Την ανάγκη να διατηρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ισχυρή παρουσία στις αγορές, παρέχοντας ρευστότητα στις τράπεζες, αλλά και διακρατώντας σε σταθερά βάση ομόλογα σημαντικού ύψους, ώστε να αποτραπούν μελλοντικές κρίσεις, υπογραμμίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε παρέμβαση του ενόψει της αναμενόμενης αναθεώρησης του λειτουργικού πλαισίου της ΕΚΤ.
Ο κ. Στουρνάρας, σε παρέμβασή του στο Σεμινάριο Υψηλού Επιπέδου EUROFI 2024, υποστήριξε πλήρως την πρόταση του επικεφαλής οικονομολόγου της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, ο οποίος έχει τονίσει ότι η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να βιασθεί να αποσύρει με επιθετικό τρόπο τη ρευστότητα που έχει διαθέσει στο σύστημα, μέσω αγορών ομολόγων και χρηματοδότησης των τραπεζών, αλλά θα είναι σκόπιμο να βρεθεί ένα νέο σημείο ισορροπίας.
«Το κατάλληλο επίπεδο των αποθεματικών στη "νέα κανονικότητα" θα πρέπει να αποφύγει τους κινδύνους που συνδέονται με υπερβολικά σπάνια ή υπερβολικά άφθονα αποθεματικά. Μια τέτοια μέση οδός θα επιτύγχανε την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των οφελών και του κόστους που συνδέονται με τη δημιουργία αποθεματικών κεντρικών τραπεζών και φαίνεται επίσης καταλληλότερη για τη διασφάλιση της σταθερότητας του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος», έχει τονίσει ο Φίλιπ Λέιν.
Ειδικότερα, ο Λέιν έχει προτείνει ότι θα πρέπει να διατηρηθεί ένα διαρθρωτικό χαρτοφυλάκιο ομολόγων, δηλαδή η ΕΚΤ να εξακολουθήσει να διατηρεί ομόλογα στο ενεργητικό της, αν και όχι στα υψηλά ποσοστά που αυτά είχαν ανεβεί στη διάρκεια της πανδημίας με το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων (PEPP).
Τι θα γίνει με τον ισολογισμό της ΕΚΤ
Ο Γ. Στουρνάρας ερωτήθηκε αν έχει ήδη αποφασιστεί ότι το μέγεθος των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών πρέπει να παραμείνει μεγάλο για πάντα και, επίσης, ποια είναι τα υπέρ και τα κατά ενός διαρθρωτικού χαρτοφυλακίου ομολόγων μεγάλου ύψους.
Ο διοικητής της ΤτΕ απάντησε,κατ' αρχάς, ότι «τα ζητήματα αυτά εντάσσονται στην αναθεώρηση του λειτουργικού πλαισίου της ΕΚΤ και είναι ακόμη υπό συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο. Η αντιμετώπισή τους απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση. Σκοπεύουμε να δημοσιεύσουμε τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεών μας την άνοιξη. Οι απόψεις που θα εκφράσω σήμερα δεν απηχούν κατ’ ανάγκην τις απόψεις του Διοικητικού Συμβουλίου».
Επί της ουσίας του θέματος, υπογράμμισε ότι ο ισολογισμός του Ευρωσυστήματος «αναμένουμε ότι, στη νέα κατάσταση ισορροπίας, θα έχει μέγεθος σημαντικά μικρότερο από ό,τι σήμερα, αλλά μεγαλύτερο σε σχέση με την προ της κρίσης περίοδο».
Και εξήγησε ότι, «παρόλο που η ζήτηση ρευστότητας κεντρικής τράπεζας εκ μέρους των τραπεζών είναι ευμετάβλητη και είναι δύσκολο να προβλεφθεί, υπάρχουν λόγοι να αναμένεται ότι, στη νέα κατάσταση ισορροπίας, η ζήτηση αυτή θα είναι σημαντικά αυξημένη από ό,τι πριν τη χρηματοπιστωτική κρίση. Συγκεκριμένα:
- Πρώτον, οι εποπτικές απαιτήσεις είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε αυξημένη ζήτηση ρευστότητας.
- Δεύτερον, οι τράπεζες, ιδίως μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, τηρούν μια επιφυλακτική στάση. Για να προστατευθούν έναντι των κινδύνων ρευστότητας και αντισυμβαλλομένου, διστάζουν να δανείσουν η μία την άλλη. Αυτό θέτει εμπόδια στην αποτελεσματική αναδιανομή της ρευστότητας κεντρικής τράπεζας μεταξύ αλλά και εντός των χωρών, προκαλώντας στενότητα ρευστότητας σε τοπικό επίπεδο και διασυνοριακή κατάτμηση.
- Για τον λόγο αυτό, θα χρειαστεί παροχή ρευστότητας σημαντικού ύψους μέσω ενός συνδυασμού πιστοδοτικών πράξεων και ενός διαρθρωτικού χαρτοφυλακίου ‒το τελευταίο είναι μια επιλογή που εξετάζουμε κατά την αναθεώρηση του λειτουργικού πλαισίου της ΕΚΤ».
Ποια χαρακτηριστικά θα έχει το διαρθρωτικό χαρτοφυλάκιο ομολόγων
Εξηγώντας τα χαρακτηριστικά που θα έχει το διαρθρωτικό (μόνιμο) χαρτοφυλάκιο ομολόγων, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι:
- «Επιτρέπει την αποτελεσματική και αποδοτική διοχέτευση ρευστότητας σε αντισυμβαλλομένους σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και αμβλύνει πιθανές διαταράξεις των συνθηκών ρευστότητας, περιορίζοντας τη μεταβλητότητα των επιτοκίων και διευκολύνοντας την αποτελεσματική μετάδοση των επιτοκίων πολιτικής στα επιτόκια της αγοράς ώστε να φθάσουν στο επιδιωκόμενο επίπεδο.
- Επιτρέπει στο Ευρωσύστημα να καθορίζει κατά τη διακριτική του ευχέρεια το κατάλληλο ύψος ρευστότητας που πρέπει να χορηγήσει για να διασφαλίσει τη μετάδοση των επιδράσεων της νομισματικής πολιτικής.
- Η παροχή ρευστότητας σε επαρκή ποσότητα και σε εύλογο κόστος μπορεί να συμβάλει στην αποτροπή χρηματοπιστωτικών εντάσεων.
- Η ρευστότητα κεντρικής τράπεζας που παρέχεται στις τράπεζες μέσω των αγορών τίτλων μπορεί να ενθαρρύνει επίσης σε κάποιο βαθμό την αναδιανομή αυτής της ρευστότητας και κατά συνέπεια να βελτιώσει τη λειτουργία της διατραπεζικής αγοράς.
Ωστόσο, ένα σημαντικού ύψους διαρθρωτικό χαρτοφυλάκιο τίτλων σημαίνει εντονότερο αποτύπωμα του Ευρωσυστήματος στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Για να περιοριστεί αυτό το αποτύπωμα και να αμβλυνθούν δυνητικές στρεβλώσεις στην τιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων από τις αγορές, μπορούν να εξεταστούν ορισμένα χαρακτηριστικά κατά το σχεδιασμό του χαρτοφυλακίου, π.χ. ο προσανατολισμός του προς τις βραχύτερες διάρκειες (έως 10 έτη) αποτελεί μία επιλογή. Επιπλέον, η υιοθέτηση διευκόλυνσης δανεισμού τίτλων μπορεί να αμβλύνει την περιορισμένη διαθεσιμότητα αποδεκτών εξασφαλίσεων.
Πιστεύω ότι στο Διοικητικό Συμβούλιο μπορούμε να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε ένα διαρθρωτικό χαρτοφυλάκιο με μέγεθος, σύνθεση και διάρκεια τέτοια ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται επαρκώς στις αυξημένες ανάγκες ρευστότητας των τραπεζών, ενώ παράλληλα θα αντιμετωπίζει τυχόν παρενέργειες», κατέληξε ο κ. Στουρνάρας.