Πότε και με ποιο ρυθμό θα αρχίσει η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) να κλείνει τη στρόφιγγα παροχής ρευστότητας στις αγορές; Αυτή η ερώτηση των... 120 δισ. δολαρίων το μήνα (σε αυτό το ποσό ανέρχονται οι αγορές ομολόγων, στο πλαίσιο του έκακτου προγράμματος για την πανδημία) πήρε χθες μια πρώτη απάντηση μέσα από τη δημοσίευση των πρακτικών της τελευταίας συνεδρίασης των κεντρικών τραπεζιτών: ίσως και πριν το τέλος του έτους, η στρόφιγγα θα αρχίσει να κλείνει.
Η χθεσινή σημαντική, αλλά όχι δραματική, πτώση των βασικών δεικτών στη Wall Street (ο Dow Jones και ο S&P 500 έχασαν περισσότερο από 1%) συνοψίζει, ίσως, την ερμηνεία που έγινε από την αγορά στα δημοσιευμένα πρακτικά της Fed: πλέον είναι σαφές ότι αρχίζει να γίνεται ορατός ο τερματισμός ενός έκτακτου προγράμματος νομισματικής πολιτικής, το οποίο συντέλεσε στα ρεκόρ του χρηματιστηρίου και στη μεγάλη συμπίεση του κόστους δανεισμού του κράτους και των επιχειρήσεων. Από την άλλη, αυτή η προοπτική δεν προκαλεί πανικό στους επενδυτές, αφενός επειδή δεν προκάλεσε έκπληξη, αφετέρου επειδή έγινε και πάλι σαφές ότι η Fed δεν πρόκειται να κάνει απότομες κινήσεις που θα προκαλέσουν δραματική αλλαγή του επενδυτικού κλίματος.
Σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που έχει μοναδική αποστολή τον έλεγχο του πληθωρισμού, η Fed έχει διπλό καταστατικό στόχο: να εξασφαλίζει τη μεγιστοποίηση της απασχόλησης, διατηρώντας παράλληλα τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. Το ειδικό πρόγραμμα αγοράς τίτλων για την περίοδο της πανδημίας, στο πλαίσιο του οποίου αγοράζονται κάθε μήνα κρατικά ομόλογα αξίας 80 δισ. δολ. και τιτλοποιημένα στεγαστικά δάνεια αξίας 40 δισ. δολ., ήταν το βασικό εργαλείο που χρησιμοποίησε η Fed για να βοηθήσει την επαναφορά της απασχόλησης στα προ πανδημίας επίπεδα (η δευτερογενής επίδραση, βέβαια, ήταν να γίνουν... τούρμπο οι αγορές).
Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν τώρα μπροστά τους δύσκολες αποφάσεις, αφού η σημαντική άνοδος του πληθωρισμού στο 3,5% τον Ιούλιο, ακόμη και αν είναι πρόσκαιρη, όπως εκτιμά η Fed, δεν παύει να ασκεί πίεση για το «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής. Από την άλλη, η αγορά εργασίας, παρότι οι συνθήκες συνεχώς βελτιώνονται, δεν παύει να έχει 5,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας λιγότερες από την προ πανδημίας εποχή. Έτσι, το ερώτημα είναι πότε θα κρίνει η Fed ότι έχει εκπληρωθεί ο στόχος για την απασχόληση, ώστε να αρχίσει το tapering, δηλαδή τη σταδιακή μείωση των αγορών ομολόγων.
Τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης έδειξαν ότι το μόνο στο οποίο συμφώνησαν οι τραπεζίτες ήταν ότι ο στόχος για την απασχόληση «θα μπορούσε να επιτευχθεί φέτος». Με άλλα λόγια, εάν και τους επόμενους μήνες συνεχίσουν να αυξάνονται οι θέσεις εργασίας με καλούς ρυθμούς, χωρίς κάποια ανατροπή λόγω μιας απρόσμενης επιδείνωσης στο μέτωπο της πανδημίας, η Fed θα πρέπει να αρχίσει να κόβει σταδιακά την αξία των ομολόγων που αγοράζει κάθε μήνα, με την προοπτική να πέσει, σε μελλοντικό χρόνο, από τα 120 δισ. στο μηδέν.
Φαίνεται, όμως, ότι αυτό ήταν το μοναδικό σημείο στο οποίο υπήρξε συμφωνία στη συνεδρίαση στις 27 και 28 Ιουλίου, καθώς οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν κατάφεραν να βρουν κοινό τόπο σε άλλες βασικές πτυχές της νομισματικής πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι για αρκετούς μήνες ακόμη οι αγορές θα πρέπει να συνεχίσουν να καταστρώνουν σενάρια για τις επόμενες κινήσεις της Fed και να στοιχηματίζουν ανάλογα, κάτι που εκτιμάται ότι είναι πιθανό να ενισχύσει τη μεταβλητότητα των τιμών.
Για παράδειγμα, κοινή γραμμή δεν διαμορφώθηκε για τον ακριβή χρόνο έναρξης της μείωσης των αγορών ομολόγων, ούτε για το ρυθμό που θα έχει. Οι τραπεζίτες δεν συμφώνησαν ούτε στο αν αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο για την οικονομία η έξαρση του πληθωρισμού, η διατήρηση της σχετικά υψηλής ανεργίας, ή οι ενδεχόμενες αναζωπυρώσεις της πανδημίας. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι εξαιρετικά σημαντικές για την κατεύθυνση που θα πάρει η νομισματική πολιτική: για παράδειγμα, αν ο πληθωρισμός αξιολογείται ως σοβαρότερος κίνδυνος, τότε θα πρέπει να γίνουν και επιθετικότερες κινήσεις για τη μείωση των αγορών τίτλων.
Από τα πρακτικά φαίνεται ότι στη ζυγαριά της Fed μπήκε από τη μία ο πληθωρισμός και από την άλλη η ανάγκη να δείξει η κεντρική τράπεζα «υπομονή» στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής, μέχρι να γίνουν περισσότερες προσλήψεις. Ταυτόχρονα, σημειώνονται και «οι κίνδυνοι αύξησης των κρουσμάτων COVID-19 που σχετίζονται με την εξάπλωση της παραλλαγής Delta θα μπορούσαν να προκαλέσουν καθυστερήσεις στην επιστροφή στην εργασία και το σχολείο, και έτσι να περιορίσουν την οικονομική ανάκαμψη». Με βάση αυτές τις διατυπώσεις, φαίνεται ότι πρωτίστως, σε αυτή την φάση, η Fed θέλει να αποφύγει να διαταράξει την οικονομική ανάκαμψη, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τον πληθωρισμό, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα κάνει απότομες κινήσεις σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.
Γεγονός είναι ότι για τους επενδυτές -και όχι μόνο στις ΗΠΑ- η συνεδρίαση της Fed στο τέλος Ιουλίου σηματοδοτεί την είσοδο σε μια νέα εποχή, στην οποία θα πρέπει να προσαρμοσθούν: τα μυθικά ποσά που διέθεσαν η Fed και άλλες μεγάλες κεντρικές τραπεζες για να στηρίξουν τις οικονομίες και τις αγορές στη διάρκεια της πανδημίας μέσα στους επόμενους μήνες θα αρχίσουν να αποσύρονται και οι αγορές θα πρέπει να αναζητήσουν τρόπο για να συνεχίσουν την κούρσα τους χωρίς... στεροειδή.