Να σπάσει την «ομερτά» των πάσης φύσεως κυκλωμάτων λαθρεμπορίου, στα πετρελαιοειδή, τα καπνικά προϊόντα και τα αλκοολούχα ποτά, επιχειρεί το υπουργείο Οικονομικών, μέσω της νέας νομοθετικής ρύθμισης που προβλέπει ότι θα πληρώνονται ακόμη και μεγάλες αμοιβές σε όσους θα δίνουν πληροφορίες που θα οδηγούν στην εξάρθρωση κυκλωμάτων λαθρεμπορίου.
Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να πλήξει με όλα τα μέσα το λαθρεμπόριο και, σε αυτό το πλαίσιο, επιχειρεί να ανοίξει «ρωγμές» στα κυκλώματα, παρέχοντας κίνητρο σε όσους έχουν πληροφορίες εκ των έσω να συνεργασθούν με τις αρχές και να λάβουν σημαντική αμοιβή, ώστε να σπάσει η μυστικότητα που καλύπτει τη δράση αυτών των κυκλωμάτων. Αυτό, βέβαια, δεν αποκλείει και την παροχή πληροφοριών από τρίτους, εκτός κυκλωμάτων, που επίσης θα λάβουν αμοιβή, εάν οι πληροφορίες τους οδηγήσουν σε έρευνες με θετική έκβαση.
Προς το παρόν δεν είναι γνωστό με ποιον ακριβώς τρόπο θα οργανωθεί αυτή η συλλογή πληροφοριών και, πρωτίστως, πώς θα διασφαλισθεί το πιο λεπτό θέμα σε αυτή την υπόθεση, δηλαδή το πώς θα δημιουργηθεί ένα ασφαλές περιβάλλον για τους πληροφοριοδότες, ώστε να μη διατρέχουν τον κίνδυνο να γίνει γνωστή η ταυτότητά τους στα κυκλώματα των λαθρεμπόρων και να υποστούν αντίποινα. Άλλωστε, κατ' επανάληψη έχει διαπιστωθεί στο παρελθόν ότι επίορκοι υπάλληλοι κρατικών υπηρεσιών συνεργάζονται με ομάδες λαθρεμπόρων, διευκολύνοντας τη δράση τους με το αζημίωτο.
Σύμφωνα με το νόμο που έχει ψηφισθεί, το καθεστώς για την αμοιβή πληροφοριοδοτών θα ρυθμισθεί με απόφαση του υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.. Με αυτή την απόφαση, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβών σε όσους παρέχουν πληροφορίες, οι οποίοι συμβάλλουν στη διευκόλυνση της έρευνας για τη διαπίστωση και καταστολή λαθρεμπορικών πράξεων ή στην κατάσχεση λαθραίων ειδών και εμπορευμάτων.
Το υπουργείο Οικονομικών δίνει κίνητρα και στους υπαλλήλους της ΑΑΔΕ να δράσουν εναντίον των κυκλωμάτων λαθρεμπορίου, καθώς προβλέπεται στο νόμο ότι με την ίδια υπουργικοί απόφαση θα καθορισθούν, επίσης, οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβών στους υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε., οι οποίες χορηγούνται για την επίτευξη εξαιρετικών επιδόσεων, πέραν των συνήθων καθηκόντων τους, που συμβάλλουν στη διευκόλυνση της έρευνας για τη διαπίστωση και καταστολή σημαντικών υποθέσεων λαθρεμπορικών πράξεων ή στην κατάσχεση λαθραίων ειδών και εμπορευμάτων.
Ποιες αμοιβές θα λαμβάνουν, όμως, οι πληροφοριοδότες και οι υπάλληλοι της ΑΑΔΕ; Σύμφωνα με το νόμο, η υπουργική απόφαση θα καθορίσει το ύψος και το είδος των αμοιβών, οι οποίες μπορεί να είναι υλικές, χρηματικές ή άλλες. Όπως σημειώνεται, οι χρηματικές αμοιβές που καταβάλλονται είναι κατ’ αποκοπή ποσά ή και ποσοστιαίες, έως 20% επί των εισπραχθέντων πολλαπλών τελών ή του εκπλειστηριάσματος των κατασχεθέντων λαθραίων ειδών.
Σε ό,τι αφορά τα μέτρα προστασίας των μαρτύρων και των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ, ο νόμος ορίζει ότι αυτά θα καθορισθούν με άλλη υπουργική απόφαση. Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται η μεταφορά και στην προκειμένη περίπτωση του ειδικού καθεστώτος προστατευόμενου μάρτυρα. Τις πληροφορίες από τους μάρτυρες θα συλλέγει το νέο συντονιστικό κέντρο που δημιουργείται, ειδικά για τη δίωξη του λαθρεμπορίου υπό την ομπρέλα της ΑΑΔΕ.
Ενιαίο συντονιστικό κέντρο
Η κυβέρνηση επιχειρεί να ξεπεράσει τα χρόνια προβλήματα συντονισμού των κρατικών υπηρεσιών που έχουν αρμοδιότητες στη δίωξη του λαθρεμπορίου, δημιουργώντας ένα ενιαίο συντονιστικό κέντρο, με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων να παίρνει τον κεντρικό συντονιστικό ρόλο.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο νόμος, δημιουργείται Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο (Σ.Ε.Κ.) για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου σε προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και Φόρο Κατανάλωσης (Φ.Κ.). Στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), συστήνεται διυπηρεσιακό όργανο, με τίτλο «Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο (Σ.Ε.Κ.)», το οποίο λειτουργεί ως συντονιστικό κέντρο μεταξύ των υπηρεσιών για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και Φόρο Κατανάλωσης (Φ.Κ.). Το Σ.Ε.Κ. είναι δυνατόν να εποπτεύεται από Κυβερνητική Επιτροπή Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επιχειρησιακής Εποπτείας για την Περιστολή του Λαθρεμπορίου, η οποία συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4622/2019.
Στο Συμβούλιο Διοίκησης του Σ.Ε.Κ. μετέχει ως πρόεδρος ένας υπάλληλος της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και εκπρόσωποι της Αστυνομίας, του Σ.Δ.Ο.Ε., της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της Α.Α.Δ.Ε., του Λιμενικού Σώματος, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης.
Το Σ.Ε.Κ. αποτελεί εθνική μονάδα πληροφοριών για την υποδοχή, επεξεργασία και διαβίβασή τους, από και προς τις αρμόδιες υπηρεσίες που εμπλέκονται στην έρευνα, τον έλεγχο και τη δίωξη του λαθρεμπορίου. Αν αρμόδια υπηρεσία διαθέτει πληροφορίες για δράση εγκληματικής οργάνωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 187 Π.Κ., υποχρεούται να τις διαβιβάσει στο Σ.Ε.Κ. για τον συντονισμό της σχετικής επιχείρησης, εφόσον για την ασφάλεια της διεξαγωγής της επιχείρησης απαιτείται η εμπλοκή περισσότερων αρμοδίων Υπηρεσιών που δεν θα παρακωλύσoυν ή δυσχεράνουν τον έλεγχο καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ως εθνική μονάδα πληροφοριών για τα προϊόντα που υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. και Φ.Κ., λαμβάνει, επεξεργάζεται και διαβιβάζει εμπιστευτικές πληροφορίες, από και προς άλλα κράτη.
Το Σ.Ε.Κ. διαβιβάζει τις καταγγελλόμενες – διερευνώμενες ή διαπιστωθείσες υποθέσεις λαθρεμπορίας στις κατά λόγο αρμοδιότητας εμπλεκόμενες υπηρεσίες. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, μπορεί το ίδιο να προβαίνει σε κάθε εξέταση ή έρευνα και να ενεργεί όλες τις ανακριτικές πράξεις προς διαπίστωση των αδικημάτων λαθρεμπορίας, δασμοφοροδιαφυγής και κάθε άλλης παράβασης, δια των υπαλλήλων που έχουν τα καθήκοντα και τις εξουσίες προανακριτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.