Ουδείς στην ελληνική αγορά περίμενε ότι η χθεσινή αξιολόγηση από τον οίκο Moody's θα οδηγούσε σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας. Ακόμη λιγότερο αναμενόμενη, όμως, ήταν η σχεδόν ενθουσιώδης αξιολόγηση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας από τον αμερικανικό οίκο, καθώς προβλέπει ότι, μεσοπρόθεσμα, ο ρυθμός ανάπτυξης θα φθάσει κατά μέσο όρο το 3,5%.
Με τη χθεσινή αναβάθμιση από το B1 στο Ba3, η Ελλάδα παραμένει ακόμη αρκετά βαθιά στην κατηγορία του jund ("σκουπίδια") και θα χρειασθεί άλλες τρεις αναβαθμίσεις για να περάσει στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade). Η πορεία αυτή θα είναι μακρά, αφού ο οίκος δίνει σταθερή προοπτική (outlook) στη βαθμολογία του, κάτι που σημαίνει ότι δύσκολα θα υπάρξει νέα αναβάθμιση μέσα στο επόμενο 12μηνο.
Όπως εξηγεί η Moody's, δικαιολογώντας τη σταθερή προοπτική, «ενώ η αντιστροφή των βελτιώσεων που παρατηρήθηκαν τα τελευταία χρόνια είναι απίθανη, θα χρειαστούν μερικά χρόνια μέχρι τα οφέλη των θεσμικών μεταρρυθμίσεων και των μεταρρυθμίσεων διακυβέρνησης να ενσωματωθούν πλήρως και να γίνουν ορατά. Επίσης, η πανδημία προκάλεσε την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση ορισμένων μεταρρυθμίσεων. Η αναζωπύρωση της πανδημίας στην Ευρώπη, παρά τις ευνοϊκότερες επιδόσεις της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του "πρώτου κύματος", θα μπορούσε να δημιουργήσει περαιτέρω καθυστέρηση στα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν το 2021».
Παρά ταύτα, η αναβάθμιση αποτελεί μια ευπρόσδεκτη υποστήριξη του επενδυτικού κλίματος σε μια μάλλον ζοφερή περίοδο για την ελληνική οικονομία, με το νέο γενικό lockdown να βαθαίνει την ύφεση. Υποστηρίζει μια περαιτέρω βελτίωση του ήδη πολύ χαμηλού κόστους δανεισμού του Δημοσίου, ενώ είναι πολύ πιθανό ότι θα οδηγήσει σε αναβαθμίσεις και των τραπεζών, όπως συνήθως συμβαίνει όταν αναβαθμίζεται η αξιολόγηση του δημοσίου χρέους.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει, όμως, ότι μία από τις δύο βασικές εξηγήσεις της ευνοϊκής απόφασης της Moody's (η πρώτη είναι ότι προωθούνται αποτελεσματικά οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις) είναι η σθεναρή πεποίθηση του οίκου πως η χώρα έχει ισχυρές αναπτυξιακές προοπτικές.
Γιατί βλέπει «φως» στην οικονομία η Moody's
Σε μια εποχή όπου οι βραχυχρόνιες προβλέψεις για διψήφιο ποσοστό ύφεσης φέτος και ασθενή ανάκαμψη το 2021 επισκιάζουν κάθε συζήτηση για τις οικονομικές προοπτικές, αποτελεί ευχάριστη έκπληξη η ανάλυση που κάνει ο κορυφαίος οίκος αξιολόγησης, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων ότι:
- Παρά τη σημαντική οικονομική συρρίκνωση που προκύπτει από το σοκ που προκλήθηκε από τον κορονοϊό, η Moody's αναμένει ισχυρότερες επενδυτικές προοπτικές που θα στηρίξουν την ανάκαμψη και θα βελτιώσουν σημαντικά τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας.
- Η εκταμίευση κονδυλίων από τα ταμεία ανάκαμψης της ΕΕ, για τα οποία η Ελλάδα θα είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος της ζώνης του ευρώ σε σχέση με το ΑΕΠ, θα παράσχει σημαντική στήριξη τόσο στην ανάπτυξη όσο και στις επενδύσεις.
- Ενώ προβλέπεται ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν 9% το 2020, αναμένεται ισχυρή ανάκαμψη το 2021. Το πιο σημαντικό για το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας είναι ότι η ανάπτυξη αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο περίπου 3,5% μεσοπρόθεσμα.
- Η Ελλάδα αναμένεται να λάβει 32 δισ. ευρώ (17% του ΑΕΠ του 2019) από τα ταμεία ανάκαμψης της ΕΕ, εκ των οποίων το 60% θα αποτελεί επιχορηγήσεις. Τα κεφάλαια αυτά προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες για την αποκατάσταση των χαμηλών επενδύσεων της Ελλάδας -οι χαμηλότερες μέχρι στιγμής στην ΕΕ και βασικός περιορισμός στην τάση ανάκαμψης πριν από τον κορονοϊό- και για την αύξηση της δυνητικής ανάπτυξης.
- Η Ελλάδα λαμβάνει επίσης σημαντικά κεφάλαια από πολυμερείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, τα οποία θα στηρίξουν επίσης την αύξηση των επενδύσεων.
- Η ένταξη της Ελλάδας στο μεγάλο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ συμβάλλει στη διασφάλιση ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης όχι μόνο για την κυβέρνηση αλλά και για τις ελληνικές τράπεζες και για την οικονομία στο σύνολό της.
- Στο παρελθόν, η Ελλάδα έχει κατά καιρούς αποτύχει να υλοποιήσει τα σχέδια δημοσίων επενδύσεων, και οι ιδιωτικές επενδύσεις ήταν αδύναμες. Οι βασικές μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί στο πρόσφατο παρελθόν είναι ένα νέο πλαίσιο αδειοδότησης επενδύσεων, το οποίο, μεταξύ άλλων, μειώνει σημαντικά τον διοικητικό φόρτο για νέες επενδύσεις, καταργεί τα βασικά εμπόδια και προβλέπει την ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων.
- Τα πρώτα αποτελέσματα είναι ορατά: Σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας "Doing Business", η έναρξη μιας επιχείρησης είναι πλέον πιο αποτελεσματική στην Ελλάδα από οπουδήποτε αλλού στην ΕΕ.
- Οι άμεσες ξένες επενδύσεις του περασμένου έτους έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο από τουλάχιστον το 2002, εν μέρει λόγω αρκετών επιτυχημένων ιδιωτικοποιήσεων και πιο πρόσφατα στον τομέα των ακινήτων.
- Η πρόσφατη απόφαση της Microsoft να δημιουργήσει τρία κέντρα δεδομένων στην Ελλάδα είναι μια ένδειξη της βελτίωσης της ελκυστικότητας της χώρας για ξένες επενδύσεις.
- Η κυβέρνηση βρίσκεται επίσης κοντά στην επικαιροποίηση του νόμου για τις δημόσιες συμβάσεις, ο οποίος θα είναι σημαντικός για να κάνει η χώρα πλήρη χρήση των διαθέσιμων κονδυλίων ανάκτησης της ΕΕ.
Σημαντική συμβολή στην αλλαγή του οικονομικού κλίματος έχουν οι μεταρρυθμίσεις. Όπως σημειώνει η Moody's, «οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις που υποστηρίζουν μια βιώσιμη βελτίωση των θεσμικών λειτουργιών και ήδη έχουν φέρει απτή πρόοδο σε περιοχές όπως η φορολογική διοίκηση και συμμόρφωση και η αντιμετώπιση της διαφθοράς. Ο κίνδυνος αναστροφής αυτών των σημαντικών βελτιώσεων είναι μικρός, ενώ η πρόοδος, καθοδηγείται και από την παραμονή της χώρας σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Οι αδυναμίες του τραπεζικού συστήματος
Για τον τραπεζικό τομέα, η Moody's σημειώνει ότι «παραμένει πολύ αδύναμος, χαρακτηρίζεται από χαμηλή ποιότητα ενεργητικού και μεγάλο μερίδιο κεφαλαίου χαμηλότερης ποιότητας με τη μορφή αναβαλλόμενων πιστώσεων φόρου».
«Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα», προσθέτει η Moody's, «παραμένουν πολύ υψηλά, σε ποσοστό 36,7% τον Ιούνιο του 2020, και είναι πιθανό να αυξηθούν λόγω των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης».
Πάντως, ο οίκος αναγνωρίζει ότι «ακόμη και εδώ οι βελτιώσεις είναι εμφανείς. Τα NPEs μειώθηκαν κατά 15,7 δισ. ευρώ. Το πρόγραμμα "Ηρακλής", που εφαρμόζεται από τον Δεκέμβριο του 2019, αποτελεί σημαντικό βήμα για την εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών. Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι χρειάζονται περισσότερα και έχει δηλώσει ότι πιθανότατα θα προωθήσει μια συμπληρωματική πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία θα καλύπτει μεγαλύτερο ποσό μη εξυπηρετούμενων δανείων και θα στοχεύει επίσης στην αντιμετώπιση των μεγάλων ποσών των αναβαλλομένων φορολογικών περιουσιακών στοιχείων στους ισολογισμούς των τραπεζών».
Παράγοντες που θα άλλαζαν την αξιολόγηση
Σε ό,τι αφορά τις ενδεχόμενες αλλαγές στην αξιολόγηση της Ελλάδας, η Moody's σημειώνει ότι μπορεί «να αυξηθεί μεσοπρόθεσμα εάν η περαιτέρω πρόοδος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποφέρει απτά αποτελέσματα με τη μορφή αυξημένων επενδύσεων και σταθεροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης. Μια ταχύτερη μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους από ό,τι προβλέπεται σήμερα θα ήταν επίσης θετική για την αξιολόγηση, όπως και η επίλυση των συνεχιζόμενων ζητημάτων ποιότητας ενεργητικού του τραπεζικού τομέα».
Αντίθετα, μια υποβάθμιση θα μπορούσε να έλθει «εάν αντιστραφεί η πρόοδος στις θεσμικές μεταρρυθμίσεις, θέτοντας σε κίνδυνο τη συμφωνία με τους πιστωτές της ευρωζώνης. Μια παρατεταμένη αναζωπύρωση των κρουσμάτων κορονοϊού θα μπορούσε επίσης να ασκήσει καθοδική πίεση στην αξιολόγηση, εάν οδηγούσε σε παρατεταμένη περίοδο συρρίκνωσης του ΑΕΠ και περαιτέρω σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους».