Για πρώτη φορά από τη μεγάλη κρίση του 2001, που σάρωσε το τουρκικό τραπεζικό σύστημα, η ανησυχία για τις τράπεζες της Τουρκίας κορυφώνεται. Υπακούοντας στα κελεύσματα του προέδρου Ερντογάν και εφαρμόζοντας την ανορθόδοξη συνταγή του για την οικονομία, οι τράπεζες χορηγούν νέα δάνεια με ξέφρενους ρυθμούς, ενώ οι διεθνείς αναλυτές προειδοποιούν ότι μπροστά τους βρίσκεται μια… νάρκη «κόκκινων» δανείων.
Τα συγκεντρωτικά οικονομικά αποτελέσματα α’ εξαμήνου των τουρκικών τραπεζών, που ανακοινώθηκαν πρόσφατα από την εποπτική αρχή (BDDK), δίνουν μια καθησυχαστική εικόνα: αρκετά υψηλή κερδοφορία (4,53 δισ. δολ.), αυξημένη κατά 23,7%, μεγάλη αύξηση καταθέσεων (34,8%), αύξηση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 19,50%.
Όμως, το στοιχείο στους τραπεζικούς ισολογισμούς που δεν επιτρέπει εφησυχασμό βρίσκεται στην πλευρά του ενεργητικού: εφαρμόζοντας το ιδιότυπο τρίπτυχο οικονομικής πολιτικής του Ερντογάν («δάνεια, δάνεια, δάνεια», για να ενισχυθεί η οικονομία), οι τράπεζες αύξησαν τις χορηγήσεις κατά 28,3% σε ετήσια βάση, διογκώνοντας το χαρτοφυλάκιο των δανείων τους, σημαντικό ποσοστό των οποίων δόθηκαν σε ξένο νόμισμα, στα 477,14 δισ. δολ.
Ο ρυθμός αύξησης των δανείων στην Τουρκία
Προς το παρόν, οι τράπεζες δεν φαίνεται να απειλούνται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL). Στα χαρτιά, το ποσοστό τους επί του συνόλου των δανείων δεν ξεπερνά το 5% (4,6%). Βέβαια, για αυτό τον αριθμό χωρά πολλή συζήτηση, αφού οι ορισμοί που υιοθετούνται στην Τουρκία διαφέρουν πολύ από τους διεθνώς καθιερωμένους. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε όταν οι τουρκικές τράπεζες προσπάθησαν να συζητήσουν με ξένους επενδυτές για την πώληση δανείων κατέληξαν σε αδιέξοδο, επειδή δεν υπήρχε συμφωνία όχι μόνο στην τιμολόγηση, αλλά ούτε καν στον ορισμό του μη εξυπηρετούμενου δανείου. Για παράδειγμα, στην Τουρκία ένα δάνειο που περνά σε ρύθμιση επειδή αντιμετωπίζει δυσκολίες ο δανειολήπτης δεν κατατάσσεται στα μη εξυπηρετούμενα.
Ηχηρή προειδοποίηση από την S&P
Στα τέλη του Ιουνίου, ο οίκος S&P Global Ratings προειδοποίησε για επερχόμενη μεγάλη διόγκωση των προβληματικών δανείων, ορισμός που περιλαμβάνει τα μη εξυπηρετούμενα και τα ρυθμισμένα δάνεια. Όπως τόνισε, ως το τέλος του έτους τα προβληματικά δάνεια θα εκτιναχθούν πάνω από το 20%, καθώς ο επιχειρηματικός τομέας έχει υπερβολικά χρηματοδοτικά ανοίγματα σε σχέση με άλλες αναδυόμενες οικονομίες. Όπως τόνισε η S&P, τους κινδύνους αυξάνει η επιτάχυνση του δανεισμού με εγγυήσεις από το κρατικό ταμείο εγγυήσεων και, πιο πρόσφατα, από τις κρατικές τράπεζες, όπως και το μεγάλο ποσοστό δανείων που έχουν χορηγηθεί σε ξένο νόμισμα και φθάνουν το 37% του συνόλου των χορηγήσεων.
Κοντά σε αδιέξοδο
Στο μεταξύ, το παιχνίδι της ξέφρενης πιστωτικής επέκτασης φαίνεται ότι φθάνει στα όριά του:
- Για να επαναφέρει την οικονομία σε ανάπτυξη και να διατηρήσει πολιτική υποστήριξη στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο Ερντογάν υποχρέωσε την κεντρική τράπεζα, απολύοντας μάλιστα τον προηγούμενο διοικητή που είχε αντιρρήσεις, να προχωρήσει σε ακραία μείωση των επιτοκίων, που έπεσαν από το 24% τον Σεπτέμβριο του 2018 στο 8,25% τον Μάιο του 2020. Πλέον, το πραγματικό επιτόκιο της λίρας (αφαιρουμένου του πληθωρισμού) είναι βαθιά αρνητικό, στο -4,5%, αποθαρρύνοντας τις εισροές κεφαλαίων.
- Αυτή η πολιτική κλόνισε την εμπιστοσύνη στη λίρα και προκάλεσε μεγάλες εκροές κεφαλαίων που πίεσαν την ισοτιμία της. Η κεντρική τράπεζα υποχρεώθηκε να «κάψει» μόνο φέτος περισσότερα από 60 δισ. δολ. για να στηρίξει τη λίρα, αλλά την προηγούμενη εβδομάδα φάνηκε να χάνει τον έλεγχο, καθώς η ισοτιμία ξέφυγε από το επίπεδο των 6,85 λιρών/δολ. και κινήθηκε προς τις 7 λίρες. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με υπολογισμούς των Financial Times, αν αφαιρεθούν από τα συναλλαγματικά αποθέματα ο χρυσός και το δανεικό συνάλλαγμα που έχει πάρει η κεντρική τράπεζα από τις εμπορικές τράπεζες και τους Τούρκους καταθέτες, τα στοιχεία ενεργητικού σε ξένο νόμισμα είναι αρνητικά (-32 δισ. δολ.).
- Σε αυτό το σημείο, οι επιλογές πολιτικής για τον Ερντογάν και την κεντρική τράπεζα είναι λίγες και δυσάρεστες: αν θέλουν να αποτρέψουν μια συναλλαγματική κρίση, με μεγάλη πτώση της λίρας που θα φέρει σε αδιέξοδο και τις επιχειρήσεις που έχουν δάνεια σε συνάλλαγμα και θα εκτινάξει τον πληθωρισμό, αργά ή γρήγορα θα υποχρεωθούν να αυξήσουν τα επιτόκια. Όμως, και αυτή η επιλογή θα δημιουργήσει δυσκολίες, αφού θα επιβαρυνθούν οι δανειολήπτες με δάνεια σε τοπικό νόμισμα και θα βαθύνει η ύφεση.
Σύγκρουση με τους τραπεζίτες
Η αύξηση των «κόκκινων» δανείων φαίνεται αναπόφευκτη και ήδη η κυβέρνηση και το τραπεζικό σύστημα προσπαθούν να προετοιμασθούν για τις δυσκολίες που έρχονται. Αυτό, όμως, προκαλεί έντονη αντιπαράθεση ανάμεσα στους τραπεζίτες και τον υπουργό Οικονομικών (και γαμπρό του Ερντογάν), Μπεράτ Αλμπαϊράκ, ο οποίος πιστεύει ότι έχει βρει μια απλή λύση για να συνεχίσουν οι τράπεζες τον ξέφρενο δανεισμό απερίσπαστες από ανησυχίες για την ποιότητα του ενεργητικού τους.
Ο υπουργός Οικονομικών πρότεινε στην ένωση των τουρκικών τραπεζών να συσταθεί μια κρατική bad bank, στην οποία θα μεταφερθούν τα προβληματικά δάνεια. Όμως, η ειδική μελέτη για το θέμα, που παρήγγειλε η ένωση τραπεζών στην Ernst & Young, και παραδόθηκε στις αρχές του Ιουλίου, προκάλεσε… ανατριχίλες στους περισσότερους Τούρκους τραπεζίτες, καθώς κατέληγε στο συμπέρασμα ότι τα δάνεια θα έπρεπε να μεταβιβασθούν σε πολύ χαμηλότερες τιμές από αυτές που ήταν καταγεγραμμένες στα βιβλία των τραπεζών και αυτό θα σήμαινε ότι θα «έγραφαν» μεγάλες ζημιές, που θα μείωναν την κεφαλαιακή τους επάρκεια. «Είναι πολύ νωρίς για να το συζητήσουμε, αλλά πάντως δεν είμαστε διατεθειμένοι να μετάσχουμε σε τέτοιο σχέδιο», δήλωσε τραπεζίτης στο Reuters.
Υπάρχουν ενδείξεις, μάλιστα, ότι οι τραπεζίτες αρχίζουν να «κάνουν νερά» στον Ερντογάν, αρχίζοντας να εφαρμόζουν πιο συντηρητική χρηματοδοτική πολιτική. Προχωρούν σε επιμέρους αυξήσεις επιτοκίων, ενώ περιορίζουν τις ρυθμίσεις για δανειολήπτες που δυσκολεύονται, παρά τις περί του αντιθέτου συστάσεις του υπουργείου Οικονομικών. Το μήνυμα που φαίνεται να στέλνουν προς το προεδρικό παλάτι της Άγκυρας είναι ότι «το πάρτι τελείωσε». Όμως, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα εισακουσθούν…