Σοβαρές δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες στην προσπάθειά τους να αυξήσουν τα χαρτοφυλάκια υγιών δανείων, ώστε να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις βιώσιμης αύξησης της κερδοφορίας, καθώς το α' εξάμηνο του 2023 καταγράφηκε σοβαρή μείωση των εξυπηρετούμενων δανείων. Σε ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), ο σχετικός δείκτης έχει υποχωρήσει σημαντικά, ενώ μια αύξηση που καταγράφεται στις ροές νέων ΜΕΔ οφείλεται κυρίως στην αναταξινόμηση των ανοιγμάτων ενός μεγάλου οφειλέτη.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τα «πράσινα» (εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών μειώθηκαν το α' πρώτο εξάμηνο κατά 3,1 δισ. ευρώ. Από τα 138,5 δισ. τον Δεκέμβριο 2022 έπεσαν στα 135,364 δισ. ευρώ, παρότι όλες οι τράπεζες είχαν εντάξει ως βασικό στόχο των επιχειρησιακών τους σχεδίων τη διεύρυνση των υγιών χαρτοφυλακίων δανείων.
Όπως σημειώνει η ΤτΕ, «το υπόλοιπο των δανείων (εξυπηρετούμενων και μη) σε ατομική βάση, ανήλθε σε 148,1 δισεκ. ευρώ, σημειώνοντας μικρή μείωση κατά 2,4%, προερχόμενη κυρίως από το χαρτοφυλάκιο των επιχειρηματικών δανείων (-2,2%). Στη μείωση του χαρτοφυλακίου των ενήμερων επιχειρηματικών δανείων οφείλεται και η αντίστοιχη μείωση του συνολικού αποθέματος των εξυπηρετούμενων δανείων κατά 2,3%, καθώς οι νέες εκταμιεύσεις υπολείπονταν των αποπληρωμών υφιστάμενων οφειλών».
Τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών (Δεκέμβριος 2022 και Ιούνιος 2023)
Σημειώνεται ότι οι τραπεζίτες έχουν επισημαίνει πρόσφατα ότι η αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων προσκρούει στις πρόωρες αποπληρωμές δανείων, κυρίως από επιχειρήσεις. Όπως είχε τονίσει ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης στην τελευταία ενημέρωση αναλυτών, είναι αρκετές οι επιχειρήσεις που διαθέτουν μεγάλα αποθέματα ρευστότητας και επιλέγουν να αποπληρώνουν πρόωρα κάποια δάνεια, ώστε να μην επιβαρύνονται με χρηματοοικονομικά έξοδα.
Η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, ως αποτέλεσμα των δέκα αυξήσεων από την ΕΚΤ που έχουν οδηγήσει σε επίπεδο ρεκόρ τα ευρωπαϊκά επιτόκια, οδηγεί τις επιχειρήσεις σε συντηρητική πολιτική όσον αφορά τα δανειακά τους ανοίγματα, πολύ περισσότερο όταν ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας τους επιτρέπει να διαθέτουν πλούσια ρευστότητα. Αυτές οι συνθήκες δημιουργούν σοβαρές δυσκολίες στην προσπάθεια των τραπεζών να αυξήσουν τα υγιή τους χαρτοφυλάκια, αν και αναμένεται, όπως έχουν επισημάνει τραπεζικά στελέχη, να δούμε πριν το τέλος του έτους σημαντική αύξηση των «πράσινων» δανείων, καθώς αναμένονται εκταμιεύσεις χρηματοδοτήσεων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, παρόλο που δεν αποτελούν πλέον πηγή ανησυχίας στον ίδιο βαθμό με το παρελθόν, οι ΤτΕ σημειώνει ότι: «ο δείκτης ΜΕΔ σε επίπεδο τραπεζικού τομέα παραμένει υψηλός και πολλαπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου (Ιούνιος 2023: 1,8%). Κατά συνέπεια, οι προσπάθειες αποκλιμάκωσης του υφιστάμενου αποθέματος χρειάζεται να συνεχιστούν και να εντατικοποιηθούν περαιτέρω, ιδίως υπό το πρίσμα των προκλήσεων που αναδεικνύονται.
Η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ, με τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος υψηλών επιτοκίων, καθιστά σαφές ότι τόσο το κόστος χρηματοδότησης όσο και οι δυνατότητες αποπληρωμής χρέους από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις επηρεάζονται δυσμενώς. Το περιβάλλον αυτό, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης το 2023, ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών με τη δημιουργία νέων ΜΕΔ».
Η ακτινογραφία των ΜΕΔ
Σχετικά με τα ΜΕΔ, η ΤτΕ αναφέρει ότι το συνολικό απόθεμα μειώθηκε κατά 501 εκατ. Ειδικότερα:
- Το α΄ εξάμηνο του 2023 η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων βελτιώθηκε περαιτέρω. Η υποχώρηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) συνεχίστηκε, με αποτέλεσμα στο τέλος του α΄ εξαμήνου του έτους το συνολικό απόθεμα των ΜΕΔ να διαμορφωθεί σε 12,7 δισεκ. ευρώ, μειωμένο κατά 3,8% ή 501 εκατ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2022 (13,2 δισεκ. ευρώ) με στοιχεία εντός ισολογισμού σε ατομική βάση.
- Σημειώνεται ότι η συνολική μείωση των ΜΕΔ σε σχέση με το υψηλότερο επίπεδό τους, που καταγράφηκε το Μάρτιο του 2016, έφθασε το 88,1% ή 94,5 δισεκ. ευρώ.
- Η υποχώρηση των ΜΕΔ κατά το α΄ εξάμηνο του 2023 οφείλεται κυρίως σε συμφωνίες απευθείας πώλησης δανείων στη δευτερογενή αγορά, καθώς και σε μικρότερο βαθμό σε διαγραφές δανείων. Εντούτοις, επισημαίνεται η επιτάχυνση της καθαρής εισροής νέων ΜΕΔ το α΄ εξάμηνο του 2023, μέρος της οποίας οφείλεται σε αναταξινόμηση ενός μεγάλου κοινού οφειλέτη στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.
- Ταυτόχρονα, η μείωση των ΜΕΔ από ρευστοποιήσεις καλυμμάτων παρέμειναν αμελητέες. Σημειώνεται ότι για κάποιες από τις συναλλαγές τιτλοποίησης εκκρεμεί η χορήγηση εγγυήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο στους τίτλους υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior tranche) (σχέδιο “Ηρακλής”). Με στοιχεία 30.06.2023 το συνολικό απόθεμα ΜΕΔ που έχει ενταχθεί στο σχέδιο «Ηρακλής» ανέρχεται σε 42,8 δισεκ. ευρώ (από 43,8 δισεκ. την 31/12/2022), ενώ το ύψος των χορηγηθεισών εγγυήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο ανέρχεται πλέον σε 16,9 δισεκ. ευρώ. Τα εν λόγω δανειακά υπόλοιπα έχουν ήδη μεταφερθεί στα στοιχεία ενεργητικού που είναι διαθέσιμα προς πώληση.
- Ωστόσο, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η μεταφορά των ΜΕΔ εκτός τραπεζικού τομέα δεν σημαίνει αυτόματα και την οριστική εξάλειψη του χρέους από την οικονομία. Το χρέος παραμένει, με τη διαχείρισή του πλέον να πραγματοποιείται από τις Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ). Συνεπώς, η εύρυθμη λειτουργία της εν λόγω αγοράς για την επίτευξη της οριστικής εκκαθάρισης του ιδιωτικού χρέους είναι σημαντική παράμετρος και η αξιοποίηση του συνόλου των διαθέσιμων εργαλείων και επιλογών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση. Η εξέταση των δυνατοτήτων επανένταξης σε καθεστώς ενημερότητας πιστούχων, οι οποίοι έχουν αξιόλογα βιώσιμα επενδυτικά σχέδια που μπορούν να χρηματοδοτηθούν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και να αναδεικνύεται ως μία επιλογή η οποία θα συμβάλει καθοριστικά στην οριστική εκκαθάριση του ιδιωτικού χρέους, αλλά και στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας.
- Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων τον Ιούνιο του 2023 διαμορφώθηκε σε 8,6%, έναντι 8,7% στο τέλος του 2022. Επισημαίνεται ότι και οι τέσσερις σημαντικές τράπεζες έχουν πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο για μονοψήφιο ποσοστό ΜΕΔ, με μια εξ’ αυτών να είναι κάτω από 5%.
- Εντούτοις, στις λιγότερο σημαντικές τράπεζες ο δείκτης των ΜΕΔ ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός και διαμορφώνεται σε 44% τον Ιούνιο του 2023, μειωμένος κατά 1 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2022, κυρίως λόγω της πιστωτικής επέκτασης ορισμένων εξ αυτών. Το υψηλό ποσοστό σχετίζεται και με τη μη συμβατότητα του προγράμματος παροχής κρατικών εγγυήσεων στη συντριπτική πλειονότητα των μικρότερων τραπεζών.