Στο 1,4% τοποθετεί τον ρυθμό ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία το 2023 και στο 1,5% για το 2024 η UniCredit σε έκθεσή της, υποστηρίζοντας ότι η αβεβαιότητα ενόψει εκλογών αποτελεί έναν αρνητικό παράγοντα.
Αναφερόμενη στο πολιτικό σκηνικό η ιταλική τράπεζα υποστηρίζει ότι η Νέα Δημοκρατία χάνει τη δημοφιλία της σε σημαντικό ποσοστό μετά την τραγωδία στα Τέμπη, ενώ σημειώνει ότι η κατάσταση παραμένει ρευστή και θεωρεί απίθανο κάποιο κόμμα, όπως άλλωστε δείχνουν και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, να κατορθώσει να κατακτήσει απόλυτη πλειοψηφία και να σχηματίσει μονοκομματική κυβέρνηση.
Εξετάζοντας τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας τονίζει ότι σημαντική συμβολή θα έχει η εισροή των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, που θα στηρίξουν την αύξηση των επενδύσεων, ενώ η υποχώρηση των τιμών ενέργειας μοιάζει ικανή να οδηγήσει σε καλύτερη πορεία την ιδιωτική κατανάλωση και σε πλήρη απόσυρση των μέτρων στήριξης που έχουν εφαρμοστεί.
Εκτιμά ακόμη ότι θα υπάρξει επιβράδυνση της ανάπτυξης στο α’ τρίμηνο του 2023, μετά από ένα πολύ καλό δ’ τρίμηνο του 2022, γεγονός που θα συμβεί γιατί αντανακλά την επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της τελικής εγχώριας ζήτησης, ιδίως των ακαθάριστων πάγιων επενδύσεων, η οποία ήταν ιδιαίτερα ανοδική στα τέλη του περασμένου έτους.
Χαρακτηρίζει ως μεικτή την εικόνα που καταγράφουν τα τελευταία οικονομικά στοιχεία για την Ελλάδα καθώς, όπως αναφέρει, υπήρξε μείωση κατά 1,3% της βιομηχανικής παραγωγής τον Ιανουάριο, αλλά οι τελευταίες έρευνες για τις επιχειρήσεις είναι αρκετά θετικές και η μεταποίηση έχει εξέλθει από την ύφεση και ο κλάδος των υπηρεσιών παραμένει ανθεκτικός λόγω των αυξημένων τουριστικών ροών.
Επισημαίνει ακόμη ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένει ότι το πρωτογενές έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε από 5,0% του ΑΕΠ το 2021 σε περίπου 1,0% το 2022, υπερβαίνοντας τον κυβερνητικό στόχο του 1,6%. Επιπρόσθετα τονίζει ότι ο δείκτης του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ είναι πιθανό να έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 25 μονάδες βάσης στο 170%.