Αντιμέτωπος με αρκετά έντονη αμφισβήτηση ακόμη και από τους μέχρι πρότινος ένθερμους υποστηρικτές του, αναφορικά με την αναγκαιότητα του πολέμου στην Ουκρανία, είναι ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το Bloomberg.
Σύμφωνα με το πρακτορείο αρκετοί υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι αλλά και επικεφαλής κρατικών επιχειρήσεων, θεωρούν ότι η εισβολή ήταν ένα καταστροφικό λάθος το οποίο θα γυρίσει «χρόνια πίσω» τη Ρωσία, οι οποίοι, όμως, φροντίζουν να εκφράσουν ανώνυμα τις απόψεις τους υπό τον φόβο διώξεων από τον Πούτιν.
Μέχρι στιγμής, οι άνθρωποι αυτοί δεν βλέπουν καμία πιθανότητα ο Ρώσος πρόεδρος να αλλάξει πορεία και καμία προοπτική αμφισβήτησης του στο εσωτερικό. Ολοένα και περισσότερο εξαρτώμενος από έναν στενότερο κύκλο σκληροπυρηνικών συμβούλων, ο Πούτιν έχει απορρίψει τις προσπάθειες άλλων αξιωματούχων να τον προειδοποιήσουν για το καταστροφικό οικονομικό και πολιτικό κόστος, σημειώνουν οι πηγές του Bloomberg.
Κάποιοι εξ αυτών τόνισαν ότι συμμερίζονται όλο και περισσότερο τον φόβο που εκφράζεται από αξιωματούχους των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να στραφεί σε μια περιορισμένη χρήση πυρηνικών όπλων, αν τελικά αποτύχει στον πόλεμο, τον οποίο ως φαίνεται ο ίδιο θεωρεί ως «ιστορική του αποστολή».
Η ρωσική ελίτ συνεχίζει να τον στηρίζει, επαναλαμβάνοντας τη γραμμή του Κρεμλίνου ότι η σύγκρουση με τη Δύση είναι αναπόφευκτη και ότι η ρωσική οικονομία θα κατορθώσει να ξεπεράσει τις επιπτώσεις των κυρώσεων. Παρόλα αυτά, όλο και περισσότεροι κορυφαίοι αξιωματούχοι έχουν αρχίσει να πιστεύουν ότι η δέσμευση του Πούτιν να συνεχίσει την εισβολή θα καταδικάσει τη Ρωσία σε χρόνια απομόνωσης και αυξημένης έντασης που θα «αφήσει» ανάπηρη την οικονομία , την ασφάλειά της εκτεθειμένη, ενώ η επιρροή της στο διεθνές περιβάλλον θα βαίνει μειούμενη.
Ορισμένοι κορυφαίοι Ρώσοι επιχειρηματίες έχουν αρχίσει και δημόσια να αποκαλύπτουν τις αντιρρήσεις τους, αμφισβητώντας τη στρατηγική του Κρεμλίνου, αλλά το πράττουν με πολύ προσεκτικό τρόπο υπό τον φόβο κυρώσεων. Το Bloomberg υποστηρίζει ότι κορυφαίοι Ρώσοι αξιωματούχοι προσπάθησαν να εξηγήσουν στον Πούτιν ότι ο οικονομικός αντίκτυπος των κυρώσεων θα είναι καταστροφικός, διαγράφοντας τις δύο δεκαετίες ανάπτυξης και υψηλότερου βιοτικού επιπέδου, αλλά όλα δείχνουν ότι δεν τον έπεισαν ούτε στο ελάχιστο.
Την ίδια ώρα ο Ρώσος πρόεδρος δηλώνει βέβαιος ότι ο λαός τον στηρίζει και πιστεύει ότι οι Ρώσοι είναι έτοιμοι να υπομείνουν χρόνια θυσιών προκειμένου να εκπληρώσει το όραμά του για το νέο «εθνικό μεγαλείο». Όλα δείχνουν ότι ο Πούτιν είναι αποφασισμένος να συνεχίσει τον πόλεμο, ακόμη και αν το Κρεμλίνο αναγκάστηκε να μειώσει τις φιλοδοξίες του για μια γρήγορη, σαρωτική κατάληψη μεγάλου μέρους της Ουκρανίας.
Ταυτόχρονα οκτώ εβδομάδες από την έναρξη της εισβολής, ο κύκλος των συμβούλων και των επαφών του Πούτιν έχει στενέψει ακόμη περισσότερο από την περιορισμένη ομάδα των σκληροπυρηνικών που τον συμβουλεύουν σε τακτική βάση. Η απόφαση για την εισβολή ελήφθη από τον Πούτιν και μερικούς σκληροπυρηνικούς , συμπεριλαμβανομένου του υπουργού Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού, του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Βαλέρι Γερασίμοφ και του Νικολάι Πατρούσεφ, γραμματέα του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας.
Οι επικριτές του δεν βλέπουν κανένα σημάδι ότι ο Πούτιν είναι ακόμη έτοιμος να εξετάσει το ενδεχόμενο να συντομεύσει την εισβολή δεδομένων των απωλειών ή να κάνει τις σοβαρές παραχωρήσεις που απαιτούνται για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός. Δεδομένης της απόλυτης κυριαρχίας του στο πολιτικό σύστημα, οι εναλλακτικές απόψεις σπάνια εκφράζονται.
Μόνο ένας ανώτερος αξιωματούχος έχει έρθει μέχρι στιγμής σε δημόσια ρήξη με το Κρεμλίνο για την εισβολή: Ο Ανατόλι Τσουμπάις, ο αντιδημοφιλής αρχιτέκτονας των ιδιωτικοποιήσεων της δεκαετίας του 1990 και απεσταλμένος του Κρεμλίνου για το κλίμα. Έφυγε από τη χώρα και ο Πούτιν τον απομάκρυνε από τη θέση του.