Ενώπιον μας πρωτόγνωρης κατάστασης βρίσκονται οι επενδυτικές εταιρείες ακινήτων και οι εταιρείες εκμετάλλευσης ακινήτων, όπως για παράδειγμα όμιλοι ανάπτυξης ακινήτων. Η ραγδαία επιδείνωση των δεδομένων στην οικονομία και η σταδιακή συνειδητοποίηση ότι μεγάλο μέρος –αν όχι το σύνολο– του 2020 θα αποτελέσει στην πράξη ένα «χαμένο έτος», έχουν αρχίσει να προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις στην αγορά, ιδίως στο λιανικό εμπόριο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους κατόχους εμπορικών ακινήτων.
Ήδη, ορισμένες αλυσίδες, κυρίως θυγατρικές ξένων ομίλων έχουν αρχίσει να στέλνουν αιτήματα για τη διακοπή της πληρωμής των μισθωμάτων που οφείλουν για τα καταστήματα που νοικιάζουν για τους επόμενους τρεις μήνες. Ουσιαστικά δηλαδή δεν προτίθενται να κάνουν χρήση της κρατικής ρύθμισης για την καταβολή μόνο του 60% του ενοικίου για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, θεωρώντας ότι δεν τους καλύπτει κι επιχειρούν να μεταφέρουν όλο το κόστος από το κλείσιμο των καταστημάτων τους στους ιδιοκτήτες των ακινήτων.
Τα φαινόμενα αυτά είναι προς το παρόν λιγοστά, ωστόσο, φορείς του κλάδου εκτιμούν ότι θα πολλαπλασιαστούν κατά την διάρκεια των επόμενων δύο εβδομάδων, ιδίως αν καταστεί σαφές ότι η υφιστάμενη κατάσταση θα διατηρηθεί για το μεγαλύτερο μέρος του Απριλίου, ή ακόμα και τον Μάιο. Σημειωτέον ότι, ακόμα και αν επιτραπεί το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων, είναι προφανές ότι η κίνηση στην αγορά δεν θα αποκατασταθεί εν μία νυκτί. Αντιθέτως, θα απαιτηθούν αρκετές εβδομάδες έως ότου ενισχυθούν οι πωλήσεις.
Τα ακριβά καταστήματα
Σημαντικό ζήτημα τίθεται και για τα ακριβοπληρωμένα καταστήματα της οδού Ερμού, τα οποία είχαν καταγράψει σημαντική άνοδο του τζίρου τους τα τελευταία χρόνια, λόγω της ανόδου του τουρισμού και κυρίως της εκτίναξης του αριθμού των επισκεπτών της Αθήνας, χάρις στην απήχηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Η οδός Ερμού βρίσκεται πλησίον των δημοφιλέστερων τουριστικών αξιοθέατων, ενώ δεν απέχει πολύ από το Κουκάκι, την Πλάκα, του Ψυρρή και πληθώρα άλλων «θυλάκων» υψηλής ζήτησης για καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Με λίγα λόγια, μεγάλο μέρος των ξένων επισκεπτών της Αθήνας, επέλεγαν την Ερμού για τα ψώνια τους, καθώς βρίσκεται πολύ κοντά στην κατοικία που μίσθωναν κατά το διάστημα της παραμονής τους στην πόλη.
Έτσι, μόνο κατά το 2019, οι τιμές ενοικίασης καταστημάτων στην Ερμού ενισχύθηκαν κατά σχεδόν 10% σε ετήσια βάση, αγγίζοντας τα 285 ευρώ/τ.μ. και αναπληρώνοντας το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών που είχαν σημειωθεί κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης, κυρίως δε από το 2011 έως και το 2015, όταν το μέσο ενοίκιο είχε υποχωρήσει σε περίπου 150-170 ευρώ/τ.μ. Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση της Cushman & Wakefield, διεθνών συμβούλων ακινήτων, η Ερμού αποτελεί τον 14ο ακριβότερο εμπορικό δρόμο παγκοσμίως. Μόλις το 2016, η Ερμού βρισκόταν στην 25η θέση.
Στο αποκορύφωμα της κρίσης, το 2013, η Ερμού είχε βρεθεί μέχρι και την 31η θέση, ενώ έκτοτε ανεβαίνει σταθερά. Στο απώγειό της, ο πεζόδρομος του κέντρου της Αθήνας είχε κατορθώσει να «σκαρφαλώσει» μέχρι και την 8η θέση παγκοσμίως, δείγμα ίσως των υπερβολών που είχαν σημειωθεί στην ελληνική αγορά ακινήτων κατά τα χρόνια πριν το 2010. Πάντως, εκτός από την Ερμού, τα τελευταία χρόνια ανοδικά κινούνται σχεδόν όλες οι υπόλοιπες σημαντικές εμπορικές πιάτσες της Αθήνας, οι οποίες σήμερα πλήττονται.
Για παράδειγμα, πέρσι στο Κολωνάκι και συγκεκριμένα στην Τσακάλωφ, το μέσο ενοίκιο ανήλθε σε 100 ευρώ/τ.μ., σημειώνοντας άνοδο κατά 11%. Στη Γλυφάδα (Ι. Μεταξά), τα ενοίκια των καταστημάτων σημείωσαν άνοδο 12,5% σε 135 ευρώ/τ.μ.. Πλέον, το αισιόδοξο σενάριο προβλέπει διατήρηση των κεκτημένων, χωρίς όμως περαιτέρω αυξήσεις και το απαισιόδοξο προβλέπει μια διόρθωση των τιμών, τουλάχιστον για το διάστημα μέχρι το τέλος του έτους.