Προβληματισμός επικρατεί στις εξαγωγικές τυροκομικές επιχειρήσεις την τελευταία περίοδο, δεδομένου ότι οι εξαγωγές της φέτας, δέχονται έντονο ανταγωνισμό από το «λευκό τυρί» των Βορειοευρωπαίων ανταγωνιστών τους, που παράγεται από αγελαδινό γάλα.
Και τούτο διότι οι ευρωπαϊκές τιμές του αγελαδινού γάλακτος στη διάρκεια των τελευταίων μηνών έχουν μειωθεί και αντιστοίχως έχει μειωθεί και η τιμή του «λευκού τυριού». Έτσι, οι ελληνικές εξαγωγικές τυροκομικές επιχειρήσεις, έχουν μειώσει το τελευταίο διάστημα την τιμή της φέτας και μάλιστα σημαντικά προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ανταγωνιστική πίεση.
Παράλληλα, έχει μειωθεί κατά τι και η τιμή παραγωγού του αιγοπρόβειου γάλακτος, αλλά τα όρια όμως αυτής της μείωσης είναι πεπερασμένα, δεδομένου ότι οι τιμές των ζωοτροφών παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια του 2022 οι εξαγωγές της φέτας έκαναν μία εντυπωσιακή «κούρσα» στις ευρωπαϊκές αγορές –κι όχι μόνο– γεγονός που ανέδειξε το πιο δημοφιλές ελληνικό τυροκομικό προϊόν στην πρώτη δεκάδα των ελληνικών προϊόντων με τις καλύτερες εξαγωγικές επιδόσεις.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, πέρυσι εξήχθη το 65% των 127.000 τόνων που ήταν η συνολική παραγωγή. Και μάλιστα σε υψηλές τιμές, λόγω των αναστατώσεων τόσο της ελληνικής όσο και της ευρωπαϊκής αγοράς. Η λιανική τιμή της φέτας στα ευρωπαϊκά σούπερ μάρκετ υπερέβη ακόμη και τα 20 ευρώ το κιλό –έστω κι αν οι εξαγωγικές ανατιμήσεις κάτω από την πίεση των ευρωπαϊκών αλυσίδων γίνονταν με χρονική υστέρηση από την κοστολογική επιβάρυνση του προϊόντος.
Πλέον, οι τιμές έχουν μειωθεί και μάλιστα σημαντικά. Σύμφωνα με πηγές της αγοράς βρίσκονται στα 15 ευρώ το κιλό με την τάση να είναι καθοδική. Όπως έλεγαν οι ίδιες πηγές, μιλώντας προς το BD, οι τιμές παραγωγού είναι ανελαστικές, διότι δεν υπάρχει η δυνατότητα σοβαρής μείωσης, δεδομένου ότι οι τιμές των ζωοτροφών δεν έχουν μειωθεί –ακόμη τουλάχιστον.
Έλεγαν χαρακτηριστικά ότι η τιμή του πρόβειου γάλακτος –που επί της ουσίας οδήγησε την τιμή της φέτας σε υψηλά επίπεδα πέρυσι– δεν μπορεί να πέσει κάτω από το 1,5 ευρώ το κιλό και του κατσικίσιου γάλακτος κάτω από 1 ευρώ το κιλό.
Εν τω μεταξύ, δεν είναι όμως μόνο οι εξαγωγές της φέτας που προκαλούν «πονοκέφαλο» στις γαλακτοβιομηχανίες, αλλά και το γεγονός ότι η τιμή του πόσιμου αγελαδινού γάλακτος και του γιαουρτιού παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Προσφάτως, ο όμιλος Σαράντη προχώρησε σε σημαντικές μειώσεις τιμών σε πολλά προϊόντα της Όλυμπος και της Ροδόπης, πιέζοντας και τις υπόλοιπες γαλακτοβιομηχανίες να ακολουθήσουν, με τον κίνδυνο της απώλειας μεριδίων. Ωστόσο τα πράγματα είναι αρκετά πιο σύνθετα απ' ό,τι φαίνονται.
Σε αυτή τη φάση, οι μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες είτε δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα της μείωσης των τιμών –υπάρχει ο κίνδυνος να γυρίσουν σε ζημιές οι ισολογισμοί τους– είτε, όπως στην περίπτωση της Κρι Κρι, να έχουν τους περιορισμούς του χρηματιστηρίου.
Πάντως οι ίδιες πηγές έλεγαν πως αν συνεχιστεί η μείωση των ευρωπαϊκών τιμών και η τιμή εισαγωγής ευρωπαϊκού γάλακτος συμπεριλαμβανομένου του μεταφορικού κόστους πέσει στα επίπεδα της εγχώριας τιμής του αγελαδινού γάλακτος, τότε κατ' ανάγκην θα μειωθούν σε ευρεία κλίμακα και οι λιανικές τιμές των γαλακτοκομικών προϊόντων.
Ανέφεραν συγκεκριμένα ότι σήμερα η τιμή εισαγωγής του βορειοευρωπαϊκού αγελαδινού γάλακτος μαζί με τα μεταφορικά είναι περίπου 57 λεπτά το κιλό, ενώ η εγχώρια τιμή παραγωγού κυμαίνεται περί τα 48 λεπτά το κιλό.