Οι σοβαρές αδυναμίες της τουρκικής οικονομίας και τα σφάλματα πολιτικής από τον Ταγίπ Ερντογάν, με την άσκηση ανορθόδοξης οικονομικής πολιτικής, γνωστής και ως Erdonomics, βρίσκονται πίσω από την παρατεταμένη αδυναμία της τουρκικής λίρας και είναι αμφίβολο αν η στροφή που επιχείρησε πρόσφατα ο Τούρκος πρόεδρος θα είναι αρκετή για να επέλθει σταθεροποίηση, σύμφωνα με ανάλυση της Alpha Bank.
Όπως αναφέρει η ανάλυση, η οικονομία της Τουρκίας κατόρθωσε να απορροφήσει τη ραγδαία υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος που καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2018 και να ανταπεξέλθει στην ύφεση ταχύτερα των προσδοκιών των συμμετεχόντων στις αγορές τόσο με τη βοήθεια των πολιτικών επεκτατικού χαρακτήρα που εφαρμόστηκαν σε νομισματικό και δημοσιονομικό πεδίο, όσο και με τη θετική συμβολή των εξαγωγών. Ωστόσο, παρά την οικονομική ανάκαμψη, οι αδυναμίες της αγοράς εργασίας αλλά και η ανάγκη εξυγίανσης των εταιρικών ισολογισμών, δεν επέτρεψαν τη σταθεροποίηση της. Η περιοριστική νομισματική πολιτική αποτέλεσε αντίδοτο στην ισχυρή υποτίμηση της τουρκικής λίρας, ωστόσο η αξιοπιστία της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκικής Δημοκρατίας (CBRT) αποδυναμώθηκε και η επενδυτική εμπιστοσύνη κλονίστηκε σε μεταγενέστερο χρόνο, καθώς συνοδεύτηκε, τον Ιούλιο του 2019, από την απομάκρυνση του διοικητή της, μετά από συνεχείς πολιτικές πιέσεις για μείωση των επιτοκίων.
Εξάλλου, οι παρεμβάσεις του προέδρου της Τουρκίας προς την CBRT ήταν συνεχείς, προκειμένου η τελευταία να διατηρήσει τα επιτόκια χαμηλά, ώστε να ελεγχθεί ο πληθωρισμός, μια καθαρά αντισυμβατική προσέγγιση, γνωστή πλέον ως Erdonomics. Οι νομισματικές συνθήκες, από το δεύτερο εξάμηνο του 2019, άρχισαν να γίνονται περισσότερο υποστηρικτικές για την οικονομική ανάπτυξη, καθώς, υπό τη νέα ηγεσία της Κεντρικής Τράπεζας, το βασικό επιτόκιο υποχώρησε από 24%, στα μέσα του 2019, σε 8,25%, τον Μάιο του 2020. Ωστόσο, ο ρυθμός της οικονομικής μεγέθυνσης άγγιξε μόλις το 0,9% το 2019, έναντι 3% το 2018 και 7,5% το 2017. Η οικονομία της Τουρκίας, έχοντας ανακάμψει μερικώς από τα προβλήματα που είχε προκαλέσει η κρίση του 2018, τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους ήρθε αντιμέτωπη με την εξάπλωση της νόσου COVID-19.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, η επίδραση της πανδημικής κρίσης στην οικονομική δραστηριότητα της Τουρκίας αποτυπώθηκε έντονα στο δεύτερο τρίμηνο του 2020, λόγω της υψηλής διασύνδεσης της οικονομίας με τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες και την εξάρτησή της από τον τουρισμό και τις μεταφορές. Συγκεκριμένα, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 9,9%, σε ετήσια βάση, μετά από μια αναθεωρημένη προς τα κάτω αύξηση κατά 4,4% στο προηγούμενο τρίμηνο. Αξίζει να τονιστεί ότι πρόκειται για την εντονότερη συρρίκνωση που έχει καταγραφεί από το πρώτο τρίμηνο του 2009
Η άνοδος του βασικού επιτοκίου διακόπτει προσωρινά τη διολίσθηση της τουρκικής λίρας
Οι αδυναμίες της τουρκικής οικονομίας δεν μπορούν να ξεπεραστούν απλά και μόνο με την αντικατάσταση ορισμένων αξιωματούχων, καθώς αυτές οφείλονται σε συσσωρευμένα διαρθρωτικά προβλήματα, τα οποία επιδεινώθηκαν περαιτέρω, εξαιτίας της θεσμικής διάβρωσης που έχουν προκαλέσει οι εκτεταμένες προεδρικές εξουσίες. Ο πρόεδρος της Τουρκίας προσδοκά ότι με τις αντικαταστάσεις του διοικητή της CBRT και του υπουργού οικονομικών θα κατορθώσει να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των ξένων και των εγχώριων επενδυτών. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το ασφάλιστρο κινδύνου της Τουρκίας (CDS 5-year), αν και έχει υποχωρήσει κατά 122 μονάδες βάσης (μβ) από το επίπεδο των 514 μβ που διαμορφωνόταν στις 6 Νοεμβρίου, μετά τις αλλαγές των νέων αξιωματούχων συνεχίζει να κινείται πολύ υψηλότερα από τα αντίστοιχα παρόμοιων οικονομιών, όπως του Μεξικού (96 μβ), της Βραζιλίας (172 μβ) και της Ινδονησίας (79 μβ). Στο πεδίο των συναλλαγματικών ισοτιμιών, η λίρα έχει ανακτήσει ένα μικρό τμήμα των απωλειών της έναντι του δολαρίου, ωστόσο, σύμφωνα με την ανάλυση, βρίσκεται μακριά από το σημείο που θα επιτρέψει την προοπτική μιας σταθερής ανάκαμψης.
Οι οικονομικοί κίνδυνοι που μπορούν να επηρεάσουν την πορεία της τουρκικής λίρας
Η ανεργία αποτελεί μείζον πρόβλημα για την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό της διαμορφωνόταν τον Αύγουστο στο 13,2%, ήτοι περίπου στο επίπεδο που ήταν τον Μάρτιο.
Παράλληλα, η «περιορισμένη ανεξαρτησία» της κεντρικής τράπεζας μπορεί να προκαλέσει εκ νέου στο μέλλον αστάθεια στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η πιστοληπτική διαβάθμιση της Τουρκίας αξιολογείται σήμερα ως πολύ υψηλού επενδυτικού κινδύνου από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης (S&P: Β+, Moody’s: Β2, Fitch: BB-), εκ των οποίων ο οίκος Fitch αποδίδει μια ελαφρώς καλύτερη βαθμολογία, αν και αναθεώρησε τις οικονομικές προοπτικές της χώρας, τον περασμένο Αύγουστο, σε «αρνητικές» από «σταθερές», εστιάζοντας την απόφασή του στη χαμηλή αξιοπιστία της νομισματικής πολιτικής και στην φθίνουσα πορεία των συναλλαγματικών διαθεσίμων. Σημειώνεται ότι τα καθαρά συναλλαγματικά διαθέσιμα της κεντρικής τράπεζας έχουν υποχωρήσει στα 16,8 δισ. δολάρια ΗΠΑ (Οκτώβριος 2020), ήτοι στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2004, έναντι 41,1 δισ. δολάρια ΗΠΑ, στο τέλος του 2019, καθώς η κεντρική τράπεζα χρησιμοποίησε τα διαθέσιμά της για να πωλήσει δολάρια, κυρίως μέσω των κρατικών τραπεζών, σε μια προσπάθεια στήριξης του εθνικού νομίσματος.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχει αγγίξει τα 27,5 δισ. δολάρια ΗΠΑ, στους πρώτους εννέα μήνες του 2020, λόγω της διεύρυνσης του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο και της μείωσης των εσόδων από υπηρεσίες. Με δεδομένη την αδυναμία προσδιορισμού της χρονικής διάρκειας της πανδημίας και κατά συνέπεια των επιπτώσεών της στη ζήτηση για αγαθά και βασικές υπηρεσίες όπως ο τουρισμός, η επιδείνωση του ελλείματος στο ισοζύγιο δείχνει ότι θα είναι αναπόφευκτη.
Το δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού δεν θα αφήσει αλώβητη την οικονομία της Τουρκίας, ενώ ερωτηματικά γεννά ο τρόπος με τον οποίο ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα αντιμετωπίσει την Τουρκία. Οι σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να επιδεινωθούν περαιτέρω, καθώς η εκλογή Biden ενισχύει τη στάση των ΗΠΑ ενάντια στις στρατιωτικές επεμβάσεις της Τουρκίας στο εξωτερικό και της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό. Ωστόσο, με δεδομένο το δύσκολο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον που επικρατεί στη χώρα, η δημιουργία μιας σειράς θετικών εξελίξεων (νέα πρόσωπα στο οικονομικό επιτελείο, αλλαγή νομισματικής πολιτικής, επαναπροσέγγιση των σχέσεων με ΕΕ και ΗΠΑ) ενδεχομένως να αποτελούν στην παρούσα συγκυρία μια πολιτική τακτική, προκειμένου να διαμορφωθεί η εικόνα για ένα πολλά υποσχόμενο μέλλον.