Παγκόσμιο κύμα ανατιμήσεων στα τρόφιμα «βλέπει» σε έκθεση του ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ. Εκτιμά πως το κόστος των εξαγωγών τροφίμων, συμπεριλαμβανομένου και του κόστους αποστολής, αναμένεται να φτάσει το 2021 στα 1,71 τρισ. δολάρια αυξημένο κατά 12% από τα 1,53 τρισ. δολάρια που ήταν το 2020.
Παράλληλα επισημαίνει πως η αύξηση στην αγορά των αγροτικών προϊόντων κατά την διάρκεια της πανδημίας κατέδειξε την ανελαστική φύση της κατανάλωσης τροφίμων και την αντοχή των διεθνών αγορών, όμως οι αυξήσεις τιμών από τα τέλη του 2020 εντείνουν κινδύνους για τις πιο φτωχές χώρες που βασίζονται στις εισαγωγές τροφίμων.
Ο δείκτης τιμών τροφίμων έφτασε σε υψηλό δεκαετίας τον Μάιο καθώς οι τιμές των τροφίμων σημείωσαν άνοδο 4,8% από τον Απρίλιο ενώ σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα είναι αυξημένες κατά 39,7%, αντικατοπτρίζοντας τα κέρδη που έχουν καταγράψει δημητριακά, λάδια και ζάχαρη.
Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ σε πρόσθετα στοιχεία που παραθέτει αναφέρει πως οι τιμές των εισαγωγών τροφίμων, συμπεριλαμβανομένου και του κόστους μεταφοράς (που επίσης έχει αυξηθεί), αυξήθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ τον φετινό Μάρτιο ξεπερνώντας τα ιστορικά επίπεδα τιμών που είχαν καταγραφεί τις περιόδους 2006-2008 και 2010-2012.
Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις με τη μεγαλύτερη άνοδο να σημειώνεται σε φυτικά έλαια και δημητριακά. Οι αυξήσεις οφείλονται κυρίως στις μειώσεις παραγωγής σε μεγάλες παραγωγούς χώρες και στην αύξηση της ζήτησης από τις χώρες της Ασίας. Εξαιρέσεις αποτέλεσαν τα ποτά και τα προϊόντα ψαριών που είναι πιο ευάλωτα στις οικονομικές συνθήκες και που είδαν την ζήτηση να κάμπτεται από τις δυσκολίες που αντιμετώπιση η εφοδιαστική αλυσίδα, αναφέρει ο FAO.
Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
Τον Μάιο ο δείκτης τιμών καλαμποκιού είχε κλείσει κατά 89,3% υψηλότερα σε σχέση με την περυσινή χρονιά, φτάνοντας σε επίπεδα που είχε βρεθεί τον Ιανουάριο του 2013, καθώς η μειωμένη παραγωγή στη Βραζιλία δεν κατάφερε να καλύψει την υψηλή ζήτηση που υπήρχε. Το καλαμπόκι αποτελεί προϊόν που χρησιμοποιείται εκτός από την παρασκευή τροφίμων όπως άλευρα και λάδια και ως ζωοτροφη. Κάτι που οδήγησε σε έντονη αύξηση των τιμών ζωοτροφών κατά 3% φτάνοντας σε επίπεδα ρεκόρ.
Η τιμή του σιταριού έχει αρχίσει να υποχωρεί, καθώς οι σοδειές ήταν καλύτερες σε ΕΕ και ΗΠΑ, όμως τον Μάιο ήταν αυξημένη κατά 28,5% σε σχέση με τα αντίστοιχα περυσινά επίπεδα. Επίσης η κλιματική αλλαγή αποτέλεσε κρίσιμο παράγοντας καθώς η παρατεταμένη ξηρασία που έπληξε φέτος την Βραζιλία, οδήγησε και σε μικρότερη παραγωγή ζάχαρης που η τιμή της έφτασε σε υψηλά τετραετίας.
Η συμβολή της Κίνας
Η επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομίας μετά την πανδημική κρίση έχει φέρει «έκρηξη» της ζήτησης, με την παραγωγή ωστόσο να πασχίζει να βρεθεί στα προ πανδημίας επίπεδα, με αποτέλεσμα οι τιμές να παραμένουν υψηλές.
Οι εισαγωγές της Κίνα έχουν ωθήσει επίσης τη ζήτηση για αγροτικά προϊόντα όπως σόγια, καλαμπόκι και τις τιμές τους σε υψηλά επίπεδα, καθώς το Πεκίνο προσπαθεί να «αναστήσει» την ζωική παραγωγή της χώρας μετά τις τεράστιες απώλειες που είχε υποστεί το 2019 όταν και επλήγη από αφρικανική πανώλη των χοίρων.
Οι κινεζικές εισαγωγές καλαμποκιού αναμένεται να αυξηθούν την χρονιά 2021-2022 στους 24 εκατ. τόνους, διατηρώντας την Κίνα στην κορυφή των μεγαλύτερων εισαγωγών καλαμποκιού παγκοσμίως, ενώ και την προηγούμενη χρονιά 2020-2021 είχαν τετραπλασιαστεί στους 22 εκατ. τόνους.
Αυξημένες είναι και οι τιμές στα κρέατα, εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης που υπάρχει από την Κίνα, αλλά και εξαιτίας των καθυστερήσεων που προκάλεσε η πανδημία στα σφαγεία σε Ευρώπη και Νότια Αμερική. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, η ανάκαμψη της παραγωγής χοιρινού στη Κίνα, αναμένεται να ισορροπήσει την παγκόσμια αγορά καθώς αναμένεται να αποτελέσει αντίβαρο απέναντι στην ανάπτυξη της αγοράς βοδινού κρέατος και πουλερικών, κρατώντας σταθερή την αγορά κρέατος και φέτος.