Τη γοητεία των neobanks, των ευέλικτων ψηφιακών τραπεζών που τα κάνουν όλα από το κινητό τηλέφωνο, ανακαλύπτουν οι παραδοσιακές εμπορικές τράπεζες. Και παρά το γεγονός ότι και οι ίδιες έχουν μετασχηματιστεί και προσφέρουν το σύνολο σχεδόν των τραπεζικών υπηρεσιών ψηφιακά, μέσω κινητού και υπολογιστή, ωστόσο φαίνεται ότι οι νεότερες γενιές επιλέγουν τις neobanks για τις τραπεζικές τους εργασίες.
Τραπεζικά στελέχη μιλώντας στο BD σημειώνουν ότι αυτό πιθανώς οφείλεται στις πιο βαριές γραφειοκρατικές διαδικασίες με τις οποίες έχουν ταυτιστεί οι παραδοσιακές τράπεζες με τους νέους να επιλέγουν πιο ευέλικτους οργανισμούς που κάνουν τη ζωή τους πιο εύκολη.
Έτσι ολοένα και περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες επενδύουν σε neobanks, με στόχο να προσεγγίσουν τις νεότερες γενιές, ενώ στην Ελλάδα ήδη η Πειραιώς έχει κάνει ανάλογη κίνηση, επενδύοντας στη Snappi, ενώ και η Alpha Bank σχεδιάζει ανάλογη κίνηση.
Πριν λίγες εβδομάδες η Unicredit ανακοίνωσε την εξαγορά της βελγικής cloud τράπεζα Aion, και τη Vodano που θα προσθέσει 200 μηχανικούς, και αναλυτές δεδομένων αντί 370 εκατ. ευρώ. Η Intensa Sanpaolo επίσης έχει δημιουργήσει τη δική της neobank, ενώ περισσότερες τράπεζες όπως η BBVA, η JP Morgan, η Lloyd’s προχωρούν σε συνεργασίες που φέρνουν όλο και περισσότερες υπηρεσίες τους στο cloud.
«Υπάρχει μια τάση από τις συστημικές τράπεζες να έρθουν περισσότερο κοντά με τις neobanks, καθώς στοχεύουν στο νεανικό κοινό που φέρνουν», αναφέρουν στελέχη του κλάδου στο BD και προσθέτουν ότι «ταυτόχρονα βλέπουμε πως αυξάνεται και ο τεχνολογικός αλφαβητισμός του κοινού που έχει οδηγήσει και στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και κάνει ακόμα πιο απαραίτητη την τεχνολογική εξέλιξη».
Η επένδυση της Πειραιώς στη Snappi
Στην Ελλάδα, η Τράπεζα Πειραιώς έκανε το πρώτο βήμα με την ίδρυση της Snappi που δημιούργησε σε συνεργασία με τη Natech, στοχεύοντας να αναδειχθεί σε νέο πόλο της τραπεζικής αγοράς. Η Snappi αναμένεται να παρουσιαστεί στο κοινό στο πρώτο τρίμηνο του 2025, και η διοίκηση της τράπεζας Πειραιώς δια στόματος του CEO Χ. Μεγάλου στο BD, έχει θέσει τον πήχη για τα επόμενα χρόνια στους 1 εκατ. πελάτες και να μπορέσει να αναπτυχθεί εκτός συνόρων, ξεκαθαρίζοντας πως «δημιουργήσαμε μια τράπεζα η οποία θα ανταγωνίζεται την Πειραιώς στην προσφορά υπηρεσιών». Ο κ. Μεγάλου είχε σημειώσει επίσης πως μέσα από τη Snappi θα δοθεί η ευκαιρία και στην Πειραιώς να αναπτυχθεί σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες που θα παρουσιάσει στην πορεία.
Από την πλευρά της, η Alpha Bank, θέλοντας να εκμεταλλευτεί τα πλεονεκτήματα που υπάρχουν από άποψη καταναλωτικού κοινού και τεχνολογικής κατάρτισης, πραγματοποίησε το δικό της βήμα εκτός συνόρων. Μετατρέπει την Alpha bank Λονδίνου σε neobank, με τη νέα τράπεζα να συνεργάζεται και με τη UniSystems για τον εκσυγχρονισμό της τραπεζικής της υποδομής και στοχεύοντας να θέσει τις βάσεις για περαιτέρω διεθνή ανάπτυξη.
Παράλληλα η Alpha Bank σχεδιάζει να μετατρέψει τη θυγατρική της στο Λονδίνο σε neobank ώστε να αποτελέσει τον ανεξάρτητο ψηφιακό βραχίονα του ομίλου και να λειτουργήσει ως τεχνολογικό hub επιταχύνοντας τη δημιουργία νέων προϊόντων και υπηρεσιών μέσω των νέων τεχνολογιών.
Τι νέο φέρνουν στην τραπεζική οι neobanks
Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές τράπεζες, οι οποίες στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στα παραδοσιακά καταστήματα, οι neobanks αξιοποιούν την τεχνολογία για να προσφέρουν διάφορες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως λογαριασμούς ταμιευτηρίου, λογαριασμούς επιταγών, δάνεια και επενδύσεις, οι οποίες είναι προσβάσιμες μέσω εφαρμογών για κινητά τηλέφωνα ή διαδικτυακών πλατφορμών, χωρίς να υπάρχει φυσική παρουσία.
Από την πλευρά τους, οι παραδοσιακές τράπεζες προσφέρουν περισσότερες και πιο προσωποποιημένες υπηρεσίες, ενώ παράλληλα διαθέτουν την σταθερότητα και την αξιοπιστία που αναζητούν οι πελάτες. Έχοντας δημιουργήσει αυτή τη σημαντική «προίκα», θέλουν να τη συνδυάσουν με τα τεχνολογικά, και όχι μόνο, οφέλη που φέρνουν οι neobanks, όπως είναι η μείωση των εξόδων, η αναβαθμισμένη εμπειρία πελάτη αλλά και οι πιο γρήγορες διαδικασίες.
Όπως επισημαίνουν στελέχη του τραπεζικού κλάδου «οι neobanks προσφέρουν μια φιλική προς το χρήστη τραπεζική εμπειρία. Ειδικότερα στους νέους που έχουμε διαπιστώσει ότι δεν μπαίνουν πλέον στα καταστήματα, ενώ όλο και περισσότερες συναλλαγές γίνονται ηλεκτρονικά πλέον». Σημειώνουν επίσης πως, χωρίς να έχουν το οικονομικό βάρος ενός δικτύου φυσικών καταστημάτων, οι neobanks χαμηλώνουν το κοστολόγιό τους και μπορούν να προσφέρουν χαμηλότερες χρεώσεις και ίσως υψηλότερα επιτόκια.
Με την Τεχνητή Νοημοσύνη να είναι στο προσκήνιο, την απαίτηση για ασφαλή βιομετρικά ελέγχων, αλλά και ανάγκη για νέα τραπεζικά προϊόντα, οι neobanks μπορούν προσφέρουν στην τραπεζική νέες τεχνολογίες που εξορθολογίζουν τις διαδικασίες, μειώνουν το λειτουργικό κόστος και παρέχουν την καινοτομία που απαιτείται, καθώς χρησιμοποιούν τα τεχνολογικά εργαλεία για να κάνουν τις τραπεζικές συναλλαγές πιο αποτελεσματικές και φιλικές προς τον χρήστη. «Φέρνουν τις σύγχρονες τεχνολογίες πιο κοντά στις τράπεζες και την εξειδίκευση στον κόσμο που δουλεύει σε αυτές, ενώ δίνουν σε έναν βαθμό μια αλλαγή κουλτούρας».
Παράλληλα, η εξειδίκευση που έχουν οι neobanks στην τεχνολογία και τον χειρισμό της Τεχνητής Νοημοσύνης, σε συνδυασμό με το μικρό τους μέγεθος σε σχέση με μια τράπεζα, τους προσφέρει τη δυνατότητα να αναπτύξουν νέα προϊόντα τραπεζικής που «θα είναι κομμένα και ραμμένα στον κάθε πελάτη». Κάτι το οποίο πρόκειται να αποτελέσει σημαντικό «εφόδιο» στη φαρέτρα των τραπεζών που στοχεύουν στην προσφορά ακόμα περισσότερων υπηρεσιών και προϊόντων στους πελάτες τους.