Μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% έως την επόμενη άνοιξη προτείνει το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να διασφαλίσει την ενεργειακή επάρκεια στην ΕΕ. Παράλληλα, η Επιτροπή προωθεί και τη μείωση της κατανάλωσης από τις βιομηχανίες σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση θα γίνονται προαιρετικές περικοπές παρέχοντας αποζημιώσεις στις βιομηχανίες, ενώ σε δεύτερο στάδιο, εάν χρειαστεί οι περικοπές αυτές θα είναι υποχρεωτικές με κεντρική απόφαση που θα έρχεται από τις Βρυξέλλες, χωρίς να προβλέπεται σε αυτή την περίπτωση αποζημίωση. Ωστόσο, αρκετές είναι οι χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, που αντιδρούν στο μέτρο αυτό.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Κομισιόν όλοι οι καταναλωτές, οι δημόσιες υπηρεσίες και κτήρια, τα νοικοκυριά, οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και η βιομηχανία καλούνται να λάβουν μέτρα για την εξοικονόμηση φυσικού αερίου. Η Επιτροπή θα επιταχύνει επίσης τις εργασίες για τη διαφοροποίηση της προσφοράς, συμπεριλαμβανομένης της κοινής αγοράς φυσικού αερίου για να ενισχύσει τη δυνατότητα της ΕΕ να προμηθεύεται εναλλακτικές παραδόσεις φυσικού αερίου.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει τον κίνδυνο περαιτέρω περικοπών στον εφοδιασμό φυσικού αερίου από τη Ρωσία λόγω της εξόπλισης των εξαγωγών φυσικού αερίου από το Κρεμλίνο, με σχεδόν τα μισά κράτη μέλη μας να έχουν ήδη επηρεαστεί από μειωμένες παραδόσεις», ανέφερε η Επιτροπή τονίζοντας πως «η ανάληψη δράσης τώρα μπορεί να μειώσει τόσο τον κίνδυνο όσο και το κόστος για την Ευρώπη σε περίπτωση περαιτέρω ή πλήρους διαταραχής».
Σύμφωνα με το νέο σχέδιο τα κράτη μέλη θα πρέπει να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου κατά 15% μεταξύ 1ης Αυγούστου 2022 και 31ης Μαρτίου 2023. Για να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τις απαραίτητες μειώσεις της ζήτησης, η Επιτροπή ενέκρινε επίσης ένα ευρωπαϊκό σχέδιο μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου. Το Σχέδιο εστιάζει στην αντικατάσταση του φυσικού αερίου με άλλα καύσιμα και στη συνολική εξοικονόμηση ενέργειας σε όλους τους τομείς. Στοχεύει, επίσης, στη διασφάλιση του εφοδιασμού σε νοικοκυριά και βασικούς χρήστες όπως τα νοσοκομεία, αλλά και βιομηχανίες που είναι καθοριστικές για την παροχή βασικών προϊόντων και υπηρεσιών στην οικονομία, καθώς και για τις αλυσίδες εφοδιασμού και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.Όπου είναι δυνατόν, θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο, η μετάβαση στον άνθρακα, το πετρέλαιο ή την πυρηνική ενέργεια μπορεί να είναι απαραίτητη ως προσωρινό μέτρο. Τα μέτρα που βασίζονται στην αγορά μπορούν να μετριάσουν τους κινδύνους για την κοινωνία και την οικονομία.
Τι προβλέπεται για τη βιομηχανία – Αντιδρά η Αθήνα
Στη φάση των προαιρετικών περικοπών στη βιομηχανία στο πλαίσιο του νέου σχεδίου της Κομισιόν, τα κράτη μέλη μπορούν να προσφέρουν στήριξη σύμφωνα με την τροποποίηση του προσωρινού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις για την κρίση, που εγκρίθηκε σήμερα από την Επιτροπή. Παράλληλα, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να ξεκινήσουν συστήματα δημοπρασιών ή διαγωνισμών για να δώσουν κίνητρα στη μείωση της ενέργειας από τη βιομηχανία.
Το μέτρο θα χρειαστεί έγκριση από τα κράτη μέλη, την οποία μπορεί να ζητήσει ο εκτελεστικός βραχίονας της ΕΕ την επόμενη εβδομάδα κατά τη διάρκεια έκτακτης συνεδρίασης των υπουργών ενέργειας. Μια μεγάλη ομάδα χωρών, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, αντιτίθεται στις υποχρεωτικές περικοπές, υποστηρίζοντας ότι οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν ήδη σχέδια έκτακτης ανάγκης και θα μειώσουν τη ζήτηση ανεξάρτητα από το αν είναι υποχρεωμένες από την ΕΕ, σύμφωνα με τρεις διπλωμάτες που γνωρίζουν το θέμα.
Όπως έγραφε νωρίτερα το Business Daily, οι πληροφορίες για υποχρεωτικότητα στη μείωση της κατανάλωσης κατέλαβαν εξ απήνης την ελληνική βιομηχανία και κυρίως τους μεγάλους καταναλωτές –τις ενεργοβόρες βιομηχανίες –, κύκλοι των οποίων, μιλώντας προς το BD, τόνιζαν χαρακτηριστικά ότι «οι Ευρωπαίοι μας οδηγούν στον όλεθρο» και έθεταν το ερώτημα «γιατί να είναι υποχρεωτική η μείωση, εμείς έχουμε αέριο»; Παράλληλα θεωρούν πως η Ελλάδα είναι απροετοίμαστη και πιστεύουν πως η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αντιταχθεί σ΄ αυτό το σχέδιο. Όπως σημειώνουν, ο πρώτος κίνδυνος μετά από την εφαρμογή του δυσμενέστερου σεναρίου για υποχρεωτικές περικοπές κατανάλωσης είναι πιθανόν νέα αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, εκτός κι αν η αγορά το έχει ήδη προεξοφλήσει. Και εξηγεί ότι η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα επάρκειας, ωστόσο αν τεθεί σε εφαρμογή η υποχρεωτικότητα των περιορισμών στην κατανάλωση τότε «ας γίνουν περικοπές στον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής». Γενικότερα, πάντως, οι ίδιες πηγές επέκριναν τους αρμόδιους θεσμικούς μηχανισμούς στην Ελλάδα για βραδύτητα στην αντιμετώπιση των επερχόμενων κινδύνων, λέγοντας πως «ενώ στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εκπονηθεί διάφορα σχέδια, εδώ δεν έχει γίνει τίποτα ουσιαστικό. Ακόμη κι η αξιοποίηση του λιγνίτη απαιτεί χρόνο τουλάχιστον τριών μηνών. Αν οι περικοπές αφορούν στην λειτουργία της βιομηχανίας με ποια κριτήρια θα αξιολογηθούν οι διάφορες βιομηχανίες ως απαραίτητες;».
Kαμπάνιες για την ευαισθητοποίηση των πολιτών
Ένας άλλος σημαντικός πυλώνας εξοικονόμησης ενέργειας είναι η μείωση της θέρμανσης και της ψύξης. Η Επιτροπή προτρέπει όλα τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού για την προώθηση της μείωσης της θέρμανσης και ψύξης σε ευρεία κλίμακα και να εφαρμόσουν την ανακοίνωση της ΕΕ «Εξοικονόμηση ενέργειας», η οποία περιλαμβάνει πολλές επιλογές για βραχυπρόθεσμη εξοικονόμηση. Ως παράδειγμα, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να επιβάλλουν στοχευμένη μείωση της θέρμανσης και ψύξης σε κτίρια που λειτουργούν από δημόσιες αρχές.
Παράλληλα, η Επιτροπή θα έχει τη δυνατότητα να κηρύξει, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, «Ενωσιακό Συναγερμό» επιβάλλοντας υποχρεωτική μείωση της ζήτησης αερίου. Το Union Alert μπορεί να ενεργοποιηθεί όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος σοβαρής έλλειψης αερίου ή εξαιρετικά μεγάλης ζήτησης αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επικαιροποιήσουν τα εθνικά τους σχέδια έκτακτης ανάγκης έως τα τέλη Σεπτεμβρίου για να επιτύχουν τον στόχο μείωσης και θα πρέπει να αναφέρουν στην Επιτροπή την πρόοδο κάθε δύο μήνες. Επίσης, οι χώρες που θα χρειαστούν προμήθειες φυσικού αερίου αλληλεγγύης θα πρέπει να αποδείξουν τα μέτρα που έχουν λάβει για τη μείωση της εγχώριας ζήτησης.