Ισχυρή πορεία ακολούθησε το σύνολο των μεγεθών της Εθνικής Τράπεζας στο α' εξάμηνο του έτους, με τα οργανικά κέρδη να διπλασιάζονται, ενώ αύξηση που έφθασε στο 75% σημείωσαν τα έσοδα της τράπεζας από τόκους, ενώ τα καθαρά κέρδη ξεπέρασαν το επίπεδο των 0,5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους αναλογούντα σε μετόχους της τράπεζας αυξήθηκαν κατά 5% σε τριμηνιαία βάση, σε €258 εκατ. το Β΄ τρίμηνο 2023, αντανακλώντας την εντυπωσιακή ενίσχυση των οργανικών κερδών μετά φόρων σε €277 εκατ. από €216 εκατ. το Α΄ τρίμηνο 2023.
Η σημαντική βελτίωση της οργανικής κερδοφορίας αποτυπώνει τη συνεχιζόμενη αύξηση των οργανικών εσόδων (+11% σε τριμηνιαία βάση) και τη συντηρητική διαχείριση των λειτουργικών δαπανών (-2% σε τριμηνιαία βάση). Ως αποτέλεσμα, τα οργανικά κέρδη μετά φόρων διαμορφώθηκαν σε €493 εκατ. το Α’ εξάμηνο 2023 από €133 εκατ. το Α’ εξάμηνο 2022.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους διατήρησαν τη θετική δυναμική τους, ανερχόμενα σε €529 εκατ. το Β΄ τρίμηνο 2023 από €474 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, επωφελούμενα από την αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ (αύξηση 13% σε τριμηνιαία βάση στα καθαρά έσοδα από τόκους εξυπηρετούμενων δανείων) και την αναδιάρθρωση του χαρτοφυλακίου της τράπεζας προς χρεόγραφα με υψηλότερες αποδόσεις (αύξηση 12% σε τριμηνιαία βάση στα έσοδα από ομόλογα).
Οι θετικοί αυτοί παράγοντες απορρόφησαν πλήρως τη συμπίεση του δανειακού επικοκιακού περιθωρίου, την αύξηση του κόστους καταθέσεων (σε όρους ευρώ) σε 134μ.β. το Β΄ τρίμηνο 2023 από 90μ.β. το Α΄ τρίμηνο 2023, καθώς και το υψηλότερο κόστος των εκδόσεων MREL, συμπεριλαμβανομένης μίας σειράς εκδόσεων ομολόγων υψηλής εξασφάλισης ύψους €0,9 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2022. Ως αποτέλεσμα, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο σημείωσε ανάκαμψη κατά ~40μ.β. σε τριμηνιαία βάση το Β’ τρίμηνο 2023.
Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ανήλθαν σε €87 εκατ. το Β΄ τρίμηνο 2023 από €83 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, αντανακλώντας τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης στις προμήθειες Λιανικής και Εταιρικής Τραπεζικής, με αιχμή του δόρατος τις προμήθειες σχετιζόμενες με κάρτες, πληρωμές και δάνεια.
Οι λειτουργικές δαπάνες αποκλιμακώθηκαν σε €185 εκατ. το Β΄ τρίμηνο 2023 από €189 εκατ. το Α΄ τρίμηνο 2023, με τις δαπάνες προσωπικού να μειώνονται κατά 4% σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας το όφελος από το Πρόγραμμα Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού του Δ΄ τριμήνου 2022, ενώ τα γενικά και διοικητικά έξοδα μειώθηκαν κατά 3% σε τριμηνιαία βάση. Η αύξηση των αποσβέσεων κατά 5% σε τριμηνιαία βάση απορρέει από το στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων της ΕΤΕ στον τομέα της πληροφορικής, το οποίο έχει ως επίκεντρο την υπό εξέλιξη αντικατάσταση του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών (Core Banking System) της Τράπεζας.
Η συγκράτηση του κόστους σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αύξηση των οργανικών εσόδων μείωσε τον δείκτη κόστους προς οργανικά έσοδα περαιτέρω σε 30% το Β’ τρίμηνο 2023 από 34% το προηγούμενο τρίμηνο.
Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες σε τριμηνιαία βάση σε €49 εκατ. το Β’ τρίμηνο 2023, αντιστοιχώντας σε 65μ.β. επί του μέσου όρου δανείων μετά από προβλέψεις.
Σχολιάζοντας τα μεγέθη ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, κ. Π. Μυλωνάς, υπογράμμισε ότι: «Η ελληνική οικονομία διανύει μια ευνοϊκή περίοδο και βρίσκεται σε μία σπάνια οικονομική και πολιτική συγκυρία. Οι προοπτικές για παγκόσμια ανάκαμψη είναι βελτιωμένες αλλά και η ανταγωνιστικότητα της ίδιας της ελληνικής οικονομίας είναι φανερά ενισχυμένη - μετά από σκληρή προσπάθεια - ενώ έχει σημαντικές προοπτικές για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις. Η εγχώρια οικονομική δραστηριότητα παραμένει σχετικά ισχυρή, ο πληθωρισμός μειώνεται με ταχείς ρυθμούς, ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία φαίνεται έτοιμη να ανακάμψει από τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των τιμών και τον περιορισμό στη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική. Σε αυτό το ευνοϊκό περιβάλλον, η ανάπτυξη στην Ελλάδα έχει ως κινητήριο μοχλό τις επενδύσεις και τις εξαγωγές, με την ελκυστικότητα της ελληνικής οικονομίας να προκαλεί αύξηση στις άμεσες ξένες επενδύσεις (FDI).
Το πρώτο εξάμηνο του 2023 καταγράψαμε εντυπωσιακά οικονομικά αποτελέσματα, αξιοποιώντας τη σταθερή αναπτυξιακή πορεία της χώρας καθώς και τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη, τον ισχυρό Ισολογισμό και το επιτυχημένο Πρόγραμμα Μετασχηματισμού της Τράπεζας. Τα οργανικά κέρδη μετά από φόρους ξεπέρασαν τα €0,5 δισ., με αποτέλεσμα ο δείκτης απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (core RoTE) να υπερβαίνει το 16% και ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα (C:CI) να διαμορφώνεται στο 32%, αντανακλώντας τη σημαντική αύξηση των οργανικών εσόδων μας, τη συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών, καθώς και τη σταδιακή ομαλοποίηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου. Η ισχυρή οργανική κερδοφορία μας δημιουργεί σταθερό κεφάλαιο κάθε τρίμηνο, με τον δείκτη CET1 και τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να καταγράφουν αύξηση κατά 80μ.β. σε τριμηνιαία βάση για δεύτερο συνεχές τρίμηνο και να διαμορφώνονται στο 17,3% και 18,4%, αντίστοιχα. Ταυτόχρονα, η πλεονάζουσα ρευστότητά μας εξακολουθεί να αποτελεί ισχυρό ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα, βασιζόμενη σε μια ισχυρή και σταθερή βάση καταθέσεων, ενώ η καθαρή μας ταμειακή θέση ενισχύεται περαιτέρω, αγγίζοντας τα €7 δισ.. Αξίζει να σημειωθεί ότι η υπολειπόμενη έκθεση της Τράπεζας σε Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα ανέρχεται σε μόλις €0,3 δισ. μετά από προβλέψεις, ενώ η μικρή αύξηση στις καθυστερήσεις αποπληρωμών στεγαστικών δανείων κατά το Β΄ τρίμηνο 2023 παραμένει πολύ χαμηλότερη του αναμενόμενου, επιβεβαιώνοντας για ακόμα μία φορά την ανθεκτικότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου μας.
Με τους οικονομικούς δείκτες να προβλέπουν ισχυρότερη ανάπτυξη για το υπόλοιπο του έτους, θα συνεχίσουμε να υλοποιούμε το επιτυχημένο πολυετές Πρόγραμμα Μετασχηματισμού μας με στόχο να βελτιώσουμε ακόμα περισσότερο τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μας προκειμένου να ανταποκριθούμε στις ραγδαία μεταβαλλόμενες ανάγκες των πελατών μας με έναν πιο αποδοτικό και πελατοκεντρικό τρόπο. Ως Τράπεζα Πρώτης Επιλογής, παραμένουμε πιστοί στη δέσμευσή μας να διαδραματίσουμε ηγετικό ρόλο στηρίζοντας τους πελάτες μας, την κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας.»
Στις διεθνείς δραστηριότητες, ο Όμιλος παρουσίασε κέρδη μετά από φόρους αναλογούντα σε μετόχους της Τράπεζας ύψους €12 εκατ. το Β’ τρίμηνο 2023 από €14 εκατ. το Α’ τρίμηνο 2023, ως αποτέλεσμα του εξορθολογισμού των εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπών εσόδων (€1 εκατ. από €11 εκατ. το Α’ τρίμηνο 2023) που σχεδόν απορροφήθηκε από την αύξηση των οργανικών εσόδων κατά 12% σε τριμηνιαία βάση και την περιστολή των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις σε €3 εκατ. Β’ τρίμηνο 2023 έναντι €8 εκατ. το Α’ τρίμηνο 2023). Σε επίπεδο εξαμήνου, τα κέρδη μετά από φόρους αναλογούντα σε μετόχους της Τράπεζας ανήλθαν σε €26 εκατ. από €16 εκατ. το Α’ εξάμηνο 2022.
Ο δείκτης CET11 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (CAD)1 ενισχύθηκαν κατά ~80μ.β. σε τριμηνιαία βάση σε 17,3% και 18,4%, αντίστοιχα, αντανακλώντας την ισχυρή οργανική κερδοφορία. O δείκτης MREL του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 22,5%, προσεγγίζοντας την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου του 2024 ύψους 22,7%.
Μετά τη μείωση του Α΄ τριμήνου 2023 λόγω των αυξημένων αποπληρωμών δανείων Εταιρικής Τραπεζικής, οι καταθέσεις του Ομίλου επανήλθαν σε ανοδική τροχιά το Β’ τρίμηνο 2023, ενισχυμένες κατά σχεδόν €1 δισ. σε τριμηνιαία βάση, σε €55,7 δισ. Στην Ελλάδα, οι καταθέσεις διαμορφώθηκαν σε €53,8 δισ., αυξημένες κατά €0,8 δισ. σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας εισροές καταθέσεων από πελάτες Λιανικής, με τις καταθέσεις προθεσμίας να συνεχίζουν να αποτελούν μόλις το 18% του συνόλου των καταθέσεων (16% το Α’ τρίμηνο 2023). Η ισχυρή και σταθερή βάση καταθέσεων όψεως και ταμιευτηρίου προσδίδει στην Τράπεζα ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα.
Στις διεθνείς δραστηριότητες, οι καταθέσεις ενισχύθηκαν κατά €0,1 δισ. σε τριμηνιαία βάση, σε €1,9 δισ.
Ο δείκτης Δανείων προς Καταθέσεις διαμορφώθηκε σε 57% σε επίπεδο Ομίλου (56% στην Ελλάδα), με τον δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) να ανέρχεται σε 254%, ο υψηλότερος στην Ελλάδα και στα υψηλότερα επίπεδα της Ευρωζώνης. Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα (TLTRO ΙΙΙ) μειώθηκε περαιτέρω σε €1,9 δισ. το Β’ τρίμηνο 2023 από €5,0 δισ. το Α’ τρίμηνο 2023, με την πλεονάζουσα ρευστότητα να ενισχύεται κατά €1 δισ. σε τριμηνιαία βάση, σε ~€7 δισ.
Δείτε εδώ την πλήρη ανακοίνωση της Εθνικής Τράπεζας.