Η εφοπλιστική κοινότητα του Λονδίνου αποτελεί το βασικό στόχο της ρύθμισης στο φορολογικό νομοσχέδιο, με την οποία δημιουργείται ένας ιδιότυπος φορολογικός «παράδεισος» για άτομα μεγάλης οικονομικής επιφάνειας, που θα προχωρήσουν σε επενδύσεις στην Ελλάδα, μεταφέροντας στη χώρα μας την φορολογική τους κατοικία και πληρώνοντας πολύ χαμηλό και σταθερό ετήσιο φόρο έως και για 15 χρόνια.
Η ρύθμιση του φορολογικού νομοσχεδίου για την «εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή φυσικών προσώπων που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα» έχει μεν γενική στόχευση, αλλά δεν παύει να είναι ένα... κοστούμι ραμμένο στα μέτρα της ισχυρής ελληνικής εφοπλιστικής κοινότητας του Λονδίνου, καθώς η παρούσα συγκυρία είναι η καταλληλότερη για φορολογικό επαναπατρισμό από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το Brexit έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό στους κύκλους Ελλήνων εφοπλιστών του Λονδίνου. Παρότι η Μ. Βρετανία εκτιμάται ότι θα διατηρήσει τα πλεονεκτήματά της ως έδρα νομικών προσώπων της ναυτιλίας ακόμη και μετά το Brexit, άρα δεν τίθεται ζήτημα μαζικής εξόδου εταιρειών ελληνικών συμφερόντων με πιθανή κατεύθυνση στον Πειραιά, ωστόσο για τα φυσικά πρόσωπα εκτιμάται ότι ενδεχομένως να είχε νόημα η φορολογική «μετεγκατάσταση» στην Ελλάδα, ώστε να διατηρήσουν την ιδιότητα του πολίτη χώρας – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με αυτό το σκεπτικό, η κυβέρνηση προχωρά στην παροχή γενναιόδωρων κινήτρων μεταφοράς φορολογικής κατοικίας σε πολίτες που αποκτούν εισόδημα στην αλλοδαπή, εφόσον, σωρευτικά, δεν ήταν φορολογικοί κάτοικοι της Ελλάδας τα προηγούμενα 7 από τα 8 έτη πριν τη μεταφορά της κατοικίας στην Ελλάδα και εφόσον αποδεικνύεται ότι ο ίδιος ο φορολογούμενος ή συγγενικό του πρόσωπο, ευθέως ή μέσω νομικού προσώπου ή οντότητας (εταιρεία ή ίδρυμα) επενδύσουν σε μετοχές, ακίνητα, επιχειρήσεις στην Ελλάδα ποσό τουλάχιστον 500.000 ευρώ.
Φόρος 100.000 ευρώ
Όσοι περάσουν αυτόν το μάλλον χαμηλό «πήχη», αγοράζοντας για παράδειγμα μια κατοικία στην Ελλάδα, θα φορολογούνται στη χώρα μας για το εισόδημα που έχουν στην αλλοδαπή, πληρώνοντας εξαιρετικά χαμηλό φόρο κατ’ αποκοπή (ανεξαρτήτως του ύψους εισοδήματος που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή) ποσού 100.000 ευρώ για κάθε φορολογικό έτος. Μάλιστα, το φυσικό πρόσωπο μπορεί να ζητήσει την επέκταση της εφαρμογής αυτής της ευνοϊκής ρύθμισης και σε συγγενικό του πρόσωπο, το οποίο θα πληρώνει μόλις 20.000 ευρώ το χρόνο για τα εισοδήματα που απέκτησε στην αλλοδαπή. Ουσιαστικά, αν κάποιος έχει σημαντικά εισοδήματα στην αλλοδαπή, αυτά τα ποσά φόρων είναι μηδαμινά.
Μάλιστα, όποιος μεταφέρει την έδρα του στην Ελλάδα αυτομάτως αποφεύγει την επιβολή οποιουδήποτε φόρου σε άλλη χώρα. Όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, το φυσικό πρόσωπο δηλώνει στην αίτησή του το κράτος στο οποίο είχε την τελευταία φορολογική κατοικία του μέχρι την υποβολή της αίτησής του και η ελληνική Φορολογική Διοίκηση ενημερώνει τις φορολογικές αρχές του κράτους αυτού σχετικά με τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του εν λόγω φορολογουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διεθνούς διοικητικής συνεργασίας όπως αυτές ισχύουν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ρύθμιση παρέχει σε όποιον μεταφέρει τη φορολογική του έδρα απόλυτη ασφάλεια για 15 χρόνια, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν θα βρεθεί αντιμέτωπος με αυξημένους φόρους, εάν αλλάξει η πολιτική των ελληνικών αρχών. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από το πρώτο φορολογικό έτος για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση του φυσικού προσώπου για την υπαγωγή του στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και λήγει μετά το πέρας δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών, όπως ξεκαθαρίζεται στο κείμενο του νομοσχεδίου. Πάντως, η υπαγωγή στις ευνοϊκές διατάξεις δεν δύναται να παραταθεί πέραν των
δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στα αρχικά σχέδια της κυβέρνησης ήταν να περιληφθεί πρόβλεψη, βάσει της οποίας το ποσό του κατ' αποκοπή φόρου θα μειωνόταν πολύ χαμηλότερα και από τα 100.000 ευρώ το χρόνο, εάν το φυσικό πρόσωπο προχωρούσε σε επενδύσεις στην Ελλάδα μεγαλύτερου ύψους από τα 500.000 ευρώ. Τελικά, όμως, στο νομοσχέδιο που δόθηκε σε διαβούλευση η σχετική πρόβλεψε απαλείφθηκε, ώστε να μη δοθεί η εντύπωση ότι άτομα μεγάλης οικονομικής επιφάνειας θα πληρώνουν στην Ελλάδα ετήσιο φόρο λίγων δεκάδων χιλιάδων ευρώ.