Σε λεπτές διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς για την οριστικοποίηση των μεγεθών του νέου προϋπολογισμού ενόψει της κατάθεσης στη Βουλή του προσχεδίου την ερχόμενη Δευτέρα βρίσκεται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, με το βλέμμα στραμμένο στην απελευθέρωση δημοσιονομικού χώρου για τη χρηματοδότηση πρόσθετων παρεμβάσεων με όχημα την ανοδική αναθεώρηση του ΑΕΠ και την ρήτρα διαφυγής
Στόχος είναι να συμφωνηθεί με τους δανειστές η ένταση της ανάπτυξης φέτος και το επόμενο έτος που αποτελεί το θεμέλιο λίθο για την συρρίκνωση του ελλείμματος και την απελευθέρωση πόρων για την ενεργοποίηση πακέτου μέτρων που θα έχει ισχυρό αναπτυξιακό αποτύπωμα και θα φέρνει περαιτέρω μείωση του φορολογικού βάρους για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις και ενίσχυση της απασχόλησης.
Το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης για το τρέχον έτος θα είναι τουλάχιστον 6,1% με σοβαρές πιθανότητες να κινηθεί υψηλότερα στη περιοχή του 6,4% - 6,5% θεωρώντας ότι η προηγούμενη πρόβλεψη για ανάκαμψη 5,9% έχει ξεπεραστεί από την πραγματικότητα. Αρμόδια στελέχη επισημαίνουν ότι πολλά θα εξαρτηθούν από την πορεία της οικονομίας στο τρίτο και τέταρτο τρίμηνο με την ενσωμάτωση των εσόδων από τον τουρισμό, την πορεία της αγοράς και της καταναλωτικής δαπάνης και τις επενδύσεις, σημειώνοντας ωστόσο ότι οι προοπτικές είναι θετικές. Μάλιστα σύμφωνα με πληροφορίες στο τραπέζι των συζητήσεων με τους θεσμούς ενδέχεται να τεθεί και θέμα αναθεώρησης του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ και για το 2022 που σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα προβλέπεται στο 6,2%.
Στο οικονομικό επιτελείο θεωρούν ότι η δυναμική της οικονομίας σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η ρήτρα διαφυγής από το βρόχο του Συμφώνου Σταθερότητας που θα ισχύσει και το επόμενο έτος με στόχο την επούλωση των πληγών από την πανδημία δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για ευέλικτη δημοσιονομική πολιτική, χωρίς βέβαια να εγκαταλειφθεί η επαναφορά του προϋπολογισμού σε τροχιά εξυγίανσης. Στο πλαίσιο αυτό, βασική προτεραιότητα αποτελεί η διεύρυνση των φοροελαφρύνσεων το 2022, ακόμα και η εφαρμογή νέων έκτακτων αλλά στοχευμένων παροχών μέσα στο τρέχον έτος ανάλογα με την πορεία της πραγματικής οικονομίας και ων δημοσίων οικονομικών που δείχνουν να πηγαίνουν καλύτερα από τις αρχικές προβλέψεις.
Ψηλά στην κυβερνητική ατζέντα βρίσκονται:
- το «πάγωμα» της εισφοράς αλληλεγγύης στους εργαζόμενους στο Δημόσιο και τους συνταξιούχους με ετήσιο καθαρό εισόδημα πάνω από 12.000 ευρώ πράγμα που θα οδηγήσει αυτόματα σε ετήσια αύξηση από 22 έως και 676 ευρώ. Για παράδειγμα για εισόδημα 13.000 ευρώ, δηλαδή για καθαρές μηνιαίες αποδοχές 1.083 ευρώ, το ετήσιο όφελος θα είναι 22 ευρώ τον χρόνο ή 1,83 ευρώ τον μήνα, ενώ για εισόδημα 20.000 ευρώ ή αποδοχές 1.665 ευρώ το όφελος ανέρχεται σε 176 και 14,6 ευρώ αντίστοιχα.
- η περαιτέρω μείωση, πιθανότατα σε δύο φάσεις, των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα, έτσι ώστε το αργότερο έως το 2024 η συνολική πτώση να έχει φτάσει τις 5 μονάδες όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά η κυβέρνηση. Το μέτρο θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση του καθαρού μηνιαίου μισθού των εργαζομένων και σε ελάφρυνση του φορολογικού βάρους για τις επιχειρήσεις.
Επίσης σε δεύτερο χρόνο σχεδιάζεται η μονιμοποίηση της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους τους φορολογούμενους, η σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρήσεις και αλλαγές στα κλιμάκια και τους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος για τα φυσικά πρόσωπα με στόχο την ελάφρυνση κυρίως των μεσαίων εισοδημάτων.
Το οικονομικό επιτελείο θα παρουσιάσει στους δανειστές και τα σχέδια για τον νέο ΕΝΦΙΑ του 2022 που προβλέπουν εφαρμογή μιας νέας ενιαίας κλίμακας για κύριο και συμπληρωματικό φόρο με περισσότερους συντελεστές, οι οποίοι θα αυξάνονται ανάλογα με την τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο και την αξία του. Με βάση τον σχεδιασμό, ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ θα επιβάλλεται στην περίπτωση που ένα ακίνητο έχει αξία άνω των 250.000 ευρώ και όχι το σύνολο της περιουσίας όπως προβλέπει το ισχύον σύστημα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι θα προκύψουν μεγάλες ελαφρύνσεις για ιδιοκτήτες ακινήτων που η συνολική αξία της περιουσίας τους υπερβαίνει τα 250.000 ευρώ.
Επίσης στο τραπέζι των συζητήσεων με τους δανειστές θα βρεθούν η μεγαλύτερη αύξηση του επιδόματος θέρμανσης από 20% και η αύξηση στα 200 εκ. ευρώ από 150 εκ. ευρώ του ποσού της επιδότησης για την αντιμετώπιση της «ενεργειακής ακρίβειας», καθώς όλα δείχνουν ότι θα έχει πολύ μεγαλύτερη διάρκεια από τις αρχικές εκτιμήσεις.