Νέο φρένο εκτιμάται ότι θα μπει στην υλοποίηση των περιβαλλοντικών και ενεργειακών στόχων τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης μετά από τα αποτελέσματα της κυριακάτικης εκλογικής αναμέτρησης.
Τα αποτελέσματα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δείχνουν ότι τα κόμματα του κέντρου κατέχουν ακόμα την πλειοψηφία, αλλά η μεγάλη στροφή των ψηφοφόρων προς τη δεξιά και την ακροδεξιά αυξάνει την πίεση στις Βρυξέλλες να επιβραδύνουν τα βήματα προς την πράσινη μετάβαση.
Οι πρώτες ρωγμές στις πράσινες πολιτικές εμφανίζονται εδώ και καιρό. Όπως η Ελλάδα, έτσι και η Γερμανία και η Ιταλία αντιστέκονται στους στόχους που αφορούν την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, ενώ η Πολωνία έχει αναβάλει ένα σχέδιο για να μειώσει την εξάρτησή της από τον άνθρακα.
«Τα αποτελέσματα της Κυριακής θα επιτείνουν την επιβράδυνση που παρατηρείται» σχολιάζει ο Θόδωρος Τσίκας, πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, σε δηλώσεις του στο Business Daily.
Τα πράσινα έργα χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά εργαλεία αλλά το τελικό κόστος συχνά μετακυλίεται στους καταναλωτές, σε μια εποχή που δοκιμάζονται σκληρά από τον πληθωρισμό και την κρίση στέγασης.
Σημάδια που δείχνουν ότι η καθημερινότητα του πολίτη αποτελεί υψηλότερη προτεραιότητα από την προστασία του περιβάλλοντος εμφανίστηκαν λίγο πριν από τις εκλογές.
Σε συνάντηση του Συμβουλίου Υπουργών Περιβάλλοντος που διεξήχθη στις Βρυξέλλες τον Μάρτιο, η Ελλάδα, μαζί με την Πολωνία και την Τσεχία, τάχθηκε κατά της πρότασης για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% ως το 2040, χαρακτηρίζοντας την υπερβολικά φιλόδοξη.
Σε μια προσπάθεια να εξηγήσουν την απόφαση της χώρας, από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ έκαναν λόγο για φόβους ότι το Green Deal θα χάσει τη λαϊκή αποδοχή και συναίνεση. Κάτι που φαίνεται να έχει ήδη συμβεί, οδηγώντας και στις βαριές ήττες των πράσινων κομμάτων στην Ευρωβουλή.
Ειδικοί διευκρινίζουν, ότι μπορεί να καθυστερήσουν τα φιλόδοξα σχέδια, ωστόσο δεν αναμένεται να σημειωθεί οπισθοδρόμηση των πράσινων πολιτικών.
Επίσης, τονίζεται ότι έχουν ληφθεί και περαστεί σε νόμους πολλές αποφάσεις που αφορούν τον ενεργειακό τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ότι οι όποιες καθυστερήσεις που μπορεί να προκύψουν το επόμενο διάστημα πιθανόν να εμφανιστούν σε εθνικό επίπεδο.
Το σχέδιο του κ. Μητσοτάκη
Αν και τα πολιτικά μηνύματα που λαμβάνει ο πρωθυπουργός είναι σαφή, το σχέδιο δράσης που έχει μπροστά του είναι εξαιρετικά πολύπλοκο. Εκτός από την τιμή της βενζίνης στην Ελλάδα, που είναι από τις υψηλότερες της Ευρώπης, οι καταναλωτές «πιέζονται» και από τους λογαριασμούς ρεύματος.
Το τελευταίο διάστημα η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας έχει εισέλθει σε νέο ανοδικό κύκλο λόγω του φυσικού αερίου που αποτελεί σημαντικό κομμάτι του ενεργειακού μείγματος και παίζει αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών της χονδρικής αγοράς .
Στοιχεία για την πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου δείχνουν ότι η χονδρική τιμή καταγράφει αύξηση κοντά στο 15%, που σημαίνει ότι η άνοδος στις λιανικές τιμές μπορεί να είναι αντίστοιχη.
Σημειώνεται ότι τον Μάιο καταγράφηκαν αυξήσεις στα πράσινα τιμολόγια ρεύματος που κυμαίνονται μεσοσταθμικά στο 45% σε σχέση με τον Μάιο και σε ένα εύρος από 12% έως 70%.
«Αν έρχονται οι λογαριασμοί ρεύματος και είναι αυξημένοι μέχρι και 70%, πώς θα λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις και τι θα κάνουν τα νοικοκυριά; Είναι πολύ σοβαρό θέμα», υπογράμμισε ο κ. Τσίκας.
Την ίδια στιγμή, η ενεργειακή φτώχεια αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας. Περίπου τα μισά νοικοκυριά στην Ελλάδα αναφέρουν ότι δεν μπορούν να διατηρήσουν τα σπίτια τους επαρκώς ζεστά ή δροσερά και το ένα πέμπτο των νοικοκυριών αναφέρει καθυστερήσεις στους λογαριασμούς ενέργειας.
Τα αυτοκίνητα
Τα πρώτα βέλη από τα δεξιά και ακροδεξιά κόμματα, που είναι και οι σκεπτικιστές της «Πράσινης Συμφωνίας», ίσως στραφούν στην απαγόρευση των νέων αυτοκινήτων βενζίνης και ντίζελ από την ΕΕ το 2035. Αυτή η πολιτική έχει μια ρήτρα αναθεώρησης του 2026, για την οποία το Κοινοβούλιο θα έχει λόγο.
«Ήταν μια ιδεολογική ανοησία, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να διορθωθεί», δήλωσε η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι την περασμένη εβδομάδα.