Παγωμάρα και ανησυχία έχει προκαλέσει στο στελεχιακό δυναμικών των τραπεζών, αλλά και των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων (servicers), η απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Φλωρίδης και της κυβέρνησης για την επαναφορά της αυτεπάγγελτης δίωξης κατά τραπεζικών στελεχών.
Η ανησυχία είναι μεγάλη ειδικά στις ομάδες στελεχών που είναι επιφορτισμένες με τις δανειοδοτήσεις στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς η κυβέρνηση έχει αναθέσει στις τράπεζες την πιστωτική αξιολόγηση των επενδύσεων μέσω του RRF. Οι τράπεζες έχουν την ευθύνη έγκρισης μιας επένδυσης, την οποία και χρηματοδοτούν κατά το 1/3, το 1/3 είναι η ιδία συμμετοχή της επιχείρησης, ενώ το υπόλοιπο 1/3 είναι επιδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ειδικά για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης τα τραπεζικά στελέχη ανησυχούν ότι αν μια επένδυση δεν πάει καλά, τότε μελλοντικά μπορεί να αναζητηθούν ευθύνες, δεδομένου ότι θα υπάρχει άμεση ζημιά του Δημοσίου.
Αντίστοιχη ανησυχία επικρατεί και στους servicers, καθώς οι ρυθμίσεις δανείων στις περισσότερες περιπτώσεις περιλαμβάνουν και «κούρεμα» οφειλών και κατά συνέπεια ζημιά για το αρχικό δάνειο, ζημιά που θα μπορούσε να πυροδοτήσει αναζήτηση ευθυνών.
Οι τράπεζες μέχρι τώρα κρατούν χαμηλούς τόνους ωστόσο η ανησυχία που επικρατεί σε μεσαίο επίπεδο στελεχών ήδη έχει προκαλέσει απόνερα: οι τράπεζες εξετάζουν τις δυνατότητες παροχής νομικής προστασίας προς στελέχη τους προκειμένου να άρουν τις επιφυλάξεις τους για την υπογραφή δανειακών συμβάσεων, ενώ μοιραία καταγράφεται μια στροφή σε πιο συντηρητικά πιστωτικά κριτήρια. Δηλαδή, στην έγκριση δανείων πολύ μεγάλων επιχειρήσεων με μικρό πιστωτικό κίνδυνο. Αντίστοιχα, στην πλευρά των servicers επίσης εξετάζονται οι ρυθμίσεις που θα ελαχιστοποιούν τη ζημιά στα δάνεια (μέσω «κουρέματος»).
Και αυτό σε μια συγκυρία που η κυβέρνηση πιέζει για πιο γρήγορα βήματα για την υλοποίηση των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, με τη διοχέτευση πόρων και σε μικρότερου μεγέθους επιχειρήσεις, αλλά και για πιο ελαστικά κριτήρια δανειοδοτήσεων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ο κίνδυνος να «κατεβάσουν τα μολύβια» τα στελέχη των τραπεζών και να μην υπογράφουν δάνεια και ρυθμίσεις, όπως είχε γίνει τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, υποχρέωσε την κυβέρνηση στην μετάθεση της επαναφοράς της αυτεπάγγελτης δίωξης από το ερχόμενο καλοκαίρι και όχι άμεσα, με την ψήφιση δηλαδή των αλλαγών στον Ποινικό Κώδικα.
Αρκετά τραπεζικά στελέχη, πάντως, εμφανίζονται πιο ψύχραιμα θεωρώντας ότι η χώρα έχει αλλάξει σελίδα, ότι πολλά πράγματα έχουν ωριμάσει σε όλα τα επίπεδα, και δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος επιστροφής στις υπερβολές του παρελθόντος.
Οι τράπεζες στα δικαστήρια
Πάντως, το 2019 λίγο πριν κερδίσει τις εκλογές η Νέα Δημοκρατία υπήρχαν περίπου 32 δικαστικές υποθέσεις κατά τραπεζών, στις οποίες εξετάζονταν περίπου 450 τραπεζικά στελέχη. Οι υποθέσεις αφορούσαν διευθύνοντες συμβούλους τραπεζών, ανώτερα και μεσαία στελέχη αλλά ακόμα και μη εκτελεστικά μέλη Διοικητικών Συμβουλίων που δεν είχαν ουσιαστική εμπλοκή στη λήψη αποφάσεων για δανειοδότησης.
Οι άνθρωπο αυτοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα δικαστικό σύστημα και δικαστικούς λειτουργούς χωρίς οικονομικές γνώσεις και χωρίς εμπειρία για τη λειτουργία και τη φύση της τραπεζικής, αδυνατώντας να καταλάβουν στοιχειώδεις τραπεζικές λειτουργίες, όπως τη χορήγηση δανείων σε επιχειρήσεις χωρίς εξασφαλίσεις, τον πιστωτικό κίνδυνο και την πιθανότητα ένα δάνειο να μην αποπληρωθεί κ.α.
Με την χώρα να βυθίζεται μετά το 2010 σε βαθιά οικονομική κρίση και τις τράπεζες να παρασύρονται από την κρατική χρεοκοπία αλλά και την εκτόξευση των «κόκκινων» δανείων, σταδιακά πολλαπλασιάστηκαν οι διώξεις κατά τραπεζικών στελεχών πολλές από αυτές προκλήθηκαν ακόμα και από ανώνυμες καταγγελίες ή καταγγελίες που δεν βασίζονταν σε κανένα στοιχείο.
Η βιομηχανία διώξεων προκάλεσε έμφραγμα στις τράπεζες, με πολλά στελέχη να αρνούνται να υπογράφουν, παγώνοντας τις χορηγήσεις νέων δανείων, τις ρυθμίσεις παλαιών δανείων αλλά και τις πωλήσεις «κόκκινων» δανείων για την εξυγίανση των ισολογισμών.
Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε αδιέξοδο, με αποτέλεσμα το 2019, και αφού προηγήθηκαν ισχυρές πιέσεις των θεσμών, η κυβέρνηση να προχωρήσει στην αλλαγή του νόμου, βάζοντας φραγμό στις αυτεπάγγελτες διώξεις, θεσπίζοντας τη δυνατότητα διώξεων κατά τραπεζικών στελεχών μόνο μετά από έγκληση όσων έχουν έννομο συμφέρων και υφίστανται ζημίες από τις αποφάσεις ή παραλείψεις τραπεζικών στελεχών.
Έτσι, άνοιξε ο δρόμος για τις πωλήσεις των κόκκινων δανείων και την εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών αλλά και τις αποκρατικοποιήσεις του ΤΧΣ, συναλλαγές με αυξημένο κίνδυνο για νομικές περιπλοκές.
Ράβε - ξήλωνε
Σημειώνεται ότι ο νόμος για τη δίωξη των τραπεζικών στελεχών μόνο κατ’ έγκληση, που τώρα η κυβέρνηση επιδιώκει να ξηλώσει για να επιστρέψουμε στο προηγούμενο καθεστώς των αυτεπάγγελτων διώξεων, είχε κριθεί συνταγματικός από τον Άρειο Πάγο το 2022.
Στην απόφαση υπογραμμιζόταν, μεταξύ άλλων, ότι οι τράπεζες έχουν έναν ευρύτερο, κρίσιμο ρόλο στην οικονομία, δεν αποτελούν τυπική επιχείρηση και διέπονται από ένα αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο «πολλαπλών επιπέδων εσωτερικών και εξωτερικών ελέγχων και της εποπτείας από τις αρμόδιες αρχές (εθνικές και ευρωπαϊκές)... Ως προς το ενδεχόμενο της καταχρηστικής μη υποβολής εγκλήσεων, για την εν λόγω αξιόποινη πράξη της κακουργηματικής απιστίας, από τα όργανα της διοίκησης των ως άνω ιδρυμάτων, πρέπει να λεχθεί ότι οι διοικήσεις των τραπεζικών ιδρυμάτων λειτουργούν, όπως προαναφέρθηκε, σε ένα αυστηρό ελεγκτικό και εποπτικό θεσμικό πλαίσιο, το οποίο ελαχιστοποιεί τα περιθώρια αυθαίρετων αποφάσεων για τη συγκάλυψη αξιόποινων προσβολών της τραπεζικής περιουσίας. Έτσι, στα τραπεζικά ιδρύματα τα περιθώρια αυτοϋπόθαλψης είναι πολύ πιο περιορισμένα σε σύγκριση με τις λοιπές ανώνυμες εταιρείες του ιδιωτικού τομέα, στις οποίες ισχύουν χαλαρότερες προϋποθέσεις ως προς τη συγκρότηση των διοικητικών συμβουλίων, τον έλεγχο των αποφάσεών τους και την εν γένει παρακολούθηση της δραστηριότητάς τους».
Σημειώνεται ότι πλέον οι τράπεζες βρίσκονται υπό τον εποπτικό έλεγχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και διέπονται από αυστηρούς εποπτικούς κανόνες, αυστηρές εταιρικές δομές και κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης. Για να εγκριθεί η χορήγηση ενός επιχειρηματικού δανείου θα πρέπει πρώτα να περάσει από ειδική επιτροπή της τράπεζας, μετά από την ανώτερη διοίκηση χωρίς να υπάρχει σε πολλές περιπτώσεις άμεση εμπλοκή του διευθύνοντος συμβούλου ή του Διοικητικού Συμβουλίου.
Με όλη αυτή την βαριά εποπτεία τα τραπεζικά στελέχη δεν ανησυχούν τόσο για τον κίνδυνο να υπάρξουν κάποια στιγμή καταδίκες όσο για την δικαστική ταλαιπωρία, η οποία μπορεί να ξεκινήσει μετά από χρόνια και να διαρκέσει πολλά χρόνια και μάλιστα χωρίς να υπάρχει ένα πραγματικά εξειδικευμένο δικαστικό σώμα σε θέματα οικονομίας και επιχειρήσεων που να μπορεί γρήγορα και αξιόπιστα να διαχωρίζει τις ατεκμηρίωτες καταγγελίες από τις υποθέσεις που πράγματι απαιτούν αναλυτικότερη διερεύνηση.
Από την πλευρά του υπουργείου Δικαιοσύνης το βασικό επιχείρημα είναι ότι η «ασυλία» ήταν μια παρέκκλιση που θεσμοθετήθηκε στην κρίση και τώρα που δεν υπάρχει κρίση είναι πρόκληση οι τραπεζίτες να την απολαμβάνουν. Σημειώνουν ότι τέτοια ειδική ρύθμιση δεν υπάρχει για κανέναν άλλο κλάδο.
Τραπεζικά στελέχη εκφράζουν πάντως την απορία τους για τη σκοπιμότητα της αλλαγής, δεδομένου ότι δίωξη κατ’ έγκληση εξετάστηκε από την Άρειο Πάγο ο οποίος και την τεκμηρίωσε ως συνταγματική ενώ ακόμα είναι πολύ φρέσκες οι δικαστικές περιπέτειες πολλών στελεχών και οι επιπτώσεις της κατάστασης αυτής στην λειτουργία του τραπεζικού συστήματος.
Αμηχανία στην κυβέρνηση
Την ίδια ώρα δεν είναι καθόλου βέβαιο αν η επιμονή του Γ. Φλωρίδη να επαναφέρει τις αυτεπάγγελτες διώξεις των τραπεζικών στελεχών έχει την πλήρη στήριξη της κυβέρνησης. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρώτη αναφορά του κ. Φλωρίδη για την επαναφορά των αυτεπάγγελτων διώξεων κατά των τραπεζών, το περασμένο καλοκαίρι, προκάλεσε αμηχανία στην κυβέρνηση με κυβερνητικές πηγές να κάνουν λόγο τότε για προσωπικές απόψεις.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ιδωθεί και η χρονική μετάθεση της ισχύος του αυτεπάγγελτου για τις τράπεζες με κάποιες πληροφορίες να αναφέρουν ότι είναι πιθανή νέα παράταση.
Σημειώνεται ότι τα προηγούμενα χρόνια είχε στηθεί μια βιομηχανία διώξεων που προκλήθηκαν από δημοσιεύματα και καταγγελίες, άλλες επώνυμες άλλες ανώνυμες. Λέγεται μάλιστα ότι ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος προηγούμενων κυβερνήσεων έγραφε ο ίδιος ανώνυμες «καταγγελίες» οι οποίες διοχετεύονταν στη Δικαιοσύνη.
Διώξεις που υπογράμμισαν τα θεσμικά ελλείμματα της Δικαιοσύνης και τη δυνατότητα εργαλειοποίησής της για την επίτευξη πολιτικών στόχων. Προβλήματα που δεν έχουν ακόμα θεραπευτεί.