Προσπάθεια να αλλάξει η ατζέντα σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο καταβάλλεται τις τελευταίες ημέρες από την ευρύτερη αγορά, την κυβέρνηση, το οικονομικό επιτελείο αλλά και τις επιχειρήσεις, περίπου 25 ημέρες μετά το τρομερό δυστύχημα των Τεμπών που συγκλόνισε τη χώρα, φέρνοντας και σημαντικούς τριγμούς στην κυβέρνηση αλλά και στο χρηματιστήριο.
Η αγορά, μετά το σοκ των πρώτων δύο εβδομάδων του Μαρτίου, που συνέπεσαν με τη διεθνή τραπεζική αρχίζει, αρχίζει και βρίσκει τις νέες της ισορροπίες, ενώ τις τελευταίες ημέρες υπάρχει κινητικότητα σε πολλά επίπεδα που μαρτυρούν την προσπάθεια φυγής προς τα εμπρός, με στόχο το focus να επανέλθει στην οικονομία και τις επιχειρήσεις.
Όπως σημειώνουν αναλυτές, όλες οι τελευταίες δυσμενείς εξελίξεις «αδίκησαν» το χρηματιστήριο, φέρνοντας πολύ μεγάλους τριγμούς, μολονότι η χώρα βρίσκεται σε ένα καλό οικονομικό timing, όπως μαρτυρούν όλοι οι δείκτες. Οι ελληνικές τράπεζες όχι μόνο αντέχουν αλλά είναι πολύ καλά θωρακισμένες, κάτι που επιβεβαιώνουν όλοι οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης και φέρνουν πολύ καλά αποτελέσματα, καθώς ευνοούνται από τα αυξημένα επιτόκια.
Οι ελληνικές εισηγμένες παρουσίασαν το 2022 την καλύτερη χρήση είτε της τελευταίας 15ετίας, είτε την καλύτερη όλων των εποχών, δικαιολογώντας και με το παραπάνω τις τωρινές αποτιμήσεις τους στο ταμπλό του Χ.Α. Επιχειρήσεις όπως ΟΠΑΠ, Τιτάν, Viohalco, Mytilineos, ElvalHalcor, Cenergy Holdings, Jumbo, Autohellas, Aegean Airlines, ΟΛΠ κ.α. πέτυχαν ιστορικά υψηλά πωλήσεων αλλά και κερδών, ενώ νέα ιστορικά υψηλά θα ανακοινώσουν και τα δύο μεγάλα διυλιστήρια της χώρας προσεχώς, οι Helleniq Energy και Motor Oil.
Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά την άνοδο που έχει κάνει το ελληνικό χρηματιστήριο το πρώτο δίμηνο και το τελευταίο πεντάμηνο, η οποία βεβαίως «ψαλιδίστηκε» μερικώς από την πρόσφατη διόρθωση, η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. διαμορφώνεται στην περιοχή των 73 δισ. ευρώ ήτοι περίπου στο 1/3 ή στο 30% έως 35% του ΑΕΠ, όταν ο αντίστοιχος συσχετισμός σε διεθνές επίπεδο είναι στο 80% με 85%. Δηλαδή, με αυτό το κριτήριο, η αγορά παραμένει σοβαρά υποτιμημένη.
Παράλληλα, οι αναβαθμίσεις ισχυρών μετοχών του Χ.Α. από εγχώριους αλλά και διεθνείς οίκους συνεχίζονται, κάτι που δείχνει την πίστη για υψηλότερες αποτιμήσεις. Εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε ότι το Χ.Α. παραμένει μια αγορά οικονομίας που δεν έχει επενδυτική βαθμίδα, που όταν αποκτηθεί, θα αλλάξει όλη την εικόνα ελκυστικότητας για τα διεθνή κεφάλαια.
Επίσης, τις τελευταίες ημέρες, η κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι έχει ακόμη δύο «γεμάτους» μήνες έως τις εκλογές, προσπαθεί να «τρέξει» όσο το δυνατόν περισσότερα projects, να προλάβει υπογραφές και να σηματοδοτήσει τη φυγή προς τα εμπρός. Αυτή την εβδομάδα «κλείδωσαν» δύο πολύ σημαντικές συμβάσεις όπως η απόκτηση του 67% του λιμανιού Ηγουμενίτσας από τον όμιλο Γκριμάλντι έναντι 84,17 εκατ. ευρώ, και η μεταβίβαση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά στον εφοπλιστή Γ. Προκοπίου.
Στον ίδιο μήκος κύματος είναι και η προσπάθεια εξεύρεσης λύσης στον Γόρδιο Δεσμό της εξυγίανσης της Attica Bank με τη (νέα) σύγκλιση των υποψήφιων επενδυτών Μπάκου - Καϋμενάκη - Εξάρχου με τους υφιστάμενους μετόχους της τράπεζας, με στόχο η Thrivest, συμφερόντων των τριών πρώτων, να μπει στην αύξηση κεφαλαίου και στην πορεία να αποκτήσει δεσπόζοντα ρόλο. Στόχος είναι να δημιουργηθεί ο 5ος τραπεζικός πυλώνας, πέρα από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Χθες, επίσης, έγινε γνωστό ότι η Optima Bank έλαβε το πράσινο φως για την εισαγωγή των μετοχών της στο ελληνικό χρηματιστήριο μόλις τριάμισι χρόνια μετά τη σύστασή της, κάτι θετικό ασφαλώς για το Χ.Α., καθώς ο κλάδος των τραπεζών αποτελεί τη ναυαρχίδα του.
Πέραν των ανωτέρω, στην αγορά συνεχίζονται οι ανακοινώσεις αποτελεσμάτων, αλλά και οι έντονες διεργασίες για επιχειρηματικές συμφωνίες, όπως οι συζητήσεις μεταξύ της Ελλάκτωρ και της Intrakat για τη μεταβίβαση της Άκτωρ.
Η αγορά, λοιπόν, μετά τα υψηλά των 1.140 μονάδων της 1ης Μαρτίου και την απότομη διόρθωση έως τις 998,29 μονάδες που ήταν τα ενδοσυνεδριακά χαμηλά της περασμένης Δευτέρας, αναζητά τις νέες ισορροπίες της στη ζώνη των 1.050 μονάδων, όπου συσσωρεύει τις τελευταίες ημέρες.
Πεδίο προβληματισμού ασφαλώς είναι η κατακόρυφη μείωση της αξίας συναλλαγών, κάτι που ασφαλώς συναντάται και στις διεθνείς αγορές τις τελευταίες ημέρες ενόψει της έντονης αβεβαιότητας, ενώ στο Χ.Α. φαίνεται πως συνδέεται και με τις ανησυχίες για τις πολιτικές εξελίξεις. Μετά τα 76,2 εκατ. ευρώ της Τετάρτης, χθες ο τζίρος συρρικνώθηκε περαιτέρω στα 66,2 εκατ. ευρώ επίδοση που παραπέμπει στις αρχές Ιανουαρίου 2023, όταν η αγορά υπολειτουργούσε ακόμη και οι ξένοι απείχαν, όπως παραδοσιακά γίνεται τις ημέρες κοντά σε εορτές.
Σε αυτή τη φάση, η αγορά παραμένει ανήσυχη για τη διεθνή κατάσταση και τα αυξανόμενα επιτόκια, ενώ στην εξίσωση μπαίνει και πάλι ο παράγοντας του πολιτικού ρίσκου και ειδικότερα οι υπολογισμοί για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Άρα, αυτό που βλέπει η αγορά είναι τουλάχιστον τρεις – τέσσερις μήνες αβεβαιότητας, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό σε μια συγκυρία πολύ μεγάλης δραστηριότητας, με πολλαπλά deals, με την τουριστικό σεζόν να «τρέχει» και τα πακέτα του Ταμείου Ανάκαμψης να έχουν μπει σε μια καλή ροή.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, οι επενδυτές προτιμούν τη στάση αναμονής, χωρίς όμως να προχωρούν σε βεβιασμένες πωλήσεις και αυτό δείχνει ότι ευελπιστούν σε κάποια καλύτερη εξέλιξη προσεχώς.