Την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα που έρχεται να αλλάξει τα δεδομένα σε όλα τα assets της χώρας έδωσε χθες το βράδυ ο αναγνωρισμένος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Ratings, αποτελώντας τον πρώτο μεγάλο οίκο που βγάζει την Ελλάδα από την κατηγορία junk ύστερα από περίπου 13 χρόνια. Πρόκειται για μια κομβική εξέλιξη και τη σοβαρότερη αλλαγή «πίστας» εδώ και πολλά χρόνια για την ελληνική οικονομία.
Μολονότι η αναβάθμιση έρχεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τη χώρα μας, η οποία μαστίζεται από τη χειρότερη φυσική καταστροφή των τελευταίων δεκαετιών με τεράστιες επιπτώσεις στον πρωτογενή τομέα, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ανοίγει τον δρόμο για να επανέλθει η Ελλάδα στην ελίτ της διεθνούς οικονομικής κοινότητας.
Μάλιστα, ο οίκος κάνει λόγο για «εντυπωσιακό ιστορικό» της χώρας, που διασφαλίζει ότι θα ασκηθεί υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική και θα συνεχισθεί η μείωση του δημοσίου χρέους.
Όπως ανακοινώθηκε από τον οίκο DBRS Ratings, «αναβαθμίζονται οι αξιολογήσεις του Μακροπρόθεσμου Χρέους Ξένου και Τοπικού Νομίσματος της Ελληνικής Δημοκρατίας από BB (υψηλό) σε BBB (χαμηλό). Ταυτόχρονα, η DBRS Morningstar αναβάθμισε τις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος – εκδότη της Ελληνικής Δημοκρατίας από R-3 σε R-2 (μεσαία). Οι προοπτικές σε όλες τις αξιολογήσεις παραμένουν σταθερές».
Έτσι, φεύγει από τον ορίζοντα η απαισιοδοξία που είχε καλλιεργηθεί τις τελευταίες ημέρες στη χρηματιστηριακή αγορά, λόγω των φόβων ότι δεν θα γινόταν η αναβάθμιση, ενώ δημιουργούνται οι προϋποθέσεις και για ανοδική αντίδραση στο χρηματιστήριο μετά τη διόρθωση, με αιχμή τις τράπεζες, που κατ' εξοχήν ευνοούνται από την αναβάθμιση. Σημειώνεται ότι μειώνεται κατά 40% το κούρεμα των κρατικών ομολόγων που βάζουν ενέχυρο για δανεισμό από την ΕΚΤ, ενώ η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας θα διευκολύνει την προσπάθειά τους να εκδώσουν ομόλογα στη διεθνή αγορά.
Θυμίζουμε ότι από το μέσον της χθεσινής συνεδρίασης –όταν κυκλοφόρησε η φήμη ότι θα γίνει αναβάθμιση- καταγράφηκε στροφή και αλλαγή κλίματος στο Χ.Α. με δείκτες και μετοχές να γυρνούν θετικά από έντονες απώλειες, κλείνοντας τελικώς με άνοδο και σε κάποιες περιπτώσεις με σημαντικά κέρδη. Οδηγός σε αυτή την αλλαγή σκηνικού ήταν οι τράπεζες που αναμένεται πως θα είναι αυτές που θα τραβήξουν την αγορά και την επόμενη εβδομάδα.
Το σημαντικότερο όφελος από την αναβάθμιση για τη χώρα είναι ότι - όπως τόνισε και η Nomura σε χθεσινή ανάλυση - «θα μείωνε το "κούρεμα" των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ κατά 40% περίπου κατά μέσο όρο και θα εξασφάλιζε τη μελλοντική συμπερίληψη σε όλες τις πράξεις της ΕΚΤ».
Η DBRS δεν έχει μεγάλη βαρύτητα στη διαμόρφωση των διεθνών δεικτών ομολόγων, με βάση τους οποίους κινούνται τα παθητικά διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, για αυτό και αναμένεται με ενδιαφέρον, όπως τόνιζε η Nomura, οι αξιολογήσεις από την S&P (20 Οκτωβρίου) και τη Fitch (1 Δεκεμβρίου).
Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, οι δύο οίκοι κρατούν την Ελλάδα σε απόσταση μίας βαθμίδας από το investment grade, ενώ η S&P έχει ήδη θετικές προοπτικές στην αξιολόγηση, κάτι που σημαίνει ότι βρίσκεται πιο κοντά στην αναβάθμιση. Η πρώτη αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας, είτε από την S&P, ή από τη Fitch θα οδηγήσει στην ένταξη των ελληνικών τίτλων στον δείκτη FTSE/iShares και η επόμενη αναβάθμιση στους δείκτες Bloomberg, κάτι που σημαίνει ότι μόνο τα παθητικά χαρτοφυλάκια (που τοποθετούνται με βάση διεθνείς δείκτες) θα αγοράσουν ελληνικά ομόλογα αξίας τουλάχιστον 2-3 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τη Nomura.
Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από την αναβάθμιση, το κλίμα θα παραμείνει βαρύ λόγω των καταστροφών και των ανησυχιών για την ικανότητα της κυβέρνησης να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις. Επίσης, μένει να δούμε κατά πόσο το ράλι του πρώτου 8μήνου στο χρηματιστήριο έχει προεξοφλήσει μέσα στις τιμές αυτή την αναβάθμιση, ή κατά πόσο μπορεί να δώσει επιπλέον ώθηση στους αγοραστές να αναλάβουν νέα ρίσκα στην αγορά.
Αντίδραση μετά τις διαρροές
Θυμίζουμε πως χθες το ελληνικό χρηματιστήριο έβγαλε αντίδραση μερικής ανασύνταξης με αιχμή πρωτίστως τις τράπεζες. Το Χ.Α. προέρχονταν από έξι πτωτικές συνεδριάσεις στις εφτά τελευταίες, με το Γ.Δ. να χάνει αυτό το διάστημα 5,37%, τον FTSE 25 να υποχωρεί 5,60%, τον Mid Cap -6,50% και τις τράπεζες στο -8,80%.
Ο Γ.Δ. έκλεισε στις 1.259,50 μονάδες με άνοδο 0,96%, μολονότι αρχικά έχανε έως 1,08%, ενώ παρόμοια ήταν η κίνηση και των υπολοίπων κεντρικών δεικτών. O FTSE 25 έκλεισε στις 3.053,25 μονάδες με άνοδο 1,03%, ενώ έφτασε να υποχωρεί 1,07%, με τον Mid Cap να κλείνει με άνοδο 1,13% στις 2.060,88 μονάδες, έχοντας μεγάλη διακύμανση 2,88%. Τέλος, ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε στις 992,88 μονάδες με άνοδο 2,19%, ενώ αρχικά έφτασε να υποχωρεί 1,35% και να κερδίζει λίγο πριν το τέλος 2,90%.
Σε εβδομαδιαίο επίπεδο, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε πτώση 3,08%, o FTSE 25 υποχώρησε κατά 3,15%, ο Mid Cap έχασε 4,05%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης είχε απώλειες 4,51%. Σε επίπεδο έτους, ο Γ.Δ. κρατάει κέρδη 35,46%, ο FTSE 25 είναι στο +35,61%, o Mid Cap ενισχύεται κατά 46,01%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης, παρά την πτώση των τελευταίων ημερών ενισχύεται κατά 55%. Η εβδομάδα εκτυλίχθηκε υπό τη σκιά των δραματικών γεγονότων στη χώρα από τις φυσικές καταστροφές που έχουν λάβει πολύ μεγάλες διαστάσεις, αλλάζοντας πλήρως όλη την ατζέντα σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Τι λέει ο οίκος
Η αναβάθμιση αντανακλά την άποψη της DBRS ότι, σύμφωνα με το εντυπωσιακό ιστορικό της Ελλάδας, οι ελληνικές αρχές θα παραμείνουν προσηλωμένες στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, διασφαλίζοντας ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε πτωτική τάση. Η σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και των αποτελεσμάτων για το χρέος ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για την εφαρμογή ενός συνετού δημοσιονομικού σχεδίου που οδηγεί στην αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες το 2022, η ελληνική οικονομία επέδειξε ανθεκτικότητα, επιτυγχάνοντας ρυθμό ανάπτυξης 5,9% με επίσης συνεχιζόμενες βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, υποστηριζόμενες από την ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις και την ανάκαμψη του τουριστικού τομέα.
Καθώς το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRP ή Greece 2.0) συνεχίζει να εφαρμόζεται, οι επενδύσεις θα εξακολουθήσουν να αποτελούν σημαντική πηγή ανάπτυξης, αν και υπάρχουν εξωτερικοί καθοδικοί κίνδυνοι.
Η βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας αντανακλά επίσης την ενίσχυση της συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τα θεσμικά όργανα του ευρωσυστήματος, η οποία απορρέει από προηγούμενες δημοσιονομικές εξυγιώσεις και μεταρρυθμίσεις.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα εξακολουθεί να επωφελείται από ισχυρά οφέλη στήριξης και χρηματοδότησης σε περιόδους κρίσης, ιδίως με τα νέα εργαλεία και μέσα του συστήματος ΕΕ/ευρώ που έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια.
Οι βελτιώσεις στα δομικά στοιχεία «Δημοσιονομική Διαχείριση και Πολιτική» και «Χρέος και Ρευστότητα» είναι οι βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Οι αξιολογήσεις BBB (χαμηλή) της Ελλάδας και η σταθερή τάση υποστηρίζονται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και τη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή προηγούμενων οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο όσον αφορά την εκτέλεση του Συμφώνου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο συνίσταται σε μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις χωρίς αποκλεισμούς, μειώνοντας έτσι το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των ομολόγων της στη ζώνη του ευρώ.
Η DBRS είναι της άποψης ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, στηρίζοντας παράλληλα την αύξηση των επενδύσεων με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος.
Οι αξιολογήσεις περιορίζονται από τις οικονομικές κληρονομιές που κληρονόμησε η παρατεταμένη κρίση στην Ελλάδα, δηλαδή τον πολύ υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το ακόμη σημαντικό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και το υψηλό ποσοστό ανεργίας.