Στο επίκεντρο του μεταρρυθμιστικού σχεδιασμού της κυβέρνησης βρίσκεται ο τομέας της υγείας, με τον νέο προϋπολογισμό να προβλέπει αύξηση κατά 600 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με όσα ανέφερε στη Βουλή η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, κατά τη συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026.
Η κ. Αγαπηδάκη υπογράμμισε τη σημασία της εκλογής του υπουργού Εθνικής Οικονομίας, Κυριάκου Πιερρακάκη, στη θέση του προέδρου του Eurogroup, χαρακτηρίζοντάς την ως αναγνώριση της προόδου που έχει σημειώσει η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια.
Όπως επεσήμανε, η εξέλιξη αυτή «επισφραγίζει τη μετάβαση της χώρας από ρόλο παρατηρητή σε συνδιαμορφωτή στα κέντρα λήψης αποφάσεων».
Η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας σημείωσε ότι η κυβέρνηση υλοποιεί τις προεκλογικές της δεσμεύσεις, προχωρώντας σε φορολογικές μεταρρυθμίσεις που έχουν οδηγήσει στη μεγαλύτερη μείωση φόρων των τελευταίων δεκαετιών. Παράλληλα, υλοποιούνται μέτρα στήριξης για νέους, οικογένειες και την περιφέρεια.
Η κ. Αγαπηδάκη ανέφερε ότι η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας μετά την πανδημία συνδέεται με σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι συνολικές δαπάνες υγείας έχουν διπλασιαστεί σε σχέση με το 2019, φθάνοντας από τα 4,1 δισ. ευρώ στα 8,2 δισ. ευρώ το 2026, ενώ σε σχέση με το 2025 καταγράφεται επιπλέον ενίσχυση άνω των 600 εκατ. ευρώ για το ΕΣΥ.
Η αύξηση αυτή, όπως τόνισε, «δεν αποτελεί μια λογιστική μεταβολή, αλλά μια ουσιαστική απόφαση που αντανακλά τις προτεραιότητες της κυβέρνησης στον τομέα της υγείας». Η ενισχυμένη ροή πόρων στοχεύει στην αναβάθμιση των δημόσιων νοσοκομείων, την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και τη βελτίωση της πρόσβασης των πολιτών σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας.
Η κ. Αγαπηδάκη υπογράμμισε ότι οι αυξημένοι πόροι επιτρέπουν στοχευμένες παρεμβάσεις, διατηρώντας την υγεία ως βασικό πυλώνα κοινωνικής συνοχής, με πολιτικές που έχουν ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα.
Παρά τη διεθνή αβεβαιότητα, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να καταγράψει για έκτη συνεχή χρονιά υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Τέλος, αναφέρθηκε στη σημασία των ευρωπαϊκών πόρων που έχουν εισρεύσει στη χώρα, τονίζοντας πως η αξιοποίησή τους οφ