργώντας σαν «κόφτης» των τιμών χονδρικής, ώστε να περιορίζονται σε επίπεδα που προκαλούν ζημιές στους παρόχους.
Το θέμα της χρήσης των υδροηλεκτρικών από τη ΔΕΗ έγινε πρόσφατα ζήτημα αντιπαράθεση μεταξύ των παρόχων και της ΔΕΗ σε ό,τι αφορά και τον ανταγωνισμό στην αγορά της λιανικής. Πρόσφατα, στη Δημόσια Διαβούλευση της ΡΑΕ για την καθιέρωση προτύπων για τους λογαριασμούς, πάροχοι είχαν αναφερθεί στην προνομιακή πρόσβαση της ΔΕΗ στην υδροηλεκτρική παραγωγή, επισημαίνοντας ότι δυσχεραίνει την ανάπτυξη ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς δεν έχουν όλες οι εταιρείες πρόσβαση στα υδροηλεκτρικά για να μπορούν να προσφέρουν χαμηλές σταθερές τιμές, όπως η ΔΕΗ.
Πρόσφατα, η ΔΕΗ περιόρισε αυτή τη στρέβλωση, προχωρώντας από τις αρχές Δεκεμβρίου σε νέα τιμολόγηση των προϊόντων σταθερής χρέωσης, με αύξηση της τιμής της κιλοβατώρας σχεδόν κατά 80%, από τα 0,11 στα 0,18 ευρώ.