Περιπλέκονται οι συνομιλίες στην Ελβετία για τη διάσωση της Credit Suisse με απορρόφηση από τη UBS, που έχουν στόχο να ανακοινωθεί μια συμφωνία αύριο το απόγευμα, καθώς η διοίκηση της UBS θέτει ως όρο για να προχωρήσει μια συμφωνία την παροχή κρατικών εγγυήσεων για ενδεχόμενες μελλοντικές ζημιές από τις δραστηριότητες της Credit Suisse που θα απορροφήσει.
Όπως μεταδίδει το Bloomberg, η UBS βρίσκεται σε συζητήσεις για την κάλυψη από το κράτος ενδεχόμενων μελλοντικών ζημιών της Credit Suisse, οι οποίες κατά κύριο λόγο μπορεί να προέλθουν από νομικά θέματα. Η διοίκηση της UBS, που ήταν εξαρχής εχθρική στο deal, αλλά υποχρεώθηκε να το συζητήσει υπό την πίεση των ελβετικών αρχών, θέλει να αποφύγει τον κίνδυνο μελλοντικής επιβάρυνσης από εκκρεμότητες που έχει η Credit Suisse.
Σημειώνεται ότι η Credit Suisse είχε εγγράψει στον ισολογισμό του 2022 προβλέψεις 1,2 δισ. ελβετικών φράγκων για νομικούς κινδύνους, ενώ σημείωνε στις οικονομικές καταστάσεις ότι είναι ενδεχόμενο να υποστεί ζημιές ύψους επιπλέον 1,2 δισ. φράγκων από αγωγές και έρευνες των εποπτικών αρχών εις βάρος της.
Η παροχή κρατικών εγγυήσεων σε τράπεζες είναι ένα θέμα που προκαλεί αντιπαραθέσεις εντός του πολιτικού συστήματος της Ελβετίας. Το επταμελές Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της χώρας, το οποίο ελέγχει την κυβέρνηση, θα πρέπει να επιλύσει πολύ γρήγορα τις διαφορές μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, που έχουν το καθένα από δύο μέλη στο Συμβούλιο, ώστε να «ανάψει πράσινο» για τη συμφωνία συγχώνευσης.
Την Πέμπτη, το μεγαλύτερο κόμμα της χώρας, το δεξιό Λαϊκό Κόμμα, είχε εκφρασθεί ανοικτά αρνητικά για την παροχή κρατικών εγγυήσεων στην Credit Suisse, πριν ακόμη τεθεί το ενδεχόμενο απορρόφησης από τη UBS. Ο Τόμας Μάτερ, εκπρόσωπος του κόμματος, είχε τονίσει ότι δεν πρέπει να δοθούν κρατικές εγγυήσεις και ότι ήταν ευθύνη της Εθνικής Τράπεζας της Ελβετίας να χορηγήσει ρευστότητα (προσφέρθηκαν, τελικά, 54 δισ. δολ.), όπως και έγινε.
Το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα, των Σοσιαλδημοκρατών, που επίσης έχει δύο θέσεις στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, είχε τοποθετηθεί θετικά για την παροχή εγγυήσεων στην Credit Suisse, υπό τον όρο, όμως, ότι θα προβλεπόταν επαρκής ανταμοιβή.
Οι συζητήσεις για τη διάσωση της Credit Suisse θα συνεχισθούν όλο το Σαββατοκύριακο, καθώς η συγχώνευση των δύο μεγάλων τραπεζών της Ελβετίας είναι το «σχέδιο Α» για τις ελβετικές εποπτικές αρχές, όπως έγραψαν οι "Financial Times", σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα.
Η κρίση με επίκεντρο την Credit Suisse, στον απόηχο της κατάρρευσης της Sillicon Valey Bank και δύο μικρότερων τραπεζών στις ΗΠΑ, προκάλεσε ισχυρές πιέσεις στις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές. Στις συνεδριάσεις της εβδομάδας που πέρασε ο τραπεζικός δείκτης του ευρωπαϊκού Stoxx 600 υποχώρησε περισσότερο από 11%.
Πτώση 11,5% σε πέντε συνεδριάσεις για τον Stoxx 600 Banks
Η Credit Suisse θεωρείται σημαντική τράπεζα για τη σταθερότητα του διεθνούς συστήματος και η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας έσπευσε να ανοίξει γραμμή χρηματοδότησής της με έως και 54 δισ. δολ., σε μια προσπάθεια να μετριάσει τους φόβους για τη ρευστότητα της τράπεζας, που πλήττεται από συνεχείς εκροές κεφαλαίων -μόνο στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 οι απώλειες κεφαλαίων υπό διαχείριση ξεπέρασαν τα 100 δισ. δολ.
Όμως, αυτή εκτιμάται από τους αναλυτές ότι ήταν μόνο μια προσωρινή λύση, καθώς η Credit Suisse εμφάνισε μεγάλες ζημιές το 2022, ύψους 7,3 δισ. φράγκων, που υπερκάλυψαν τα κέρδη όλης της προηγούμενης δεκαετίας. Εκτιμάται ότι θα παραμείνει ζημιογόνα για αρκετό διάστημα, μέχρι (και αν...) αποδώσει το σχέδιο αναδιοργάνωσης που εφαρμόζεται.
Αν οι ζημιές πιέσουν τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας κάτω από τα ελάχιστα εποπτικά όρια, η Credit Suisse θα είναι πολύ δύσκολο να προχωρήσει σε μια αύξηση κεφαλαίου, όπως έκανε το 2022, καθώς η Saudi National Bank, μεγαλύτερος μέτοχος με ποσοστό 9,9%, ξεκαθάρισε ότι δεν θα εισφέρει άλλα κεφάλαια.
Με αυτά τα δεδομένα, τα διοικητικά συμβούλια των δύο τραπεζών θα συνεδριάσουν ξεχωριστά αυτό το Σαββατοκύριακο για να σταθμίσουν την ιδέα της συγχώνευσης. Οι συζητήσεις αυτές ενορχηστρώνονται από την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας και την εποπτική αρχή, Finma.
Η UBS και η Credit Suisse αντιτίθενται σε μια αναγκαστική συγχώνευση, όπως έχει αναφέρει το Bloomberg. Η UBS θα προτιμούσε να επικεντρωθεί στη δική της, αυτόνομη στρατηγική με επίκεντρο τη διαχείριση περιουσίας και είναι απρόθυμη να αναλάβει κινδύνους που σχετίζονται με την Credit Suisse, ανέφεραν στο πρακτορείο πηγές που δεν θέλησαν να κατονομασθούν.
Το αντικείμενο μιας συμφωνίας παραμένει απροσδιόριστο, καθώς η UBS φέρεται να διερευνά την εξαγορά του συνόλου ή τμημάτων της Credit Suisse. Ελβετοί αξιωματούχοι πιέζουν τη UBS να εξετάσει διάφορους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να εμπλακεί σε μια λύση για την Credit Suisse,
Η κυβέρνηση, η κεντρική τράπεζα και η Finma βρίσκονται σε στενή επαφή για να συζητήσουν περαιτέρω τρόπους σταθεροποίησης της Credit Suisse, όπως ανέφερε το Bloomberg νωρίτερα αυτή την εβδομάδα. Οι ιδέες που προέκυψαν περιελάμβαναν τον διαχωρισμό της ελβετικής μονάδας της τράπεζας, που αποτελεί και το «διαμάντι του στέμματος» της Credit Suisse, και την απορρόφηση των άλλων τμημάτων της από τη UBS.
Η χρηματιστηριακή αξία της Credit Suisse έχει βυθισθεί σε περίπου 7,4 δισ. ελβετικά φράγκα, με βαρύτατες απώλειες από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί το 2007, με την κεφαλαιοποίηση να υπερβαίνει τα 100 δισ. φράγκα. Η αξία της UBS είναι πολλαπλάσια. Διαμορφώθηκε χθες στη Wall Street στα 56,8 δισ. δολ., υποχωρώντας κατά 5,50% στη διάρκεια της συνεδρίασης. Πάντως, κέρδισε 5,2% στις συναλλαγές μετά τη λήξη της συνεδρίασης, όταν είχαν δημοσιευθεί οι πληροφορίες των "FT" για τη συζητούμενη συγχώνευση.
Το μεγάλο ερώτημα ενόψει των δραματικών διαβουλεύσεων του Σαββατοκύριακου είναι αν η UBS θα δεχθεί τελικά, υπό την πίεση των ελβετικών αρχών, να απορροφήσει τα χειρότερα τμήματα της Credit Suisse, καθώς οι αρχές επιδιώκουν να παραμείνει ανεξάρτητη η ελβετική τραπεζική μονάδα της Credit Suisse, που θεωρείται ότι έχει μεγάλη σημασία για την εθνική οικονομία και η αξία της υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 10 δισ. ελβετικά φράγκα, δηλαδή είναι μεγαλύτερη από τη χρηματιστηριακή αξία ολόκληρου του ομίλου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελβετική μονάδα έχει παραμείνει κερδοφόρα, ακόμη και τα τελευταία χρόνια, όταν οι υπόλοιποι τρεις κλάδοι εμφάνισαν ζημιές.