Σαρωτικές πιέσεις στον τουριστικό τομέα της χώρας από την πανδημία και τις μεσοπρόθεσμες οικονομικές συνέπειές προβλέπουν τα επιτελεία των τραπεζών, που προετοιμάζονται για μια «αναζωπύρωση» των καθυστερήσεων στα δάνεια από ένα τομέα που, παρότι την προηγούμενη δεκαετία ήταν ο μοναδικός με σταθερά ισχυρή ανάπτυξη, εντούτοις διατηρούσε και πολύ υψηλά ποσοστά προβληματικών δανείων.
Για τον έλεγχο της οικονομικής αντοχής των επιχειρήσεων του κλάδου, δηλαδή όσων είχαν αρκετά μεγάλα μεγέθη για να βρίσκουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό και όχι για τις μικρομεσαίες μονάδες, που κινούνται ανέκαθεν στις παρυφές της «γκρίζας» οικονομίας, οι τράπεζες προχωρούν σε άτυπα stress tests, υιοθετώντας ακραία αρνητικές παραδοχές.
Ειδικότερα, πληροφορίες αναφέρουν ότι το ακραίο σενάριο αυτών των άτυπων stress tests προβλέπει μηδενικά έσοδα για μια ξενοδοχειακή επιχείρηση φέτος, ενώ για το 2021 τα προβλεπόμενα έσοδα προσαρμόζονται στο επίπεδο του 65% των εσόδων του 2019. Για το 2022, τα προβλεπόμενα έσοδα θεωρείται ότι θα ανέλθουν στο 85% του 2019.
Δηλαδή, με βάση αυτές τις ακραίες παραδοχές, μια ξενοδοχειακή επιχείρηση θεωρείται ότι ακόμη και στο τέλος του 2022 όχι μόνο δεν θα έχει ανακάμψει πλήρως από την κρίση του κορονοϊού, αλλά θα έχει 15% λιγότερα έσοδα από όσα είχε εμφανίσει την τελευταία καλή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, το 2019.
Αυτό το θεωρητικό «στρεσάρισμα» που γίνεται κατά σύστημα από τις τράπεζες στις τουριστικές επιχειρήσεις στόχο έχει να αποκαλύψει αν οι επιχειρήσεις που ζητούν δάνεια ή διευκολύνσεις αυτή την περίοδο από τις τράπεζες έχουν εχέγγυα βιωσιμότητας, ώστε να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους στο μέλλον και να περιορισθεί, με αυτό τον τρόπο, η χορήγηση νέων δανείων σε επιχειρήσεις που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να «σβήσουν από το χάρτη» επειδή δεν θα αντέξουν στο νέο σκηνικό που διαμορφώνει η πανδημία.
Σοκ χωρίς προηγούμενο
Εκτίμηση των τραπεζών, άλλωστε, είναι ότι ο τουριστικός τομέας της χώρας αναπόφευκτα οδηγείται φέτος σε ένα σοκ χωρίς προηγούμενο, καθώς, παρά τις προσπάθειες που θα γίνουν από την κυβέρνηση και τις επιχειρήσεις, προβλέπεται από τις τράπεζες ότι θα είναι μεγάλη επιτυχία αν τα τουριστικά έσοδα προσεγγίσουν τα 6 δισ. ευρώ.
Στην καλύτερη περίπτωση, δηλαδή, εκτιμάται ότι τα δύο τρίτα των εσόδων του 2019 (18 δισ. ευρώ) θα «σβήσουν» τη φετινή σεζόν, προκαλώντας τόσο σοβαρούς κραδασμούς, που μόνο λίγες επιχειρήσεις με πολύ ισχυρή οικονομική βάση θα μπορέσουν να αντέξουν. Όπως λένε χαρακτηριστικά στελέχη τραπεζών, το σοκ αυτό σε ένα επιχειρηματικό τομέα θα είναι πρωτοφανών διαστάσεων, ξεπερνώντας ακόμη και την άγρια πίεση που δέχθηκαν τα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, την περασμένη δεκαετία, οι επιχειρήσεις του εμπορίου από την απότομη πτώση της κατανάλωσης, που είχε οδηγήσει σε μαζικά «λουκέτα».
Τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι ο υψηλός βαθμός κινδύνου του τουριστικού τομέα θα κάνει τις τράπεζες εξαιρετικά προσεκτικές στην παροχή δανείων. Οι εταιρείες του κλάδου που κατατάσσονται από τις τράπεζες στην κατηγορία των οριακά βιώσιμων θα εξετάζονται κατά περίπτωση για την παροχή νέων δανείων και διευκολύνσεων, ενώ για όσες αξιολογούνται ως μη βιώσιμες οι τράπεζες δεν θα έχουν να προσφέρουν πολλά.
Το κακό παρελθόν
Η σχέση των τραπεζών με τις επιχειρήσεις του τουριστικού τομέα δεν ήταν εύκολη τα τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι η ραγδαία ανάπτυξη του τουρισμού στα χρόνια της δεκαετούς κρίσης, με συνολικά τουριστικά έσοδα της τάξεως των 150 δισ. ευρώ, έκανε τις τράπεζες να στρέφονται στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις για τη χορήγηση δανείων και τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων.
Αρκετοί μεγάλοι όμιλοι του κλάδου ήταν ήδη «κόκκινοι» και βρίσκονταν σε διένεξη με τις τράπεζες ακόμη και στις καλές εποχές για τον τουρισμό. Συχνά οι τράπεζες είχαν την υποψία, που όμως ήταν πάντα πολύ δύσκολο να επιβεβαιωθεί, ότι αρκετές επιχειρήσεις του τουρισμού κρατούσαν σε συγγενείς επιχειρήσεις στο εξωτερικό μεγάλο μέρος των εσόδων τους από ξένους tour operators και οι επιχειρήσεις τους στην Ελλάδα εμφανίζονταν να τα «βγάζουν πέρα» με δυσκολία. Τέτοια υπόθεση μεγάλου ξενοδοχείου στα Δωδεκάνησα έφθασε στα δικαστήρια, καθώς η πιστώτρια τράπεζα προσπάθησε να θέσει την επιχείρηση σε ειδική διαχείριση, αλλά τελικά έχασε τη δίκη.
Ένα παράδοξο φαινόμενο, που αποτελούσε τα τελευταία χρόνια μόνιμη επωδό στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ήταν ότι ο τουρισμός, ο μοναδικός κλάδος που γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη την περίοδο της δεκαετούς κρίσης, δεν έπαψε να εμφανίζει υπερβολικά υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στις τράπεζες.
Όπως σημείωνε η ΤτΕ (και) στην τελευταία της έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αναφερόμενη σε στοιχεία για το τέλος α' εξαμήνου 2019, «συνεχίζει να προβληματίζει το γεγονός ότι ο κλάδος του τουρισμού παρουσιάζει υψηλό ποσοστό Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (31,4%), παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα και την ανοδική του πορεία και τη διευρυνόμενη συμβολή του στο ΑΕΠ».
Πάντως, τα τελευταία χρόνια τα προβληματικά δάνεια του ξενοδοχειακού κλάδου έβαιναν μειούμενα: στα τέλη του 2017 το ποσοστό των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων έφθανε το 42,4%, στα τέλη του 2018 είχε πέσει στο 35,2% και στο τέλος α' εξαμήνου 2019, όπως προαναφέρθηκε, στο 31,4%. Η κρίση του κορονοϊού ανατρέπει αυτή την καλή πορεία και φαίνεται ότι θα οδηγήσει γρήγορα σε σημαντική αύξηση των «κόκκινων» δανείων.