Νέους κανόνες παιχνιδιού στην αγορά του ρεύματος επιχειρεί να επιβάλει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας για την προστασία των καταναλωτών από αδιαφανείς και «φουσκωμένους» λογαριασμούς. Μεταξύ άλλων, η ΡΑΕ προτείνει την επιβολή πλαφόν στις μηνιαίες αυξήσεις των τιμολογίων που συνδέονται με την τιμή χονδρικής, την κατάργηση των πάγιων χρεώσεων, αλλά και του πέναλτι για αλλαγή προμηθευτή πριν τη λήξη του συμβολαίου.
Η ΡΑΕ έθεσε χθες σε διαβούλευση τις προτάσεις της (δείτε εδώ το πλήρες κείμενο) ως το τέλος Αυγούστου και, ακολούθως, θα λάβει αποφάσεις για τους νέους κανόνες. Η Αρχή δέχεται τους τελευταίους μήνες «βροχή» παραπόνων από καταναλωτές για αυξημένους λογαριασμούς που είναι δύσκολο να γίνουν κατανοητοί, ενώ οι πάροχοι ενέργειας έχουν εκφράσει διαφωνίες με ορισμένες από τις προτάσεις της ΡΑΕ, με κυριότερη, βεβαίως, αυτήν που προβλέπει την επιβολή περιορισμών στις διακυμάνσεις των χρεώσεων.
Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται και το κυριότερο πρόβλημα της ελληνικής αγοράς, καθώς, μετά το πέρασμα, στα τέλη του περασμένου έτους, στο ευρωπαϊκό Target Model, η διαμόρφωση της τιμής χονδρικής γίνεται μέσω του Χρηματιστηρίου Ενέργειας και έκτοτε σημειώνονται αρκετά σημαντικές αυξήσεις. Οι πάροχοι επιβάλλουν ρήτρες προσαρμογής για να αποφύγουν τον κίνδυνο να βρεθούν εκτεθειμένοι οι ίδιοι σε απώλειες, όταν αυξάνεται η τιμή χονδρικής. Η ρήτρα προσαρμογής των χρεώσεων με βάση την τιμή χονδρικής, που ισχύει για τα περισσότερα συμβόλαια αφήνει τους καταναλωτές εκτεθειμένους σε σημαντικές επιβαρύνσεις, ενώ πολλοί δεν κατανοούν καν το μηχανισμό αναπροσαρμογής.
Αυτές οι αυξήσεις μπορεί να είναι μεγάλες, καθώς η τιμή χονδρικής κινείται γενικώς ανοδικά, λόγω της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου και του κόστους των δικαιωμάτων Co2, ενώ σε περιόδους αστάθειας της αγοράς, όπως αυτή που παρατηρήθηκε με τους φετινούς καύσωνες και τις πυρκαγιές, η τιμή μπορεί να εκτινάσσεται με θεαματικό τρόπο. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τα 63 ευρώ/MWh κατά μέσον όρο τον Μάιο η τιμή χονδρικής ανήλθε στα 83 ευρώ τον Ιούνιο και «σκαρφάλωσε» περίπου στα 100 ευρώ τον Ιούλιο, για να εκτιναχθεί ακόμη και πάνω από τα 150 ευρώ τις τελευταίες ημέρες, στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρώπης. Οι ρήτρες αναπροσαρμογής των συμβολαίων ενεργοποιούνται σε επίπεδα τιμών 70 - 80 ευρώ, άρα οι καταναλωτές έχουν ήδη εισέλθει σε ζώνη αύξησης των χρεώσεων στους λογαριασμούς τους.
Για να αντιμετωπισθούν αυτά τα προβλήματα, η ΡΑΕ προτείνει να έχουν όλοι οι πάροχοι στο «μενού» των ενεργειακών προϊόντων τους και ένα προϊόν σταθερής χρέωσης. Γνωρίζοντας, όμως, ότι αυτά τα προϊόντα θα έχουν υψηλές χρεώσεις, η ΡΑΕ προτείνει μια ρύθμιση για τα προϊόντα κυμαινόμενου τιμολογίου, που θα προστατεύει τους καταναλωτές από υπερβολικές ανατιμήσεις. Ειδικότερα, στα προϊόντα κυμαινόμενου τιμολογίου οι πάροχοι θα είναι υποχρεωμένοι να προσδιορίζουν εκ των προτέρων ένα ανώτατο όριο μεταβολής, για παράδειγμα +-30%, όπως αναφέρει η ΡΑΕ, ώστε όταν υπάρχουν μεγάλες αναπροσαρμογές της τιμής χονδρικής να μην περνά ολόκληρη η επιβάρυνση στον καταναλωτή.
Όπως εξηγεί η ΡΑΕ,
- Η Αρχή είναι της άποψης ότι η πρόβλεψη ενός κυμαινόμενου τιμολογίου, το οποίο όμως θα εκθέτει τους καταναλωτές μέχρι έναν ορισμένο βαθμό, εκ των προτέρων γνωστό, στους κινδύνους της χονδρεμπορικής αγοράς θα συμβάλει σημαντικά στον διττό στόχο της προστασίας των καταναλωτών αλλά και του υγιούς ανταγωνισμού.
- Συγκεκριμένα, η ύπαρξη ενός παρόμοιου τυποποιημένου προϊόντος θα εγγυηθεί την παροχή μίας πρόσθετης ρεαλιστικής επιλογής, μετριασμένου ρίσκου: Οι Πελάτες δεν θα ευρίσκονται πλέον ενώπιον του διλήμματος είτε ενός σταθερού αλλά ιδιαιτέρως ακριβού τιμολογίου είτε του «φάσματος» του κυμαινόμενου τιμολογίου.
- Επιπλέον, η συγκρισιμότητα κυμαινόμενου τιμολογίου, με οριοθετημένη διακύμανση, καθίσταται περισσότερο ευχερής. Ως εκ τούτου, η πρόβλεψη της σκοπιμότητας παροχής από τους Προμηθευτές ενός τέτοιου προϊόντος θα ευνοήσει την αγορά.
- Περαιτέρω, εξετάζεται η σκοπιμότητα πρόβλεψης με τον Κώδικα Προμήθειας συγκεκριμένων ορίων αναπροσαρμογής της Χρέωσης Προμήθειας, προκειμένου για την προστασία των καταναλωτών από τους κινδύνους, τους οποίους εκ των πραγμάτων δεν δύνανται να αξιολογήσουν, πολλώ δε μάλλον να αντιμετωπίσουν.
- Εξ αντιθέτου, οι Προμηθευτές, διαθέτουν εργαλεία διαχείρισης του ρίσκου διακύμανσης των τιμών των χονδρεμπορικών αγορών, καθότι αυτό είναι και το αντικείμενο της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Για το λόγο αυτό, δεν προσήκει να μεταβιβάζουν στους Πελάτες, και δη στους Πελάτες ΧΤ (σ.σ.: οικιακοί πελάτες), τον συνολικό κίνδυνο.
- Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, ας σημειωθεί ότι σε ενωσιακό επίπεδο αναδύεται η τάση της τυποποίησης ορισμένων εκ των συμβάσεων προμήθειας χάριν προστασίας των καταναλωτών. Πέραν των περιπτώσεων της Ιταλίας και της Ολλανδίας, για τις οποίες έχει γίνει αναφορά στο πλαίσιο της Απόφασης ΡΑΕ 409/2020, είναι αξιοσημείωτο ότι οι Ρυθμιστικές Αρχές αρχίζουν να αναγνωρίζουν την ανάγκη καθορισμού ορίου προσαύξησης της χρέωσης, ακόμα και στις συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης -χαρακτηριστικό παράδειγμα συνιστά η Γαλλία.
Κατάργηση παγίων και πέναλτι πρόωρης αποχώρησης
Πέραν της πρότασης αυτής, που αναμένεται να προκαλέσει αντιδράσεις από τους παρόχους, η ΡΑΕ προτείνει άλλα δύο σημαντικά μέτρα:
- Κατάργηση του παγίου (ή κάθε άλλης παρεμφερούς επιβάρυνσης) σε όλους τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Στα πλαίσια της απλότητας και σαφήνειας των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτεί η Οδηγία 409/2020, η Αρχή εισηγείται την κατάργηση του παγίου σε όλους τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Διευκρινίζεται ότι ως «χρέωση παγίου» νοείται κάθε χρέωση, που επιβάλλεται κατά τρόπο οριζόντιο, αφορά σε σταθερό ποσό και αποσυνδέεται από την ποσότητα της κατανάλωσης (“flat charge”). Κατόπιν της ανωτέρω κατάργησης, οι λογαριασμοί θα αντικατοπτρίζουν ακριβέστερα το ποσό της ενέργειας που καταναλώθηκε, χωρίς παρανοήσεις και περιττές χρεώσεις. Εξαίρεση σε σχέση με τη χρέωση παγίου θα αποτελεί η περίπτωση ιδιοκτησιών που μένουν προσωρινά ή μακροπρόθεσμα αχρησιμοποίητες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επιβάρυνση πολιτών με πάγια τέλη δύναται να δικαιολογείται από τη υποχρεωτική συνέχιση εκπροσώπησης, και άρα δέσμευσης πόρων για τη διατήρηση μίας κατάστασης που δεν αποφέρει κέρδος στον Προμηθευτή. Το ύψος του παγίου εν προκειμένω οφείλει να λαμβάνει υπόψη την αρχή της αναλογικότητας και της οικονομικής ισορροπίας των συμβάσεων.
- Κατάργηση της ρήτρας πρόωρης αποχώρησης (είτε για λόγους αλλαγής προμηθευτή είτε για λόγους τερματισμού της σύμβασης και αποσύνδεσης του μετρητή). Εξαίρεση από την ανωτέρω γενική αρχή δύναται να αποτελεί η περίπτωση της καταγγελίας από τον Πελάτη σύμβασης σταθερής τιμής. Σε κάθε δε περίπτωση, η επιβολή της σχετικής ρήτρας οφείλει να είναι πλήρως αποσυνδεδεμένη από την ενάσκηση από τον καταναλωτή του δικαιώματός του περί αλλαγής προμηθευτή. Όπως σημειώνει η ΡΑΕ, στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι περισσότερες χώρες (Γερμανία, Αυστρία, Βέλγιο, Ιταλία, Λετονία, Κροατία, Σλοβενία) δεν επιτρέπουν την επιβολή τελών, κατ’ ελάχιστον στους οικιακούς καταναλωτές και τις μικρές επιχειρήσεις. Καταγράφεται η περίπτωση της Σουηδίας, όπου επιτρέπεται μεν η επιβολή τελών λόγω πρόωρης λήξης της σύμβασης (termination fees), όχι όμως αν η αιτία έγκειται στην αλλαγή προμηθευτή (switching fees). Σε κάθε δε περίπτωση, τα τέλη λήξης επιτρέπονται μόνο στα «σταθερά τιμολόγια». Ομοίως, στην περίπτωση της Γαλλίας, οι οικιακοί πελάτες απαλλάσσονται από την επιβολή «τέλους αλλαγής προμηθευτή». Το εν λόγω τέλος επιβάλλεται σε μικρούς μη-οικιακούς πελάτες (κάτω των 36 kVA) εφόσον έχουν συνάψει συμβάσεις σταθερής τιμής ή/και σταθερού χρόνου. Περαιτέρω, στη Γαλλία, δύναται να επιβάλλονται τέλη λήξης της Σύμβασης, τα οποία συσχετίζονται με συγκεκριμένα κόστη του Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής.