Τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, σύμφωνα με δήλωση της τομεάρχη Κοινωνικής Συνοχής και Πρόνοιας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Κατερίνας Νοτοπούλου, υπογραμμίζουν την αναποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα της στέγασης.
Όπως επισημαίνεται, τα νέα μέτρα χαρακτηρίζονται από αποσπασματικότητα και προσωρινότητα, ενώ λαμβάνονται υπό το βάρος της αυξανόμενης κοινωνικής δυσαρέσκειας για τη στεγαστική κρίση που εντάθηκε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της ΝΔ.
Η κυρία Νοτοπούλου σημειώνει πως μετά από τρία χρόνια εφαρμογής του προγράμματος "Ανακαινίζω-Νοικιάζω", το οποίο θεωρείται αποτυχημένο, η κυβέρνηση προχωρά σε νέο πρόγραμμα ανακαίνισης με υψηλότερη επιδότηση.
Ωστόσο, στόχος είναι η ένταξη μόλις 11.000 κλειστών διαμερισμάτων στην αγορά, όταν, σύμφωνα με εκτιμήσεις, απαιτούνται 200.000 για την εξισορρόπηση των τιμών, ενώ τα κλειστά διαμερίσματα υπερβαίνουν τα 2,5 εκατομμύρια βάσει της τελευταίας απογραφής της ΕΛΣΤΑΤ.
Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει διαθέσει 400 εκατ. ευρώ για το νέο πρόγραμμα, ενώ ήδη έχουν διοχετευθεί 2 δισ. ευρώ δημόσιων πόρων στις τράπεζες για τα προγράμματα "Σπίτι μου Ι και ΙΙ". Τα εκταμιευμένα δάνεια ανέρχονται σε 13.500, παρά το γεγονός ότι οι αιτήσεις έχουν ξεπεράσει τις 200.000.
Με αυτούς τους πόρους, θα μπορούσαν να κατασκευαστούν 30.000 νέες κοινωνικές κατοικίες.
Επιπλέον, η εξαγγελία επιστροφής πρώτου και δεύτερου ενοικίου για γιατρούς, νοσηλευτές και εκπαιδευτικούς δεν επιλύει το τεχνικό πρόβλημα της πλατφόρμας, καθώς απαιτείται η φορολογική δήλωση της προηγούμενης χρονιάς.
Επίσης, εξαιρούνται αναπληρωτές και συμβασιούχοι που αλλάζουν κατοικία και τόπο εργασίας κάθε χρόνο.
Η αναβάθμιση κτιρίων του Δημοσίου σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές για τη στέγαση δημοσίων υπαλλήλων, σύμφωνα με την κριτική, δεν συνοδεύεται από ενίσχυση των υπηρεσιών και υποδομών υγείας και παιδείας στην περιφέρεια.
Προηγούμενα αντίστοιχα προγράμματα είχαν περιορισμένη ζήτηση, με μόλις 500 ωφελούμενους.
Η τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υποστηρίζει ότι ο πυρήνας των μέτρων εξυπηρετεί ιδιωτικά εργολαβικά συμφέροντα, μέσω της λεγόμενης "Κοινωνικής Αντιπαροχής".
Στο συγκεκριμένο σχήμα, οι εργολάβοι λαμβάνουν τρεις κατοικίες του Δημοσίου και παραδίδουν μία, ενώ προωθούνται νέα κίνητρα που αναμένεται να εφαρμοστούν σε βάθος πενταετίας ή δεκαετίας και σε περιορισμένη έκταση.
Η κυβέρνηση, κατά την ίδια άποψη, δημιουργεί μια Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου στην κατασκευή κατοικιών προς ενοικίαση, προσφέροντας φοροαπαλλαγές στις εταιρείες, χωρίς να διασφαλίζεται η παροχή προσιτών ενοικίων.
Ωστόσο, όπως σημειώνεται, οι κατασκευαστικές εταιρείες στην Ελλάδα δεν κατασκευάζουν κατοικίες για ενοικίαση αλλά για πώληση, με αποτέλεσμα τα λίγα ακίνητα να καταλήγουν στους μικροϊδιοκτήτες της ελεύθερης αγοράς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η κυρία Νοτοπούλου, την περίοδο 2019-2024, 246.000 νοικοκυριά έχασαν το ιδιόκτητο σπίτι τους, με το ποσοστό ιδιοκατοίκησης να μειώνεται κατά 5,7%.
Στην Ελλάδα, το 76% των ενοικιαστών πληρώνει ενοίκιο σε τιμές αγοράς. Αντίθετα, στη Γαλλία, όπου υπάρχουν 5 εκατομμύρια κοινωνικές κατοικίες, μόλις το 43% των ενοικιαστών πληρώνει ενοίκιο που ορίζεται από ιδιώτες.
Στην Ολλανδία, με το 29% των κατοικιών να είναι κοινωνικές, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 17%.
Στην Ιρλανδία, όπου υλοποιείται πρόγραμμα ανέγερσης 33.000 κοινωνικών κατοικιών ετησίως, το 44% των ενοικιαστών πληρώνει ενοίκιο αγοράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προτείνει πρόγραμμα “Πρώτα η Κατοικία” για διάθεση 15.000 κατοικιών προσιτής στέγης ετησίως, επιβολή πλαφόν στις αυξήσεις ενοικίων, δωρεάν παραχώρηση ακινήτων του Δημοσίου σε δημόσιους λειτουργούς σε απομακρυσμένες περιοχές και δημιουργία Δημόσιου Οργανισμού Κοινωνικής Στέγης, καθώς και προστασία της πρώτης κατοικίας μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Η κριτική καταλήγει ότι τα μέτρα της κυβέρνησης εντάσσονται σε μια συνολικά αδιέξοδη πολιτική, εξαιτίας της οποίας η στεγαστική κρίση θα συνεχιστεί και τα ενοίκια θα διατηρήσουν την ανοδική τους πορεία. Πρόκειται, όπως τονίζεται, για μια κοινωνικά άδικη πολιτική που απαιτεί αλλαγή.