Η JP Morgan Chase προβλέπει ότι η εισβολή στην Ουκρανία μπορεί να προκαλέσει τόσο ισχυρό πλήγμα στην οικονομία της Ρωσίας όσο η χρεοκοπία του 1998. Σε ειδικό report για τη ρωσική οικονομία αναφέρει μεταξύ άλλων ότι οι κυρώσεις και οι αποφάσεις των ξένων επιχειρήσεων να παύσουν ή να σταματήσουν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία οδήγησαν σε διακοπή στο διεθνές εμπόριο, μειωμένη παραγωγή και διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού. Tο σοκ συνεπάγεται χαμηλότερη δυνητική παραγωγή η οποία θα συνοδευτεί από μια εκτίναξη των τιμών.
Oι οικονομολόγοι της προβλέπουν συρρίκνωση του ΑΕΠ για το 2022 κατά 7% (από 3,5%) και η άποψη τους για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη του είναι δυσμενείς.
«Μέχρι τώρα είναι σαφές ότι η προηγούμενη εκτίμησή μας για την οικονομική ζημία από τη σύγκρουση στην Ουκρανία ήταν υπερβολικά καλοπροαίρετη. Οι αναφορές από ένα ευρύ φάσμα κλάδων υποδηλώνουν ότι οι ξένες εταιρείες διακόπτουν ή κλείνουν τις δραστηριότητές τους στην Ρωσία, σταματούν τις προμήθειες και τις αγορές από τη Ρωσία», εξηγεί η αμερικανική τράπεζα. «Οι ανησυχίες για τη φήμη σχετικά με τις συναλλαγές με τη Ρωσία, ο όλεθρος που δημιούργησαν οι κυρώσεις και οι έλεγχοι κεφαλαίων, καθώς και η αβεβαιότητα σχετικά με περαιτέρω πιθανές κυρώσεις έχουν διαταράξει τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Σημειώνουμε ότι ακόμη και το ρωσικό πετρέλαιο δυσκολεύεται να βρει αγοραστές. Η έξοδος των ξένων άμεσων επενδυτών από τη Ρωσία είναι εντυπωσιακή, ακόμη και όταν οι αρχές προσπαθούν να την επιβραδύνουν μέσω κανονισμών», συνεχίζει η τράπεζα.
«Δυστυχώς, η σύγκρουση φαίνεται όλο και πιο πιθανό να είναι παρατεταμένη με ορισμένες από τις προηγούμενες επιχειρηματικές σχέσεις να μην πρόκειται πιθανότατα ποτέ να επιστρέψουν. Μια μετατόπιση των ευρωπαϊκών πολιτικών προς μια μικρότερη ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία φαίνεται εγγυημένη, γεγονός που υποδηλώνει, μεταξύ άλλων, μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη ρωσική ανάπτυξη», προβλέπει η ανάλυση της JP Morgan.
Η παραγωγή της μεταποίησης, των μεταφορών και του χρηματοπιστωτικού τομέα θα επηρεαστεί άμεσα από τα γεγονότα. Η αντίληψή της JPM είναι ότι σε μεγάλο μέρος των βιομηχανιών που σχετίζονται με τα ορυχεία και τα εμπορεύματα η παραγωγή είναι απίθανο να επηρεαστεί άμεσα λόγω του κόστους των διακοπών λειτουργίας. Η συσσώρευση αποθεμάτων θα πρέπει να λειτουργήσει ως μέσο απορρόφησης των κραδασμών.
Οι διαταραχές στην αλυσίδα ανεφοδιασμού και οι διακοπές παραγωγής (όπως στην αυτοκινητοβιομηχανία) συνεπάγονται πλήγμα στα δυνητικά επίπεδα το οποίο θα πρέπει να συνδεθεί με αυξημένες πιέσεις στις τιμές ενώ η μετακύλιση του συναλλαγματικού ισοζυγίου θα επιδεινώσει την εικόνα του πληθωρισμού.
«Αυξάνουμε την πρόβλεψή μας για τον πληθωρισμό στο τέλος του 2022 από 10% σε 14%. Ο υψηλότερος πληθωρισμός θα επηρεάσει αγοραστική δύναμη- η πιστωτική κρίση θα συμβάλει στην αδυναμία της ζήτησης. Η σταθερότητα του τοπικού τραπεζικού συστήματος παραμένει ένα ερωτηματικό, αλλά τα πρόσφατα στοιχεία σχετικά με τις αναλήψεις μετρητών υποδηλώνουν ότι η ένταση της επιδρομής στις τράπεζες υποχωρεί», εξηγεί η τράπεζα.
«Δεδομένου του επιπέδου αβεβαιότητας, η ακρίβεια αυτών των εκτιμήσεων είναι φυσικά πολύ χαμηλή. Αυτό που είναι σαφές ωστόσο, είναι ότι η αυξανόμενη οικονομική και πολιτική απομόνωση της Ρωσίας θα οδηγήσει σε χαμηλότερη ανάπτυξη μακροπρόθεσμα. Εμείς αναμένουμε ανάπτυξη της Ρωσίας γύρω στο μηδέν το επόμενο έτος (έναντι -1,0% προηγουμένως) και μια τάση ανάπτυξης γύρω στο 1% μακροπρόθεσμα», καταλήγει η JP Morgan.