Οι φόβοι για ύπαρξη «φούσκας» στην αγορά ακινήτων της Κίνας είχαν καταγραφεί και πριν από την κατάρρευση της εταιρείας Evergrande, αλλά πλέον απειλούν όχι μόνο το τραπεζικό σύστημα της χώρας αλλά και τη μεσαία τάξη, η οποία αποτελεί ατμομηχανή της κινεζικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών οι κινεζικές τράπεζες μπορούν να βρεθούν αντιμέτωπες με «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια, η αξία των οποίων φθάνει στα 2,4 τρισ. γουάν (περί τα 356 δισ. δολ.) και αντιστοιχούν στο 6,4% των συνολικών στεγαστικών δανείων που έχουν δοθεί, σύμφωνα με την S&P Global Ratings. Πιο απαισιόδοξη εμφανίζει η Deutsche Bank, καθώς εκτιμά ότι το 7% των στεγαστικών δανείων στην Κίνα μπορούν να γίνουν «κόκκινα».
Μέχρι στιγμής, οι εισηγμένες κινεζικές τράπεζες έχουν αναφέρει μόλις 2,1 δισεκατομμύρια γουάν σε καθυστερούμενα στεγαστικά δάνεια. «Οι τράπεζες βρίσκονται σε ένα πολύ σοβαρό δίλημμα», τονίζει ο Zhiwu Chen, καθηγητής χρηματοοικονομικών στο University of Hong Kong Business School, σε δηλώσεις του στο Bloomberg: «αν δεν βοηθήσουν τους κατασκευαστές να ολοκληρώσουν τα έργα, θα καταλήξουν να χάσουν πολύ περισσότερα. Αν το κάνουν, αυτό βέβαια θα έκανε την κυβέρνηση ευτυχισμένη, αλλά προσθέτουν περισσότερα στην έκθεσή τους σε έργα του τομέα ακινήτων τα οποία βρίσκονται σε καθυστέρηση».
Από την πλευρά της, η κινεζική κυβέρνηση έχει αρχίσει να ανησυχεί σοβαρά, καθώς η οικονομία βρίσκεται αντιμέτωποι με ισχυρούς αντίθετους ανέμους: επιβράδυνση της ανάπτυξης, συνέπειες της πανδημίας και των lockdown, υψηλή ανεργία των νέων. Ως εκ τούτου έχει θέσει ως έναν από τους βασικούς της στόχους την κοινωνική σταθερότητα και εξετάζει τρόπους για να μην χαθεί. Οι προσπάθειες που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής περιλαμβάνουν μια περίοδο χάριτος στις πληρωμές των ενυπόθηκων δανείων και ένα ταμείο που θα υποστηρίζεται από την κεντρική τράπεζα για να δανείζει τους κατασκευαστικούς ομίλους. Σε κάθε περίπτωση, οι τράπεζες αναμένεται να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο σε μια συντονισμένη κρατική παρέμβαση.
Η έκθεση των κινεζικών τραπεζών στον τομέα των ακινήτων ξεπερνά αυτή οποιουδήποτε άλλου κλάδου. Υπήρχαν 39 τρισεκατομμύρια γουάν (5,7 τρισ. δολ.) εκκρεμών ενυπόθηκων δανείων και άλλα 13 τρισεκατομμύρια γουάν δανείων σε κατασκευαστικές εταιρείες στα τέλη Μαρτίου, σύμφωνα με στοιχεία της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας.
Καθώς οι αρχές κινούνται για να διατηρήσουν τους κινδύνους υπό έλεγχο, οι δανειστές με υψηλή έκθεση θα μπορούσαν να τεθούν σε συνεχή παρακολούθηση. Τα ενυπόθηκα δάνεια αντιπροσώπευαν περίπου το 34% των συνολικών δανείων της Postal Savings Bank of China και της China Construction Bank στο τέλος του 2021, δηλαδή βρίσκονταν πάνω από το ρυθμιστικό ανώτατο όριο του 32,5% για τις μεγαλύτερες τράπεζες.
Περίπου το 7% των εκκρεμών ενυπόθηκων δανείων θα μπορούσε να επηρεαστεί εάν οι αθετήσεις εξαπλωθούν, σύμφωνα με την αναλύτρια της Deutsche Bank Lucia Kwong. Η εκτίμηση αυτή μπορεί να εξακολουθεί να είναι συντηρητική, δεδομένης της περιορισμένης πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με τα ημιτελή έργα, δήλωσε η ίδια. Για να περιορίσει τις επιπτώσεις, η Κίνα θα μπορούσε να αξιοποιήσει τα πλεονάζοντα κεφάλαια στις 10 μεγαλύτερες τράπεζές της, τα οποία ανέρχονται συνολικά σε 4,8 τρισεκατομμύρια γουάν, σύμφωνα με έκθεση των Francis Chan και Kristy Hung, αναλυτών του Bloomberg Intelligence.
Η «άμυνα» των τραπεζών
Οι κινεζικές τράπεζες συγκέντρωσαν ένα ποσό ρεκόρ κεφαλαίων κατά το πρώτο εξάμηνο από πωλήσεις ομολόγων, καθώς προετοιμάζονται για μια πιθανή έξαρση των προβληματικών δανείων.
Τα επισφαλή δάνεια τα οποία ανέρχονταν σε 2,9 τρισεκατομμύρια γουάν στα τέλη Μαρτίου, είναι έτοιμα να φθάσουν σε νέα ρεκόρ και να επιβαρύνουν περαιτέρω μια οικονομία που αναπτύσσεται με τον πιο αργό ρυθμό από την έναρξη της επιδημίας του κορονοϊού. Το συνολικό χρέος της Κίνας σε σχέση με το ΑΕΠ προβλέπεται να σκαρφαλώσει σε νέο ρεκόρ φέτος, ενώ οι καταναλωτές είναι απρόθυμοι να αναλάβουν μεγαλύτερη μόχλευση.
Η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος επιβραδύνεται, πλήττοντας περαιτέρω την ικανότητα των αγοραστών κατοικιών να εξυπηρετούν τα χρέη τους. Η αδυναμία των τιμών των κατοικιών στην Κίνα είχε εξαπλωθεί σε 48 από τις 70 μεγάλες πόλεις τον Ιούνιο, από 20 τον Ιανουάριο. Η S&P Global προέβλεψε ότι οι πωλήσεις κατοικιών θα μπορούσαν να μειωθούν έως και 33% φέτος. Οι επενδύσεις σε ακίνητα, οι οποίες κινούν τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες που αντιπροσωπεύουν περίπου το 20% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας, υποχώρησαν κατά 9,4% τον Ιούνιο.
Πλήγμα για τη μεσαία τάξη
Δεν είναι, όμως, μόνο οι τράπεζες που βρίσκονται αντιμέτωπες με απειλές αλλά το ίδιο ισχύει και για τη μεσαία τάξη της Κίνας, η οποία υπολογίζεται στα 400 εκατ. πολίτες, οι οποίοι, πλέον, πρέπει να αποδεχθούν ότι τα ακίνητα δεν είναι ο πιο ασφαλής τρόπος για να αυξήσεις τον πλούτο σου.
Το 70% του συνολικού πλούτου της μεσαίας τάξης είναι δεσμευμένο σε ακίνητα, ενώ ένα ενδεχόμενο «πάγωμα» της κατασκευαστικής δραστηριότητας θα μπορούσε να στοιχίσει στη χώρα μια επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 1,3%.
Η αγορά κατοικίας της Κίνας είναι μοναδική ως προς την επικράτηση των νέων κατοικιών που πωλούνται πριν από την κατασκευή τους, με τις πληρωμές των δανείων να ξεκινούν αμέσως μετά την αρχική προκαταβολή. Αυτή η διαδικασία συνέβαλε στην τροφοδότηση μιας στεγαστικής έκρηξης, επιτρέποντας στους κατασκευαστές να ξεκινήσουν νέα έργα.
Αν η διακοπή κατασκευής κατοικιών δεν είναι κάτι περίεργο για την Κίνα, η έκταση του φαινόμενου το τελευταίο διάστημα είναι απειλητική. Δεν θα πρέπει να λησμονηθεί το γεγονός ότι στην Κίνα συχνά χρειάζονται χρόνια αποταμίευσης για να αποκτήσει κανείς ένα διαμέρισμα, το οποίο συνήθως κοστίζει μερικά εκατομμύρια γιουάν στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Έτσι, μεγάλος αριθμός Κινέζων πολιτών βρίσκονται σήμερα, λόγω των καθυστερήσεων στα έργα, χωρίς το σπίτι που ήθελαν και χωρίς τις περισσότερες οικονομίες τους, με αποτέλεσμα να κερδίζει έδαφος στην Κίνα η πρακτική του «δεν πληρώνω», με δανειολήπτες να σταματούν την εξυπηρέτηση των δανείων ως αντίδραση στις καθυστερήσεις των έργων.