Μία από τις -όχι λίγες…- ευρωπαϊκές χώρες που έχασαν χθες την προθεσμία εφαρμογής ενός κρίσιμου μέτρου για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος είναι και τυπικά από χθες η Ελλάδα. Με συνεχείς καθυστερήσεις και αναβολές α λα ελληνικά, έχει μείνει στα χαρτιά η λειτουργία του κεντρικού ηλεκτρονικού μητρώου, μέσα από το οποίο θα πρέπει καθένας να μπορεί να πληροφορηθεί ποιοι πραγματικά βρίσκονται πίσω από κάθε επιχείρηση.
Μετά το σοκ της αποκάλυψης των Panama Papers (έγγραφα του Παναμά), που έδειξαν πώς χρησιμοποιούνται νομικά πρόσωπα για να κρύβονται όσοι θέλουν να ξεπλύνουν χρήμα σε μεγάλη κλίμακα, υιοθετήθηκε νέα κοινοτική οδηγία για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, στην οποία προβλέπεται ένα απλό μέτρο καταπολέμησης τέτοιων πρακτικών: κάθε χώρα της Ε.Ε. ήταν υποχρεωμένη, με καταληκτική προθεσμία την 10η Ιανουαρίου 2020, να δημιουργήσει ένα ηλεκτρονικό μητρώο, στο οποίο όλες οι επιχειρήσεις θα δηλώνουν τους πραγματικούς δικαιούχους (μετόχους) τους, με δυνατότητα σε κάθε ενδιαφερόμενο να αναζητήσει τα σχετικά στοιχεία.
Η προθεσμία παρήλθε χθες, αλλά η Ευρώπη δεν έδειξε μεγάλη προθυμία να εφαρμόσει όσα συμφωνήθηκαν. «Δυστυχώς», σημειώνει η μη κυβερνητική οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια (Transparency International), «τα περισσότερα κράτη μέλη της Ε.Ε. μόλις έχασαν την προθεσμία για μια κρίσιμη αποστολή. Η πλειονότητα των χωρών, από υπεράκτιους παραδείσους, όπως η Μάλτα και η Κύπρος, έως μεγάλες οικονομίες, όπως η Γαλλία ή η Ιταλία, δεν έχουν προχωρήσει στα συμφωνηθέντα βήματα».
Το ελληνικό μοντέλο καθυστέρησης
Η Ελλάδα ακολούθησε αυτόν το θλιβερό ευρωπαϊκό κανόνα, με το δικό της τρόπο, που κάνει δύσκολο να κρίνει κάποιος με βεβαιότητα σε ποιο βαθμό η αποτυχία οφείλεται σε έλλειψη πολιτικής βούλησης για εφαρμογή ενός μέτρο, ή κατά πόσον η αποτυχία είναι αποτέλεσμα άδολης… ανικανότητας δημοσίων υπηρεσιών και λειτουργών.
Η κοινοτική Οδηγία έγινε νόμος του κράτους το καλοκαίρι του 2018, όταν υπερήφανα η χώρα έβγαινε από το τρίτο, διαδοχικό μνημόνιο. Το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, που ανέλαβε να δημιουργήσει η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών, είχε θα έπρεπε να είχε ενεργοποιηθεί έως το τέλος Ιανουαρίου του 2019.
Βάσει του νόμου, το Μητρώο θα έπρεπε να περιλαμβάνει πλήρη και ακριβή στοιχεία των φυσικών προσώπων που είναι νόμιμοι και πραγματικοί δικαιούχοι όλων των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ο.Ε., Ε.Ε., λοιπών νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων) με έδρα στην Ελλάδα. Από το νόμο ορίζονται ως «πραγματικοί δικαιούχοι» τα φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα που ελέγχουν, άμεσα ή έμμεσα, ικανό ποσοστό μετοχών (25% και άνω σε μη εισηγμένη εταιρεία) ή άλλων μέσων σε όλα τα νομικά πρόσωπα/οντότητες.
Τα στοιχεία που κατ’ ελάχιστον θα περιλαμβάνονται στο Μητρώο, με βάση το νόμο 4557/2018, είναι το ονοματεπώνυμο, η ημερομηνία γέννησης, η υπηκοότητα, η χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων και το είδος και η έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν.
Από την ψήφιση του νόμου, όμως, άρχισε ένα ατέρμονο παιχνίδι καθυστερήσεων. Μήνες μετά την εκπνοή της αρχικής προθεσμίας για τη λειτουργία του Μητρώου, η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να συγκροτήσει μια… ελληνικότατη επιτροπή. Μια πενταμελή ομάδα εργασίας, που θα σχεδίαζε το νέο ηλεκτρονικό σύστημα.
Οι μήνες και οι κυβερνήσεις περνούσαν, αλλά ουσιαστική πρόοδος δεν σημειώθηκε. Οι προθεσμίες για τη δήλωση στοιχείων από τις επιχειρήσεις πήγαιναν όλο και πιο πίσω. Στις 31 Οκτωβρίου, ο υφυπουργός Οικονομικών, Γιώργος Ζαββός, έδωσε παράταση προθεσμιών στις τρεις διαφορετικές ομάδες υπόχρεων νομικών προσώπων μεταξύ 25 Νοεμβρίου και 12 Δεκεμβρίου, προκειμένου να καταχωρήσουν τα στοιχεία τους.
Στις 21 Νοεμβρίου, όμως, λίγο πριν αρχίσουν να εκπνέουν οι προθεσμίες, το ηλεκτρονικό σύστημα έπεσε στο… σκοτάδι. Όπως ανακοινώθηκε από το γενικό γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, Δημοσθένη Αναγνωστόπουλο, «αναστέλλεται η λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος “Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων” της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών για χρονικό διάστημα σαράντα ημερολογιακών ημερών (40), ήτοι από 22/11/2019 έως και 19/1/2020. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι προθεσμίες υποβολής στο “Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων”».
Δηλαδή, η ελληνική διοίκηση δεν μπήκε καν στον κόπο να προσπαθήσει να συμμορφωθεί με την καταληκτική προθεσμία της κοινοτικής Οδηγίας, που θα εξέπνεε στις 10 Ιανουαρίου, αφού «κατέβηκαν οι διακόπτες» του ηλεκτρονικού συστήματος ως τις 19 Ιανουαρίου. Έτσι, ήταν σαφές, πολύ πριν εκπνεύσει τυπικά η προθεσμία, ότι η Ελλάδα δεν θα συμμορφωνόταν με την Οδηγία.
Γιατί είναι σημαντικό το Μητρώο
Όπως σημειώνει η Διεθνής Διαφάνεια, σε επικριτικούς τόνους για την απροθυμία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να εφαρμόσουν το μέτρο που θα δυσκολέψει τη διατήρηση ανωνυμίας όσων ξεπλένουν βρώμικο χρήμα, «σειρά σκανδάλων έδειξαν ότι οι εταιρείες με ανώνυμους πραγματικούς δικαιούχους επιτρέπουν τη διαφθορά σε όλο τον κόσμο. Εάν η Ε.Ε. δεν μπορεί να τηρήσει τις υποσχέσεις της για να δώσει τέλος σε αυτό το καθεστώς, θα ενθαρρύνει όσους επιδιώκουν τις καθυστερήσεις και σε άλλες χώρες, προκειμένου να συνεχίσουν να σέρνουν τα πόδια τους».
Η Διεθνής Διαφάνεια επισημαίνει, μάλιστα, ότι το πρόβλημα με τις εταιρείες άγνωστης ιδιοκτησίας έχει πάρει τόσο μεγάλες διαστάσεις, ώστε να αποκαλυφθεί πρόσφατα ότι στις ΗΠΑ οι ένοπλες δυνάμεις έχουν συνάψει συμβόλαια με εταιρείες, χωρίς να είναι γνωστό ποιοι πραγματικά κρύβονται πίσω τους, κάτι που θέτει σε απειλή την εθνική ασφάλεια.
Στην ελληνική πραγματικότητα της εξαιρετικά εκτεταμένης «μαύρης» και «γκρίζας» οικονομικής δραστηριότητας, είναι προφανές ότι η υποχρέωση δήλωσης των πραγματικών δικαιούχων των εταιρειών, χωρίς να αποτελεί πανάκεια, θα δημιουργήσει αρκετά σοβαρές δυσκολίες σε όσους (όχι λίγους…) χρησιμοποιούν νομικά πρόσωπα για να κρύβουν την πραγματική προέλευση των κεφαλαίων τους και να τα μεταφέρουν στη νόμιμη οικονομική ζωή.