Ισχυρή ώθηση στην διαδικασία αποεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τις τράπεζες και της διάθεσης μέρους της συμμετοχής του Ταμείου στην Εθνική Τράπεζα, δίνει η μεγάλη στρατηγική συμφωνία Alpha Bank – UniCredit που ανακοινώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα.
Η πρόθεση ενός πιστωτικού ιδρύματος του μεγέθους της UniCredit, δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας της Ιταλίας με ενεργητικό άνω των 850 δισ. ευρώ και παρουσία σε 12 χώρες, να επενδύσει σε μια ελληνική τράπεζα, επαναφέρει δυναμικά στο διεθνές προσκήνιο των εγχώριο τραπεζικό κλάδο και την εγχώρια οικονομία.
Χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με ανάρτησή του στο Facebook χαρακτήρισε «ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης στη χώρα μας: τη συμφωνία της UniCredit - Alpha Bank, που ανακοινώθηκε την επαύριο της απόδοσης της επενδυτικής βαθμίδας από τον οίκο S&P. Πρόκειται για την πρώτη είσοδο Ευρωπαίου στρατηγικού επενδυτή στο ελληνικό πιστωτικό σύστημα μετά από 17 ολόκληρα χρόνια, και αποτελεί άλλη μια απόδειξη ότι τόσο ο ελληνικός τραπεζικός τομέας όσο και η οικονομία μας έχουν εισέλθει σε πορεία θετικής προοπτικής και ανόδου. Το mega deal θα είναι και το πρώτο σημαντικό βήμα απεμπλοκής του κράτους από το ΤΧΣ που ευελπιστούμε ότι θα έχει και συνέχεια…».
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και από την S&P, έναν εκ των τριών ισχυρότερων οίκων με αυξημένο ειδικό βάρος, σε συνδυασμό με την πρόταση της UniCredit προς το ΤΧΣ για την απόκτηση του 9% των μετοχών της Alpha Bank δημιουργούν ένα εξαιρετικά θετικό περιβάλλον και δίνουν μεγάλη ώθηση στην πώληση του περίπου 20% της Εθνικής Τράπεζας από το ΤΧΣ.
Επιτελικά στελέχη της Εθνικής Τράπεζας εκτιμούν ότι η ιταλική πρόταση επιδρά εξαιρετικά ευεργετικά για την αποεπένδυση του ΤΧΣ από την τράπεζα καθώς από τη μια πλευρά λειτουργεί ως κράχτης για τις ελληνικές τράπεζες και από την άλλη διαμορφώνει έναν αποτιμησιακό μπούσουλα. Όπως εκτιμούν η πρόταση της UniCredit αποτελεί ένα σημείο εκκίνησης ευρύτερα για τις εγχώριες τράπεζες και βοηθά την αγορά να προσανατολιστεί αποτελεσματικότερα.
Ειδικότερα σε ότι αφορά την Εθνική Τράπεζα υπογραμμίζουν την κεφαλαιακή υπεροχή της τράπεζας, όπως αποτυπώθηκε στο πρόσφατο stress test της ΕΚΤ, την ισχυρή και ποιοτική κερδοφορία της αλλά και το μεγάλο έργο μετασχηματισμού που έχει πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια και τα οποία αποτελούν μεγάλα πλεονεκτήματα της τράπεζας και δικαιολογούν premium στην αποτίμηση.
Μεγάλο το επενδυτικό ενδιαφέρον για το πακέτο
Τις επόμενες ημέρες το ΤΧΣ σε συνεργασία με τους συμβούλους και την κυβέρνηση θα λάβουν τις τελικές αποφάσεις για την αποεπένδυση από την Εθνική Τράπεζα.
Το βασικό σενάριο είναι η διάθεση του 20% (από περίπου 40% που κατέχει το ΤΧΣ) εκ των οποίων το 15% θα διατεθεί σε ξένους θεσμικούς επενδυτές και το 5% σε εγχώριους επενδυτές. Επίσης δεδομένη είναι η παροχή προνομίου για την απόκτηση των μετοχών του ΤΧΣ στους υφισταμένους μετόχους της ΕΤΕ κάτι για το οποίο είχε γράψει αναλυτικά το BD. Στο τραπέζι βρίσκεται πρόταση για την αύξηση του ποσοστού που θα διατεθεί στους επενδυτές στο 25%.
Σύμφωνα με πληροφορίες το ενδιαφέρον για την αγορά μετοχών της Εθνικής είναι πολύ μεγάλο και μάλιστα όμως μεταφέρουν πηγές που βρίσκονται κοντά στη διαδικασία θα μπορούσε να απορροφηθεί με άνεση το σύνολο των μετοχών του ΤΧΣ, δηλαδή το 40%. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σύμβουλοι προέτρεψαν το ΤΧΣ να διαθέσει το σύνολο του πακέτου σε ξένους θεσμικούς με την κυβέρνηση να παρεμβαίνει και να ζητά να υπάρξει πρόνοια και για τους εγχώριους ιδιώτες επενδυτές.
Το άνοιγμα των βιβλίων για τη διάθεση των μετοχών της ΕΤΕ σε ξένους και εγχώριους επενδυτές θα πραγματοποιηθεί λίγο μετά την δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της τράπεζας για το τρίτο τρίμηνο. Η ημερομηνία ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων δεν έχει ακόμα γνωστοποιηθεί εκτιμάται ότι αυτό θα γίνει τη δεύτερη εβδομάδα του Νοεμβρίου.
Σε ό,τι αφορά την αναταραχή στις διεθνείς αγορές εξαιτίας της κλιμάκωσης της κρίσης στη Μέση Ανατολή ασφαλώς αποτελεί ένα στοιχείο προβληματισμού, ωστόσο δεν οδηγεί στην αλλαγή του σχεδιασμού αποεπένδυσης. Η εγχώρια κεφαλαιαγορά μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και την πρόταση της UniCredit έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με τις ξένες αγορές και εμφανίζει καλύτερη συμπεριφορά.
Άλλωστε η αποεπένδυση του Δημοσίου από τις τράπεζες δεν αποτελεί ένα λογιστικό ζήτημα αλλά μια στρατηγική κίνηση με ευρύτερη στόχευση που θα αναβαθμίσει το τραπεζικό σύστημα με την προσέλκυση μεγάλων στρατηγικών και θεσμικών επενδυτών και θα επιταχύνει το βηματισμό και τη δυναμική της οικονομίας.