Ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να αποτελεί τον βασικό πονοκέφαλο τόσο για τις κυβερνήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και για τις κεντρικές τράπεζες, όπως τονίζει σε έκθεσή της η ING, η οποία, μάλιστα, δεν αποκλείει και τη διολίσθηση σε αρνητική πορεία για την οικονομία της ευρωζώνης τουλάχιστον για ένα τρίμηνο.
Ταυτόχρονα και αναφορικά με την ελληνική οικονομία τα μηνύματα της τράπεζας είναι μεικτά. Από τη μία πλευρά η Ελλάδα θα είναι η χώρα της ευρωζώνης με τον υψηλότερο πληθωρισμό το 2022, τον οποίο η ING τοποθετεί στο 8,1%, αρκετά χαμηλότερα από το 8,5% που αναμένει η Εθνική Τράπεζα σε πρόσφατη έκθεσή της.
Πιο αναλυτικά οι εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία είναι οι ακόλουθες:
- Στο β’ τρίμηνο ο ρυθμός ανάπτυξης θα φθάσει στο 3%. Στο γ’ τρίμηνο η ανάπτυξη θα υποχωρήσει στο 2,2%. Στο δ’ τρίμηνο η ανάπτυξη θα φθάσει στο 2,5%. Για το σύνολο του 2022 η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 2,9%, χωρίς μεταβολή σε σύγκριση με προηγούμενες εκτιμήσεις της τράπεζας.
- Στο α’ τρίμηνο του 2023 η ανάπτυξη θα φθάσει στο 2%, ενώ για το σύνολο του έτους στο 2,4%.
- Επιβράδυνση της ανάπτυξης στο 2,2% για το 2024.
- Ο πληθωρισμός θα ακολουθήσει έντονα ανοδική πορεία στο β’ και γ’ τρίμηνο του 2022, αγγίζοντας το 9,4% και 9,2% αντίστοιχα για να υποχωρεί στο 7,3% στο δ’ τρίμηνο και να διαμορφωθεί στο 8,1% για το σύνολο του 2022.
- Στο α’ τρίμηνο του 2023 θα υπάρξει υποχώρησή του στο 4,8% και για το σύνολο του επόμενου έτους θα διαμορφωθεί στο 2,4%.
- Το 2024 ο πληθωρισμός θα διολισθήσει στον στόχο της ΕΚΤ, ήτοι στο 2%.
Για την ευρωζώνη η ING εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα φθάσει το 2022 στο 2,3%, ενώ θα υποχωρήσει στο 1,6% το 2023 και θα υπάρξει περαιτέρω χαλάρωση του ρυθμού στο 1,5% το 2023. Για τον πληθωρισμό αναμένει ότι κατά μέσο όρο θα φθάσει φέτος στο 6,4%, ενώ θα υποχωρήσει στο 2,5% το 2023 και πιο κοντά στον στόχο της της ΕΚΤ το 2024, καθώς αναμένεται ότι θα φθάσει στο 2,4%.
Οι εκτιμήσεις της ING για την ανάπτυξη
Τέλος των αρνητικών επιτοκίων στην ευρωζώνη
Όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση οι επίμονοι αντίξοοι άνεμοι ωθούν την ευρωζώνη σε ένα σενάριο «δυσκολίας» και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η περιοχή να δει ένα τρίμηνο αρνητικής ανάπτυξης φέτος. Ωστόσο, ο σταθερά ανοδικός πληθωρισμός και οι υψηλότερες προσδοκίες για αυτόν θα αναγκάσουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εγκαταλείψει τα αρνητικά επιτόκια το τρίτο τρίμηνο.
Πρόσφατα σε ανάρτηση blog στον ιστότοπο της ΕΚΤ, η επικεφαλής της Κριστίν Λαγκάρντ έφερε στο προσκήνιο την αυξανόμενη συναίνεση που αναπτύσσεται στο διοικητικό συμβούλιο, ότι δηλαδή ο πληθωρισμός που είναι πιο υψηλός από τον αναμενόμενο απαιτεί γρήγορη κατάργηση των μη συμβατικών μέτρων πολιτικής. Μια πρώτη αύξηση των επιτοκίων τον Ιούλιο μοιάζει σχεδόν βέβαιη και δεν μπορεί να αποκλειστεί μια αύξηση κατά 50 μ.β., ιδίως εάν ο δομικός πληθωρισμός είναι υψηλότερος από το αναμενόμενο κατά την πορεία προς τη συνεδρίαση του Ιουλίου. Σε κάθε περίπτωση, τα αρνητικά επιτόκια θα έχουν εξαφανιστεί τον Σεπτέμβριο. Φαίνεται τώρα ότι η ΕΚΤ θέλει να εκμεταλλευτεί το παράθυρο ευκαιρίας για την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής. Αυτό απαιτεί από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να βαδίσουν σε μια λεπτή γραμμή μεταξύ των αυξανόμενων προσδοκιών για τον πληθωρισμό και των οικονομικών αντιξοοτήτων.
Οι εκτιμήσεις της ING για τον πληθωρισμό
Η πορεία της οικονομίας
Το πρώτο τρίμηνο η ευρωζώνη πέτυχε ρυθμό ανάπτυξης 0,3% σε τριμηνιαία βάση, αλλά το δεύτερο τρίμηνο μοιάζει περισσότερο με αίνιγμα, σημειώνει η ING. Από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, η καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει πέσει σε υφεσιακά επίπεδα, με την ένδειξη του Μαΐου να μην δείχνει σχεδόν καμία βελτίωση.
Ο σύνθετος δείκτης PMI της ευρωζώνης (flash PMI composite index) διαμορφώθηκε στο 54,9, σταθερά πάνω από το επίπεδο του 50 που αποτελεί σημείο ανάπτυξης. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον ισχυρό τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος φαίνεται να επωφελείται από κάποια μεταπανδημική ζήτηση. Πράγματι, οι κρατήσεις για διακοπές έχουν επανέλθει ή και ξεπεράσει τα προ της πανδημίας επίπεδα. Στον τομέα της μεταποίησης, η επιβράδυνση είναι πιο εμφανής λόγω των νέων προβλημάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού, των υψηλότερων τιμών των εισροών και της μείωσης των παραγγελιών.
Δεν υπάρχει ακόμη σαφής εξασθένηση στην αγορά εργασίας, αλλά οι μισθοί, αν και αυξάνονται λίγο πιο γρήγορα τώρα, σίγουρα δεν συμβαδίζουν με τον πληθωρισμό. Ταυτόχρονα, οι τιμές του πετρελαίου ανεβαίνουν λόγω του (μερικού) ευρωπαϊκού μποϊκοτάζ στο ρωσικό πετρέλαιο, αποδυναμώνοντας περαιτέρω την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Ως εκ τούτου, εκτιμάται ότι η κατανάλωση δεν θα αποτελέσει ισχυρό μοχλό ανάπτυξης τα επόμενα τρίμηνα. Και οι επιχειρήσεις ενδέχεται επίσης να γίνουν πιο προσεκτικές στα επενδυτικά τους σχέδια.
Παράλληλα φαίνεται να υπάρχει ακόμη προθυμία μεταξύ των κυβερνήσεων να στηρίξουν τα ασθενέστερα νοικοκυριά με δημοσιονομικά μέτρα. Και καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει την παράταση της ρήτρας διαφυγής για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης έως το 2023, δεν θα πρέπει να αναμένεται μεγάλη δημοσιονομική σύσφιξη προς το παρόν. Όμως η τράπεζα εξακολουθεί να εκτιμά ότι το δεύτερο ή το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους ενδέχεται να σημειωθεί αρνητική ανάπτυξη. Για το σύνολο του 2022 βλέπει την ανάπτυξη της ευρωζώνης στο 2,3%, αλλά υποχώρηση του ρυθμού στο 1,6% το 2023.
Υψηλότερες προσδοκίες για τον πληθωρισμό
Εκτός αν σημειωθεί έντονη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου εν μέσω λιγότερων εισαγωγών (ή διακοπής της προσφοράς) από τη Ρωσία, ο πληθωρισμός βρίσκεται πιθανότατα κοντά στην κορύφωσή του. Τον Μάιο, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 8,1%, με τον δομικό να διαμορφώνεται στο 3,8%.
Αναμένεται ότι η μείωση θα είναι πολύ σταδιακή και μπορεί να χρειαστεί μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2023 προτού ο πληθωρισμός πέσει ξανά κάτω από το 2%. Ταυτόχρονα, οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό έχουν πλέον σημειώσει ανοδική μετατόπιση στο 3% στην πιο πρόσφατη έρευνα, γεγονός που εξηγεί γιατί η ΕΚΤ θέλει να βγάλει τα επιτόκια από το αρνητικό έδαφος αρκετά σύντομα.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Cinco Días, ο Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, κατέστησε σαφές ότι αυτό θα πρέπει να έχει γίνει μέχρι τον Σεπτέμβριο. Το τι θα συμβεί στη συνέχεια θα εξαρτηθεί από τα δεδομένα.
Η ING εκτιμά ότι δεν θα αναπτυχθεί σπιράλ μισθών-τιμών, καθώς στις πιο πρόσφατες μισθολογικές συμφωνίες η αύξηση που προβλέπεται για το 2023 είναι μόλις 2,4%, κάτω από το 3% που θεωρεί η ΕΚΤ ότι συνάδει με τον στόχο της για τον πληθωρισμό. Με δεδομένα τα παραπάνω η ING αναμένει ότι το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ θα αυξηθεί στο 0,25% μέχρι το τέλος του έτους, κινούμενο στο 0,50% το α’ τρίμηνο του 2023. Στη συνέχεια, ενδέχεται να ακολουθήσει μια μακρά περίοδος «αναμονής».