Η σοβούσα ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη αναγκάζει τις κυβερνήσεις της Γηραιάς Ηπείρου να ανακοινώσουν σειρά μέτρων στήριξης των νοικοκυριών προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους διογκωμένους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου.
Όμως, την ίδια ώρα αυξάνονται οι ενδείξεις ότι ακόμη πιο μεγάλο «θύμα» είναι η ευρωπαϊκή βιομηχανία, με αρκετές κορυφαίες επιχειρήσεις να προχωρούν σε μείωση της παραγωγής τους, καθώς το κόστος πλέον έχει φθάσει σε επίπεδα αρκετά δύσκολα στη διαχείριση και παράλληλα περιορίζονται οι δυνατότητες αυτό να μην περάσει στους καταναλωτές.
Τα προβλήματα στη βιομηχανία, αρχικά σε πολύ συγκεκριμένους τομείς της, οι οποίοι όμως, αποτελούν τη βάση της εφοδιαστικής αλυσίδας, αποτελούν ένα «καμπανάκι» καθώς απειλούν το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας και φυσικά την ανάκαμψη που έχει επιτευχθεί μετά το σοκ της πανδημίας.
Ήδη την τρέχουσα εβδομάδα ανακοινώθηκε πτώση κατά 4% της βιομηχανικής παραγωγής στη Γερμανία τον Αύγουστο, με την αυτοκινητοβιομηχανία να τη μειώνει άνω του 17%, λόγω και της έλλειψης πρώτων υλών όπως μικροεπεξεργαστές, ενώ πτώση 1,2% εμφάνισαν οι εξαγωγές της χώρας για τον ίδιο μήνα.
Επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε κλάδους όπως χημικός, χαλυβουργία και τσιμεντοβιομηχανία, δηλαδή τομείς που είναι ενεργοβόροι, σπεύδουν να τονίσουν ότι δεν έχουν άλλη εναλλακτική λύση παρά να μειώσουν την παραγωγή τους, εξαιτίας της εκτόξευσης της τιμής του φυσικού αερίου.
Παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες βιομηχανίες έχουν μακροχρόνιες συμφωνίες ενεργειακών προμηθειών, η αύξηση στις τιμές δημιουργεί ένα ντόμινο που δύσκολα μπορεί να αναχαιτιστεί. «Δεν έχει κάποιο οικονομικό νόημα να συνεχίζουμε τον ίδιο ρυθμό παραγωγής σε τόσο υψηλές τιμές», σπεύδει να υπογραμμίσει ο Petr Cingr, επικεφαλής της γερμανικής SKW Stickstoffwerke Piesteritz, του μεγαλύτερου παραγωγού αμμωνίας, ο οποίος ανακοίνωσε ότι προχωρά σε μείωση κατά 20% της παραγωγής του.
Μάλιστα ο Cingr ζήτησε να υπάρξει παρέμβαση του γερμανικού κράτους, με ειδικά μέτρα στήριξης προκειμένου να αποφευχθεί η πλήρης διακοπή παραγωγής, η οποία εάν συμβεί θα αποτελέσει «καταπέλτη» για τον αγροτικό τομέα της Γερμανίας, καθώς η αμμωνία αποτελεί το βασικό «συστατικό» των λιπασμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Σεπτέμβριο η CF Industries προχώρησε σε κλείσιμο δύο μονάδων παραγωγής αμμωνίας στη Βρετανία, σε μείωση προχώρησαν τόσο η νορβηγική Yara International όσο και η αυστριακή Borealis.
Διοικητικά στελέχη κλάδων όπως η χαλυβουργία αλλά και η τσιμεντοβιομηχανία σπεύδουν να προσθέσουν ότι το αυξημένο κόστος πέραν όλων των άλλων πλήττει και την ανταγωνιστικότητά τους και φυσικά την εξαγωγική τους δραστηριότητα.
Ο Τζιοβάνι Αρβέντι, ιδρυτής και επικεφαλής της ιταλικής χαλυβουργίας Arvedi σημειώνει ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα, μιας και «η τρέχουσα κατάσταση καθιστά ακόμη πιο επείγουσα την ανάγκη να υπάρξει σταθεροποίηση των τιμών ούτως ώστε να μην πληγεί η ανταγωνιστικότητά μας». Σε ακόμη πιο δραματικό τόνο οι δηλώσεις του Αλεσάντρο Μπαντζάτο, προέδρου της ιταλικής ένωσης χαλυβουργίας Fedracciai, ο οποίος θεωρεί ότι «η πρόσφατη έκρηξη στην τιμή φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας απειλεί να επιφέρει βαρύ πλήγμα στην ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας».
Όσο περισσότερο διαρκεί η κρίση, όπως είναι φυσικό, τόσο μεγαλύτεροι είναι οι κίνδυνοι για προβλήματα στην αλυσίδα τροφοδοσίας. Η πιθανότητα αυτή έχει βρεθεί στα ραντάρ γιγαντιαίων ομίλων όπως για παράδειγμα η γερμανική BASF, η οποία φρόντισε να κλείσει μακροχρόνια συμβόλαια προμήθειας φυσικού αερίου με αρκετούς προμηθευτές ώστε να μην πέσει στην παγίδα της εξάρτησης από έναν μόνο προμηθευτή και τα τυχόν προβλήματα που αυτός θα μπορούσε να έχει.
Κάμψη και στην Ελλάδα: Τι ζητούν οι βιομηχανίες
Η εικόνα είναι ανησυχητική και στην Ελλάδα, όπως τουλάχιστον δείχνουν τα πρόσφατα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), με το οικονομικό κλίμα να κινείται πτωτικά κυρίως εξαιτίας της «χαμηλής πτήσης» στη βιομηχανία και αλλά και στον τομέα της κατανάλωσης.
Τα επιμέρους στοιχεία που δημοσιοποίησε το ΙΟΒΕ δείχνουν ότι ένα σημαντικό ποσοστό επιχειρήσεων, που φθάνει στο 12% εκτιμούν ότι θα υπάρξει μείωση της παραγωγής τους για το επόμενο τρίμηνο ενώ την ίδια ώρα οι θετικές προβλέψεις για τις πωλήσεις τους προσεχείς μήνες εξασθένησαν σημαντικά, με το 36% (από 45% τον Αύγουστο) των επιχειρήσεων να αναμένει άνοδο πωλήσεων το προσεχές χρονικό διάστημα, ενώ το 13% (από μόλις 4%) μείωσή τους.
Η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας προειδοποιεί ότι η αύξηση του ενεργειακού κόστους «κινδυνεύει να "κάψει" ή να ψαλιδίσει τα φτερά της ελληνικής βιομηχανίας κατά τη φάση της απογείωσης», όπως τόνισε χαρακτηριστικά σε άρθρο του ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων. «Τα κόστη παραγωγής», σημειώνει ο ίδιος, «έχουν αυξηθεί ή θα αυξηθούν μεταξύ 20% και 40%, αναλόγως την επιχείρηση, διαπερνώντας όλους τους κλάδους, από τα πλαστικά, τη κλωστοϋφαντουργία μέχρι τα μέταλλα και τα τσιμέντα, πυροδοτώντας κύμα ανατιμήσεων».
Η ΕΒΙΚΕΝ προτείνει παρεμβάσεις σε τρία επίπεδα για την αντιμετώπιση της κρίσης:
- Διερεύνηση της λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, καθώς αποδείχθηκαν στην πράξη ανεπαρκή τα υφιστάμενα συμβόλαια. Συντονισμός των αγορών μας, ώστε να αυξηθεί η διαπραγματευτική ισχύ μας.
- Μεταρρύθμιση της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε το μέσο κόστος να παραγωγής να καθορίζει την τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής.
- Στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας (ETS) να διασφαλίζει μια πιο προβλέψιμη τιμή για τα δικαιώματα CO2 χωρίς υπερβολικές διακυμάνσεις.