Για χρόνια, οι εταιρείες ιδιωτικής πίστωσης (private credit) είχαν ρόλο-κλειδί στη χρηματοδότηση εξαγορών μέσω private equity ή μικρών επιχειρήσεων με περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια. Σήμερα, όμως, αλλάζουν στόχο. Θέλουν να χρηματοδοτήσουν τις μεγάλες εισηγμένες εταιρείες που αναζητούν νέες πηγές χρηματοδότησης.
Παραδοσιακά, οι εισηγμένες βασίζονταν σε τραπεζικά δάνεια ή εκδόσεις ομολόγων. Όμως η ανάπτυξη της αγοράς ιδιωτικής πίστωσης τις έκανε πιο πρόθυμες να δοκιμάσουν απευθείας δανεισμό, που υπόσχεται ταχύτητα και ευελιξία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Dropbox, η οποία αύξησε το δάνειό της με τη Blackstone στα 2,7 δισ. δολάρια, μόλις εννέα μήνες μετά την αρχική συμφωνία.
Αντίστοιχα, η Humana, κορυφαίος ασφαλιστικός όμιλος, αναζήτησε 3 δισ. δολάρια μέσω ιδιωτικής πίστωσης, αν και το σχέδιο δεν προχώρησε.
«Οι εισηγμένες εταιρείες συνεργάζονται όλο και περισσότερο με ιδιώτες δανειστές. Αναζητούν δημιουργικές λύσεις και προσαρμοσμένα εργαλεία», δήλωσε ο Brad Marshall, επικεφαλής ιδιωτικής πίστωσης στη Blackstone.
Η Harley-Davidson είδε τη μετοχή της να ενισχύεται μετά την πώληση χαρτοφυλακίου δανείων άνω των 5 δισ. δολ. σε KKR και Pimco. Στον ίδιο δρόμο, η Meta εξασφάλισε 29 δισ. δολ. από Pimco και Blue Owl Capital για την κατασκευή data center στη Λουιζιάνα. Όπως εξηγεί ο Bill Eckmann της Macquarie Capital: «Οι μεγάλες εταιρείες επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν την ευελιξία τους και να εξερευνήσουν όλες τις διαθέσιμες επιλογές».
Η στροφή στις εισηγμένες συνδέεται με την προσπάθεια των funds να αυξήσουν την παρουσία τους σε επενδυτικές βαθμίδες. Η Apollo Global Management εκτιμά ότι η αγορά αυτή μπορεί να φτάσει τα 40 τρισ. δολάρια.
«Οι CFO και οι CEO δείχνουν όλο και μεγαλύτερη άνεση με την ιδιωτική πίστωση, τη χρησιμοποιούν για να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις κεφαλαίου με πιο δημιουργικούς τρόπους», ανέφερε ο Ranesh Ramanathan της Akin Gump.
Ωστόσο, το κόστος είναι υψηλότερο, οι ιδιωτικές πιστώσεις είναι κατά 150-200 μονάδες βάσης ακριβότερες από την κλασική έκδοση ομολόγων.
Και οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι από την Apollo, η οποία ηγήθηκε πακέτου 750 εκατ. δολ. για τη Wolfspeed. Λίγους μήνες αργότερα οδηγήθηκε σε πτώχευση.