Νέο γύρο σκληρών διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς για την πρώτη κατοικία και ειδικότερα, αυτή τη φορά, για το καθεστώς επιδότησης των δόσεων αρχίζει η κυβέρνηση με στόχο να απλώσει δίχτυ προστασίας από τους πλειστηριασμούς για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό νοικοκυριών και επιχειρήσεων
Σύμφωνα με στελέχη του οικονομικού επιτελείου, οι συζητήσεις με τους εκπροσώπους των δανειστών αναμένεται να είναι μακράς διάρκειας και περίπλοκες καθώς το νέο πλέγμα περιλαμβάνει πολλές παραμέτρους που θα πρέπει να εξειδικευτούν.
Το μέγα ζητούμενο είναι οι όροι για τον προσδιορισμό των δικαιούχων αλλά και τα κριτήρια για το ύψος και τη διάρκεια της κρατικής επιδότησης των δανείων με υποθήκη τη πρώτη κατοικία. Οι θεσμοί δέχονται κατ' αρχάς το γενικό πλαίσιο για στήριξη όσων έχουν πληγεί από τη πανδημία, αλλά ζητούν αυστηρές προδιαγραφές και αναλυτικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν το βαθμό των απωλειών που έχουν υποστεί.
Μάλιστα έχουν διαμηνύσει ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει οριζόντια προστασία για τους πληττόμενους πάρα μόνο για μια συγκεκριμένη μερίδα που αντικειμενικά αδυνατεί να εξυπηρετήσει τα δάνεια, θέτοντας τον πήχη σε περίπου 300.000 φυσικά πρόσωπα.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση επιδιώκει να αυξήσει τον αριθμό των δικαιούχων σε πάνω από 500.000, με οδηγό τη λίστα του υπουργείου Οικονομικών για τους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας και τα στοιχεία για τη πτώση του τζίρου και των εισοδημάτων που συγκεντρώνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Η μάχη επικεντρώνεται στα κριτήρια με βάση τα οποία θα γίνει η επιλογή των δανειοληπτών για την επιδότηση μέρους των δόσεων τους.
Οι δανειστές περιορίζουν τη χρονική περίμετρο των δανείων και βάζουν χαμηλά τον πήχη για το ύψος του εισοδήματος και την αξία της περιουσίας, ενώ το οικονομικό επιτελείο αποδίδει βαρύνουσα σημασία στην έκταση των απωλειών από την κρίση και την επιδείνωση του οικονομικού προφίλ των δανειοληπτών και προτείνει «άνοιγμα της ομπρέλας προστασίας».
Σύμφωνα με το σχεδιασμό στο πρόγραμμα θα ενταχθούν μόνο οι δανειολήπτες με εγγύηση την κύρια κατοικία τους που πλήττονται βάσει ΚΑΔ από την πανδημία ενώ εξαιρούνται κοινωνικές ομάδες όπως δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι που δεν υπέστησαν καμία μείωση στα εισοδήματά τους.
Η επιδότηση θα αφορά τις ακόλουθες κατηγορίες δανείων:
- δάνεια που «κοκκίνισαν» πριν από το τέλος του 2018 με τη δυνατότητα στους δανειολήπτες να επιλέξουν μεταξύ του νέου προγράμματος επιδότησης και του παλαιού που το κράτος καλύπτει έως και το 50% της μηνιαίας δόσης του δανείου τους ανάλογα με το οικογενειακό εισόδημα και την οικογενειακή κατάσταση των δανειοληπτών για όσο διαρκεί η ρύθμιση.
- δάνεια που «κοκκίνισαν» από την 1η Ιανουαρίου 2019 και μετά.
- δάνεια που εξυπηρετούνται κανονικά από τους δανειολήπτες.
Το ποσοστό της επιδοτησης
Το δεύτερο καυτό θέμα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων είναι το ποσοστό της κρατικής επιδότησης σε σχέση με το ύψος της τοκοχρεολυτικής δόσης του δανείου. Ο σχεδιασμός του οικονομικού επιτελείου προβλέπει κλιμακωτή κάλυψη από το κράτος της μηνιαίας δόσης των δανείων με εγγύηση την πρώτη κατοικία σε βάθος χρόνου έως το τέλος του έτους και ενεργοποίηση του νέου προγράμματος στήριξης νοικοκυριών, επαγγελματιών και επιχειρηματιών από τα τέλη Ιουνίου. Μάλιστα το κονδύλι που έχει προβλεφθεί είναι αρκετά μεγάλο και φθάνει στα 300 εκ. ευρώ.
Ειδικότερα, το ποσοστό επιδότησης θα διαφέρει ανάλογα με την κατηγορία του δανείου («πράσινο», «κόκκινο», καταγγελμένο) και σταδιακά θα φθίνει. Το μεγαλύτερο ποσοστό που θα φθάνει στο 90% της μηνιαίας δόσης θα αφορά στους συνεπείς δανειολήπτες και θα ισχύει για το πρώτο τρίμηνο ενώ τους επόμενους μήνες θα συρρικνώνεται. Μικρότερη επιδότηση προβλέπεται για τα «κόκκινα» και τα καταγγελμένα δάνεια για τα οποία θα υπάρχουν και αυστηρότεροι όροι. Ωστόσο, οι θεσμοί θεωρούν ότι η πλειονότητα των καταγγελμένων δανείων αφορά στρατηγικούς κακοπληρωτές και απορρίπτουν κάθε είδους επιδότηση.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το βέβαιο είναι ότι ο νέος νόμος για την επιδότηση που αναμένεται να ψηφισθεί τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο δεν θα έχει αναδρομική ισχύ, ενώ οι σχετικές αιτήσεις από τους δανειολήπτες θα υποβάλλονται σε ηλεκτρονική πλατφόρμα όπου θα έχουν πρόσβαση οι τράπεζες για να διασταυρώνουν τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια και να έχουν πλήρη και καθαρή εικόνα για το προφίλ και τις οικονομικές δυνατότητες των οφειλετών.