Κάθετα αρνητική είναι η ελληνική κυβέρνηση απέναντι στη χθεσινή πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείωση 15% της κατανάλωσης του φυσικού αερίου, τονίζοντας ότι έχει ήδη καταθέσει προτάσεις που μπορούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα της επάρκειας και των ανατιμήσεων. Αντίθετη στα σχέδια των περικοπών, πρωτίστως των υποχρεωτικών, είναι η βιομηχανία της χώρας. Η πρόταση της Κομισιόν βρίσκεται αντιμέτωπη με αρκετά «όχι» καθώς τη διαφωνία τους εξέφρασαν ήδη η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Οι χώρες του Νότου που αντιτίθενται στο μέτρο σημειώνουν ότι πρόκειται για έναν σχεδιασμό που λαμβάνει κατά κύριο λόγο υπόψη τις ανάγκες των χωρών της βόρειας Ευρώπης που έχουν μεγαλύτερη εξάρτηση από τις προμήθειες φυσικού αερίου. Αντίθετα, χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία με το υψηλό ποσοστό διείσδυσης των ΑΠΕ και η Ελλάδα, που έχει μεγαλύτερη ευκολία στην πρόσβαση σε προμήθειες LNG, μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα και χωρίς υποχρεωτικές περικοπές της παραγωγής την κατάσταση.
Το πλέον προβληματικό σημείο στο σχέδιο της Κομισιόν είναι οι υποχρεωτικές περικοπές βιομηχανικής παραγωγής με απόφαση των Βρυξελλών που προβλέπονται για την περίπτωση κατάστασης συναγερμού. Όσα κράτη αντιδρούν σε αυτή τη ρύθμιση λένε ότι αυτές οι αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο.
Ειδικότερα, όπως τόνισε νωρίτερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών «η κυβέρνηση δεν συμφωνεί επί της αρχής με την πρόταση της Κομισιόν για μείωση 15% της κατανάλωσης του φυσικού αερίου» ενώ υπενθύμισε ότι «έχουμε καταθέσει προτάσεις και συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε ότι η κατεύθυνση αυτή μπορεί να δώσει λύσεις». Ερωτώμενος για την πρόταση για ενδεχόμενες κυλιόμενες διακοπές ρεύματος, ο κ. Οικονόμου απάντησε ότι «κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να μην πάμε στην εφαρμογή αυτών των συστάσεων. Στόχος είναι να μην υπάρξει διατάραξη όσον αφορά την εφοδιαστική αλυσίδα».
Υπενθυμίζεται ότι χθες η Κομισιόν παρουσίασε ένα σχέδιο που προβλέπει τη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% έως την επόμενη άνοιξη και τη μείωση της κατανάλωσης από τις βιομηχανίες σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση θα γίνονται προαιρετικές περικοπές παρέχοντας αποζημιώσεις στις βιομηχανίες, ενώ σε δεύτερο στάδιο, εάν χρειαστεί οι περικοπές αυτές θα είναι υποχρεωτικές με κεντρική απόφαση που θα έρχεται από τις Βρυξέλλες, χωρίς να προβλέπεται σε αυτή την περίπτωση αποζημίωση.
Σύμφωνα με το νέο σχέδιο τα κράτη μέλη θα πρέπει να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου κατά 15% μεταξύ 1ης Αυγούστου 2022 και 31ης Μαρτίου 2023. Για να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τις απαραίτητες μειώσεις της ζήτησης, η Επιτροπή ενέκρινε επίσης ένα ευρωπαϊκό σχέδιο μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου.
Το Σχέδιο εστιάζει στην αντικατάσταση του φυσικού αερίου με άλλα καύσιμα και στη συνολική εξοικονόμηση ενέργειας σε όλους τους τομείς. Στοχεύει, επίσης, στη διασφάλιση του εφοδιασμού σε νοικοκυριά και βασικούς χρήστες όπως τα νοσοκομεία, αλλά και βιομηχανίες που είναι καθοριστικές για την παροχή βασικών προϊόντων και υπηρεσιών στην οικονομία, καθώς και για τις αλυσίδες εφοδιασμού και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ. Όπου είναι δυνατόν, θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο, η μετάβαση στον άνθρακα, το πετρέλαιο ή την πυρηνική ενέργεια μπορεί να είναι απαραίτητη ως προσωρινό μέτρο. Τα μέτρα που βασίζονται στην αγορά μπορούν να μετριάσουν τους κινδύνους για την κοινωνία και την οικονομία.
Παράλληλα, η Επιτροπή θα έχει τη δυνατότητα να κηρύξει, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, «Ενωσιακό Συναγερμό», επιβάλλοντας υποχρεωτική μείωση της ζήτησης αερίου. Το Union Alert μπορεί να ενεργοποιηθεί όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος σοβαρής έλλειψης αερίου ή εξαιρετικά μεγάλης ζήτησης αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επικαιροποιήσουν τα εθνικά τους σχέδια έκτακτης ανάγκης έως τα τέλη Σεπτεμβρίου για να επιτύχουν τον στόχο μείωσης και θα πρέπει να αναφέρουν στην Επιτροπή την πρόοδο κάθε δύο μήνες. Επίσης, οι χώρες που θα χρειαστούν προμήθειες φυσικού αερίου αλληλεγγύης θα πρέπει να αποδείξουν τα μέτρα που έχουν λάβει για τη μείωση της εγχώριας ζήτησης.
Αντίθετη στις περικοπές η βιομηχανία
Σε ό,τι αφορά στη βιομηχανία, στη φάση των προαιρετικών περικοπών στη βιομηχανία στο πλαίσιο του νέου σχεδίου της Κομισιόν, τα κράτη μέλη μπορούν να προσφέρουν στήριξη σύμφωνα με την τροποποίηση του προσωρινού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις για την κρίση, που εγκρίθηκε σήμερα από την Επιτροπή. Παράλληλα, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να ξεκινήσουν συστήματα δημοπρασιών ή διαγωνισμών για να δώσουν κίνητρα στη μείωση της ενέργειας από τη βιομηχανία.
Το μέτρο θα χρειαστεί έγκριση από τα κράτη μέλη, την οποία μπορεί να ζητήσει ο εκτελεστικός βραχίονας της ΕΕ την επόμενη εβδομάδα κατά τη διάρκεια έκτακτης συνεδρίασης των υπουργών Ενέργειας.
Όπως έγραφε το Business Daily, κύκλοι του κλάδου της βιομηχανίας, τόνιζαν ότι «οι Ευρωπαίοι μας οδηγούν στον όλεθρο» και έθεταν το ερώτημα «γιατί να είναι υποχρεωτική η μείωση, εμείς έχουμε αέριο»; Παράλληλα θεωρούν πως η Ελλάδα είναι απροετοίμαστη και πιστεύουν πως η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αντιταχθεί σ΄ αυτό το σχέδιο. Πηγή από την κατηγορία των λεγομένων ενεργοβόρων βιομηχανιών σημειώνει ότι ο πρώτος κίνδυνος μετά από την εφαρμογή του δυσμενέστερου σεναρίου για υποχρεωτικές περικοπές κατανάλωσης είναι πιθανόν νέα αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, εκτός κι αν η αγορά το έχει ήδη προεξοφλήσει. Και εξηγεί ότι η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα επάρκειας, ωστόσο αν τεθεί σε εφαρμογή η υποχρεωτικότητα των περιορισμών στην κατανάλωση τότε «ας γίνουν περικοπές στον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής».
Γενικότερα, πάντως, η ίδια πηγή επέκρινε τους αρμόδιους θεσμικούς μηχανισμούς στην Ελλάδα για βραδύτητα στην αντιμετώπιση των επερχόμενων κινδύνων, λέγοντας πως «ενώ στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εκπονηθεί διάφορα σχέδια, εδώ δεν έχει γίνει τίποτα ουσιαστικό. Ακόμη κι η αξιοποίηση του λιγνίτη απαιτεί χρόνο τουλάχιστον τριών μηνών. Αν οι περικοπές αφορούν στην λειτουργία της βιομηχανίας με ποια κριτήρια θα αξιολογηθούν οι διάφορες βιομηχανίες ως απαραίτητες;».
Ο κ. Δημ. Μαθιός, πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Αθηνών Πειραιώς (ΣΒΑΠ), σημειώνει χαρακτηριστικά ότι αν ο περιορισμός μεταφερθεί στην παραγωγή «τότε θα διαλυθεί όλη η βιομηχανία». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς και πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής (ΠΕΣΑ) κ. Βασ. Κορκίδης τονίζει πως «η βασική διαφορά μας είναι πως η ελληνική βιομηχανία και γενικότερα η παραγωγή στη χώρα μας δεν χρησιμοποιεί παρά ελάχιστο φυσικό αέριο. Κυρίως βασίζεται στη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και ως εκ τούτου δεν κινδυνεύει από ελλείψεις, αλλά από αυξήσεις τιμολογίων». Και συμπληρώνει πως «επίσης είναι λιγότερο ευάλωτη σε μείωση ή περιοδική διακοπή της παραγωγής εξαιτίας της ενεργειακής επάρκειας, ενώ ευνοείται από την τρέχουσα πτώση των τιμών των μετάλλων που χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη».
Ισπανία και Πορτογαλία απορρίπτουν το σχέδιο
Κάθετα αντίθετη είναι και η ισπανική κυβέρνηση με το σχέδιο των Βρυξελλών για τη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά τουλάχιστον 15%, κρίνοντας ότι το μέτρο αυτό δεν είναι κατ΄ ανάγκην ούτε «δίκαιο» ούτε «αποτελεσματικό». «Η Ισπανία δεν υποστηρίζει την πρόταση αυτή», δήλωσε η υπουργός Οικολογικής Μετάβασης Τερέζα Ριμπέρα, εκφράζοντας λύπη που αυτό το μέτρο δεν αποτέλεσε προηγουμένως αντικείμενο συζήτησης. «Θα αντιταχθούμε στην επιβολή υποχρεώσεων που υπερβαίνουν, σε επίπεδο προσπαθειών, αυτό που μας αναλογεί», δήλωσε. Για την Τερέζα Ριμπέρα, το συγκεκριμένο μέτρο δεν είναι απαραίτητα το πιο «αποτελεσματικό ούτε το πιο δίκαιο». «Οι ισπανικές οικογένειες δεν θα υποστούν διακοπές φυσικού αερίου ή ηλεκτρικού ρεύματος στο σπίτι τους» και «η Ισπανία θα υποστηρίξει τη θέση της ισπανικής βιομηχανίας», υποσχέθηκε.
Αντίθετη στο «δυσανάλογο» μέτρο της Κομισιόν δηλώνει και η Πορτογαλία μέσω του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ζοάου Γκαλάμπα ο οποίος σημειώνει ότι το σχέδιο αυτό δεν έχει προσαρμοστεί για τις χώρες που δεν είναι διασυνδεδεμένες, με το δίκτυο αερίου όπως συμβαίνει και με την Πορτογαλία. Όπως είπε, το μέτρο της μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% θα είναι δύσκολο να εφαρμοστεί στην χώρα καθώς αναγκάστηκε «να αυξήσει πολύ την κατανάλωση αερίου λόγω της ασυνήθιστης ξηρασίας» φέτος.