Η πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά τη μεταπολίτευση και τα λάθη που έγιναν και οδήγησαν στην οικονομική κρίση βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης σε σημερινό πάνελ συνέδριο του Κύκλου Ιδεών. Η χώρα μας βρίσκεται πλέον μπροστά σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι και θα πρέπει να τρέξει με υψηλότερους ρυθμούς, με στόχο να καλύψει το χάσμα που τη χωρίζει από τους Ευρωπαίους εταίρους.
Ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας εξέφρασε τον προβληματισμό του για το γεγονός ότι, ενώ η ελληνική οικονομία έχει προοδεύσει τα τελευταία 50 χρόνια, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης ήταν χαμηλός, στο 0,9% και μάλιστα με το δημογραφικό να είναι θετικό. Τα επόμενα 10-20 χρόνια θα πρέπει να ανέβει ο ρυθμός ανάπτυξης στο 2,5% με αρνητικό δημογραφικό.
«Εάν είχαμε κλείσει τους λογαριασμούς με την κρίση το 2015, το σημερινό ΑΕΠ θα ήταν τουλάχιστον 10-15% υψηλότερο. Θα ήμασταν σε πολύ διαφορετική κατάσταση εάν είχαμε καταφέρει να έχουμε τους μέσους όρους ανάπτυξης της Ευρώπης θα ήμασταν από τις πιο πλούσιες χώρες», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Βέττας υπογράμμισε πως θα πρέπει να δούμε πως χειριστήκαμε την κρίση και πως τη χειρίστηκαν οι άλλες χώρες, και χρειάστηκαν τρία προγράμματα και 13 χρόνια εκτός επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα. Τόνισε πως πλέον θα πρέπει να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο που οδήγησε τη χώρα σε χαμηλότερη τροχιά ανάπτυξης από αυτή που θα μπορούσε να έχει.
Ωστόσο, επισήμανε ότι «το πιο ελπιδοφόρο σημείο των τελευταίων ετών είναι ότι έχουμε μια συστηματική αύξηση των εξαγωγών. Ακόμα και εκτός των πετρελαιοειδών που προσελκύουν και εισαγωγές. Υπάρχουν επιχειρήσεις μεγάλες και μικρές που διασυνδέθηκαν μέσα στην κρίση με την διεθνή αγορά. Οι εξαγωγές έχουν ουσιαστικά διπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια».
Παράλληλα, επισήμανε ότι παρά την ανάπτυξη που καταγράφει η οικονομία λόγω των συνθηκών που δημιουργήθηκαν από την πανδημία, θα πρέπει να εξεταστεί ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια που θα ακολουθήσουν μετά το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ο επιχειρηματίας Ευάγγελος Μυτιληναίος σημείωσε πως το κρίσιμο σημείο για την ελληνική οικονομία ήταν η απόφαση στη Ντοβίλ για τα δημοσιονομικά της κάθε χώρας που θα καθόριζαν και τα επιτόκια της που εκτόξευσε το κόστος δανεισμού. Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Mytilineos αναφέρθηκε στην «πονεμένη ιστορία» της βιομηχανίας στην Ελλάδα και πως «ξεχειλώθηκε η οικονομία».
Παράλληλα υπογράμμισε πως «οι τράπεζες έχουν τώρα μια μοναδική ευκαιρία, λόγω υψηλών επιτοκίων ΕΚΤ και χαμηλών επιτοκίων καταθέσεων, για να δημιουργήσουν κεφαλαιακό απόθεμα που είναι υπεραπαραίτητο, ώστε να μπορέσουν να εκμοντερνιστούν και να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τις ευρωπαϊκές».
Τόνισε ότι το επόμενο ορόσημο για την χώρα τοποθετείται στο 2032, όταν λήγουν οι ευνοϊκές ρυθμίσεις για το χρέος, τονίζοντας πως μέχρι τότε θα πρέπει να έχει ανέβει σημαντικά το ΑΕΠ της χώρας.
Ο πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας Γκίκας Χαρδούβελης από την πλευρά του τόνισε πως «πρέπει να καταλάβουν όλοι οι πολίτες γιατί ήρθε η κρίση. Οι μισοί Έλληνες πιστεύουν ότι οι εγκάθετοι Ευρωπαίοι ήρθαν και επέβαλαν μέτρα και μας έκαναν πιο φτωχούς, ότι ήρθε απ’ έξω η κρίση και έτσι ακόμα δεν έχει γίνει μια σοβαρή συζήτηση για την κρίση». Ο ίδιος υπογράμμισε ότι πρέπει να υπάρξει επένδυση στον οικονομικό εγγραμματισμό.
Από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φ. Καραβίας τόνισε πως η Ελλάδα υπήρξε ουραγός στη σωρευτική ανάπτυξη. Ανέφερε πως «το 1975 το ΑΕΠ μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ήταν σχετικά κοντά με 140 δισ. για εμάς και 170 δισ. για την Τουρκία. Σήμερα εμείς είμαστε λίγο πάνω από τα 200 δισ. και η Τουρκία είναι πάνω από τα 800 δισ. Νομίζω αυτό αποτελεί τροφή για σκέψη πέρα από την οικονομική πολιτική και την στρατηγική που χαράζει η χώρα».
Υπογράμμισε τη σημαντική πρόοδο που έχει καταγράψει το τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια, όπως και η ελληνική οικονομία. Τόνισε πως είναι αξιοπρόσεκτη η εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών που σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα οδήγησαν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από το 50% σε χαμηλά ποσοστά. Ταυτόχρονα, επισήμανε την ενίσχυση των κεφαλαίων των τραπεζών, μετά από μια περίοδο που κατέγραφαν ζημιές.