Η σκληρή μάχη που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτές τις ημέρες για την εξαγορά της βρετανικής εταιρείας διαδικτυακού στοιχήματος Entain (πρώην GVC Holdings) από τον αμερικανικό κολοσσό των καζίνο MGM δείχνει γιατί οι ομολογιούχοι της Intralot στοιχηματίζουν όλα τους τα χρήματα πάνω στην Intalot Inc., τη θυγατρική του ομίλου στις ΗΠΑ. Η Intralot Inc. είναι το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο του ελληνικού ομίλου, ενώ αναμένεται να επωφεληθεί από την προβλεπόμενη ανάπτυξη της αγοράς αθλητικού στοιχηματισμού των ΗΠΑ, που από μόλις 1,4 δισ. δολάρια το 2020 αναμένεται να εκτοξευθεί στα 20 δισ. δολάρια μέχρι το 2025.
Αυτή τη ραγδαία ανάπτυξη βλέπει η MGM και προσπαθεί να αγοράσει την Entain, η οποία διαχειρίζεται γνωστά ονόματα του στοιχηματισμού όπως η Ladbrokes, η Coral και η SportingBet που κάποτε κυριαρχούσε στην ελληνική αγορά διαδικτυακού στοιχήματος αλλά την υποσκέλισε η Kaizen Gaming (Stoiximan). Μια άλλη αμερικανική εταιρεία καζίνο, η Caesars Entertainment είχε προ μηνών αγοράσει την επίσης βρετανική William Hill, ακριβώς για να στηρίξει την επέκτασή της στην αμερικανική αγορά αθλητικού στοιχήματος.
Η Intralot Inc. έχει ήδη εν λειτουργία το σύστημα για το αθλητικό στοίχημα στην πολιτεία της Ουάσιγκτον και τα τελευταία χρόνια – παράλληλα με τα παραδοσιακά συμβόλαια με αμερικανικές λοταρίες και καζίνο – επιχειρεί να αξιοποιήσει τη νομοθετική αλλαγή του 2018. Τότε, το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ προχώρησε στην άρση απαγόρευσης του αθλητικού στοιχήματος. Ήδη, πολιτείες όπως η Νεβάδα και το Νιου Τζέρσεϊ έχουν επιτρέψει τη διεξαγωγή αθλητικού στοιχήματος με ετήσια έσοδα 12 και 10,9 δισ. δολάρια αντίστοιχα, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσαν οι Financial Times. Σύμφωνα με τα στοιχεία της American Gaming Association τα ακαθάριστα έσοδα παιχνίων (Gross Gaming Revenue – GGR) της αμερικανικής αγοράς αθλητικού στοιχηματισμού εκτοξεύθηκαν κατά 27% στο εννεάμηνο του 2020 και έφτασαν τα 678 εκατ. δολάρια.
Αυτές τις ημέρες βρίσκεται σε εξέλιξη μια μεγάλη κόντρα για τον τρόπο με τον οποίο θα ανοίξει η αγορά αθλητικού στοιχήματος της Νέας Υόρκης, καθώς αρκετοί αντιδρούν στο σχέδιο του κυβερνήτη Άντριου Κουόμο. Ο Κουόμο θέλει να δημιουργήσει μια κρατική λοταρία στον αθλητικό στοιχηματισμό μέσω φορητών συσκευών, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σοβαρές αντιδράσεις από τις επιχειρήσεις. Η σχετική αγορά της Νέας Υόρκης εκτιμάται στα 20 δισ. δολάρια και θα είναι η μεγαλύτερη των ΗΠΑ σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις.
Αυτή την αγορά «βλέπουν» και οι ομολογιούχοι της Intralot, σημαντικό ποσοστό των οποίων έχει αρχικά συμφωνήσει για την αναδιάρθρωση του ομολογιακού που λήγει τον Σεπτέμβριο του 2021, ύψους 250 εκατ. ευρώ, με την έκδοση ενός νέου ομολογιακού δανείου από την Intralot Inc. Αλλά και η πρόταση για την αναχρηματοδότηση του ομολογιακού της Intralot που λήγει τον Σεπτέμβριο του 2024, ύψους 500 εκατ. ευρώ, πάλι στην Intralot Inc. στηρίζεται. Προτείνεται στους ομολογιούχους να ανταλλάξουν τα ομόλογά τους με το 49% μιας εταιρείας που θα είναι μητρική της Intralot Inc.
Τις επόμενες εβδομάδες θα συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους και σύντομα θα γνωρίζουμε αν αποδεχθούν την πρόταση της διοίκησης της Intralot και των συμβούλων της. Η Intralot βιάζεται να προχωρήσει σε συμφωνία καθώς τον Μάρτιο πρέπει να καταβάλει κουπόνι του ομολόγου που λήγει τον φετινό Σεπτέμβριο.
H Intralot Inc. είχε στο εννεάμηνο του 2020 έσοδα 93,9 εκατ. ευρώ, από τα 266,1 εκατ. ευρώ που παρουσίασε συνολικά ο όμιλος Intralot, δηλαδή συνεισέφερε περίπου ένα στα τρία ευρώ κύκλου εργασιών. Είχε όμως ταυτόχρονα και σημαντικότατο μερίδιο στα EBITDA του ομίλου με 36,8 εκατ. ευρώ από τα 45,2 εκατ. ευρώ.
Οι ελπίδες στην αγορά αθλητικού στοιχηματισμού των ΗΠΑ είναι βάσιμες, αλλά η ελληνική εταιρεία πρέπει να αντιμετωπίσει τους διεθνείς κολοσσούς των καζίνο, που όπως αναφέρθηκε ετοιμάζονται να επεκταθούν. Αυτό δείχνει η εξαγορά της William Hill από την Caesars Entertainment και η απόπειρα εξαγοράς της Entain από την MGM. Οι παίκτες των καζίνο είναι ολοένα και μεγαλύτερης ηλικίας ενώ η πανδημία ανέδειξε και τις αντοχές των ισχυρών ομίλων του κλάδου. Ταυτόχρονα οι ισχυροί διεθνείς όμιλοι των καζίνο αναζητούν άλλα έσοδα, αφού το 2022 λήγουν άδειες καζίνο π.χ. στο Macau, το δεύτερο διεθνές κέντρο καζίνο μετά το Las Vegas, χωρίς να γνωρίζουν αν θα ανανεωθούν και με ποιους όρους.