Μπορεί η Δύση να έχει η ίδια απομονώσει πλήρως τη Ρωσία από τις αγορές πετρελαίου, αλλά η Μόσχα διαθέτει ακόμη συμμάχους, κυρίως στην Ασία, που φροντίζουν να τη βοηθήσουν να συνεχίσει να εξάγει πετρέλαιο και φυσικά να κινδυνεύει λιγότερο από το να δει άδεια τα δημόσια ταμεία της.
Όπως αναφέρει εκτενής ανάλυση του Reuters τους τελευταίους μήνες έχει αυξηθεί η παρουσία μικρών, άγνωστων μέχρι πρότινος ομίλων μεταφοράς και trading πετρελαίου, με τις περισσότερες εξ αυτών να δηλώνουν ως έδρα το Χονγκ Κονγκ και το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς να είναι αρκετά ομιχλώδες.
Μία εξ αυτών είναι η Guron Trading, η οποία πριν από μικρό χρονικό διάστημα μετέφερε 100.000 τόνους ρωσικού πετρελαίου, με τουλάχιστον 40 μεσάζοντες να μεταφέρουν το μεγαλύτερο μέρος των ρωσικών εξαγωγών στο α’ τρίμηνο του 2023, ενώ μία ακόμη είναι η Bellatrix Energy, επίσης με έδρα το Χονγκ Κονγκ.
Οι νέοι παίκτες έχουν στείλει τουλάχιστον το ήμισυ των συνολικών εξαγωγών αργού και διυλισμένων προϊόντων της Ρωσίας, ύψους 6-8 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως κατά μέσο όρο φέτος, μετατρέποντας τις ελάχιστα γνωστές εταιρείες συλλογικά σε μερικούς από τους μεγαλύτερους εμπόρους πετρελαίου στον κόσμο, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters που βασίζονται σε ιδιωτικές πληροφορίες από τις 10 πηγές συναλλαγών και στοιχεία της Eikon.
Οι εταιρείες άρχισαν να εμφανίζονται μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, με έως και 30 μεσάζοντες να εμπλέκονται στις συναλλαγές κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, σύμφωνα με τα στοιχεία.
Δεν υπάρχει καμία υπόνοια ότι οι συναλλαγές παραβιάζουν τις κυρώσεις, αν και μπορεί να δυσχεράνουν τις υπηρεσίες επιβολής κυρώσεων στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες να παρακολουθούν τις ρωσικές συναλλαγές και τις τιμές του πετρελαίου. Την ίδια ώρα προκύπτει ότι τον Μάιο, η Ρωσία, ένας από τους τρεις μεγαλύτερους παραγωγούς πετρελαίου στον κόσμο, προμήθευσε ποσότητες ρεκόρ στην Κίνα και την Ινδία, οι οποίες δεν έχουν επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα και έγιναν οι κύριοι αγοραστές της, αφού οι κυρώσεις της Ευρώπης, των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων δυνάμεων περιόρισαν τις δικές τους αγορές.
Το αυξανόμενο δίκτυο των νέων εμπόρων επικαλύπτεται με μια ανθηρή αγορά για παλιά πετρελαιοφόρα που προμηθεύονται νέες εταιρείες για να μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο, το οποίο οι δυτικοί αποφεύγουν. Το νέο εμπορικό δίκτυο και οι πρακτικές αυξάνουν τους οικονομικούς κινδύνους για τις ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες που συναλλάσσονται με άγνωστες οντότητες με περιορισμένο πιστωτικό ιστορικό.
Με τη βοήθεια αυτού του δικτύου, οι ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου από όλα τα θαλάσσια λιμάνια έφθασαν σε πολυετή υψηλά επίπεδα τον Απρίλιο και τον Μάιο, σχεδόν στα 4 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters που βασίζονται σε δημοσκοπήσεις μεταξύ 10 εμπόρων, καθώς και σε προγράμματα φόρτωσης ρωσικών λιμένων και στοιχεία της Refinitiv.
Τον Μάιο, οι ρωσικές θαλάσσιες προμήθειες πετρελαίου προς την Ινδία, η οποία ήταν ένας μικρός αγοραστής ρωσικού πετρελαίου πριν από τον πόλεμο, έφτασαν στο ρεκόρ των 1,95 εκατ. βαρελιών ημερησίως, ενώ η Κίνα εισήγαγε 2,29 εκατ. βαρέλια ημερησίως.
Μόνο η Lukoil συνεχίζει να εμπορεύεται πετρέλαιο μέσω του εμπορικού της τμήματος - Litasco - το οποίο μετέφερε στο Ντουμπάι από τη Γενεύη.
Η στρατηγική ενέχει κινδύνους για τους Ρώσους παραγωγούς. Η Βενεζουέλα, η οποία χρησιμοποιεί ένα παρόμοιο σύστημα για τη διακίνηση πετρελαίου, έχει υποστεί προβλήματα πληρωμών, απάτες και απώλειες. Αν και δεν έχουν αναφερθεί μέχρι σήμερα περιπτώσεις μη πληρωμής, οι καθυστερήσεις έχουν προκαλέσει κάποια προβλήματα, δήλωσαν έμποροι που εμπλέκονται στις ρωσικές πετρελαϊκές επιχειρήσεις.