Τις καλύτερες προοπτικές ανάμεσα στις αγορές ακινήτων της Ευρώπης για το 2022 παρουσιάζει η αγορά ακινήτων της Αθήνας, με βάση τις προβλέψεις για αξίες και ενοίκια, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της PwC και του Urban Land Institute (ULI), στην οποία η πόλη ανέβηκε 5 θέσεις.
Η απόδοση της αγοράς στην Ευρώπη αναμένεται να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο, τονίζει η έρευνα, η οποία προειδοποιεί, ωστόσο, ότι παραμένει η αβεβαιότητα λόγω πληθωρισμού και πιέσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού, ενώ αυξάνεται η ανάγκη για ενεργητική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων.
Στο πλαίσιο της επισκόπησης της αγοράς, 744 στελέχη, μεταξύ των οποίων είναι διαχειριστές ξένων επενδυτικών funds και επενδυτές ΑΕΕΑΠ, η Αθήνα ανέβηκε στην 23η θέση από την 28η πέρυσι, σε μια κατάταξη 31 πόλεων καθώς η ελληνική πρωτεύουσα φαίνεται να βρίσκεται στην αρχή ενός ισχυρού ανοδικού κύκλου.
Σχετικά λίγοι συμμετέχοντες της έρευνας δραστηριοποιούνται στην Αθήνα, αλλά διαμορφώνονται ισχυρές προοπτικές, όχι μόνο επειδή ανακάμπτει ο τουρισμός, αλλά και λόγω της σχετικής πολιτικής σταθερότητας που χαρακτηρίζει την Ελλάδα σε σύγκριση με την Τουρκία, τονίζει η PwC και το ULI.
Ένας επενδυτής private equity επισήμανε στην έρευνα μάλιστα ότι «για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, η Ελλάδα έχει μια σταθερή κυβέρνηση, που ευνοεί τις επενδύσεις».
Σε μια δεύτερη αξιολόγηση της έρευνας που εξετάζει την προβλεπόμενη πορεία των αξιών και ενοικίων για το 2022, η Αθήνα βρίσκεται στην κορυφή της Ευρώπης, ακολουθούμενη από την Κοπεγχάγη, το Βερολίνο, το Αμβούργο και το Μόναχο στην πρώτη πεντάδα.
Σε δηλώσεις της στο BusinessDaily.gr, η Έρη Μητσοστεργίου, Πρόεδρος του ULI Greece & Cyprus, υπογραμμίζει ότι οι τρεις κορυφαίοι επενδυτικοί τομείς που διαμορφώνονται είναι οι νέες ενεργειακές υποδομές, οι βιοεπιστήμες και οι εγκαταστάσεις logistics. Τα γραφεία και το λιανικό εμπόριο δεν είναι καν στο top 10.
«Στο πλαίσιο αυτό, οι πρόσφατες επενδύσεις από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες σε κέντρα δεδομένων (data centers), ψηφιακούς κόμβους και εγκαταστάσεις Ε&Α στην Ελλάδα θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω την ελκυστικότητα της χώρας ως επενδυτικό προορισμό», τονίζει η κ. Μητσοστεργίου, η οποία είναι και διευθύντρια Ευρωπαϊκής Έρευνας στη Savills.
Νέα σχέση με τον πελάτη
Πάνω από δύο στους τρεις συμμετέχοντες της έρευνας υποστηρίζουν ότι η κύρια προτεραιότητα τους τα επόμενα πέντε χρόνια θα είναι ο οργανωτικός μετασχηματισμός, κάτι που απαιτεί μια άνευ προηγουμένου αλλαγή νοοτροπίας, δεξιοτήτων και ηγεσίας σε ολόκληρο τον κλάδο.
Μετά από την κρίση χρέους της Ευρώπης, και την έλευση της πανδημίας, πολλοί είναι αυτοί που αναμένουν το επόμενο γεγονός που θα αλλάξει τα δεδομένα της αγοράς από την μια μέρα στην άλλη.
Ειδικοί του χώρου υποστηρίζουν ότι η νέα οικονομική πραγματικότητα απαιτεί περισσότερη ευελιξία, τόσο στις στρατηγικές των επενδυτών, όσο και στις σχέσεις με τον πελάτη. Επίσης, χρειάζεται μια πιο ενεργή διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων, σε σχέση με τον παρελθόν όταν για πολλούς η επένδυση σε ακίνητο έμοιαζε με τοποθέτηση σε ομόλογο, δηλαδή μετά από την επένδυση, απλά περίμεναν τις αποδόσεις.
Η κ. Μητσοστεργίου εξηγεί ότι τα κριτήρια για το τι συνιστά «επιτυχημένο» ακίνητο υψηλής ποιότητας εξελίσσονται μαζί με την αυξανόμενη σημασία των λειτουργικών περιουσιακών στοιχείων και την ανάγκη για πολύ μεγαλύτερη έμφαση στην εξυπηρέτηση πελατών και τη χρήση της τεχνολογίας.
«Μια όλο και πιο σημαντική ESG ατζέντα με αντίκτυπο στην επωνυμία και στην φήμη γίνονται επίσης μοχλοί επιτυχίας. Συνολικά, οι ειδικοί του κλάδου αναγνωρίζουν ότι το εισόδημα από ακίνητα δεν μοιάζει πλέον τόσο με ομόλογα, όπως στο παρελθόν, αλλά απαιτεί ενεργή διαχείριση και πολυάριθμες δεξιότητες», τονίζει η ίδια.
«Ενώ η αγορά ακινήτων έχει βγει από τα χειρότερα της κρίσης του Covid με ανανεωμένο ενθουσιασμό, οι ερωτηθέντες περιέγραψαν τις ανησυχίες τους και η έκθεση λέει ότι «οι επαγγελματίες βρίσκονται σε εγρήγορση για το επόμενο ανατρεπτικό γεγονός», προσθέτει η κ. Μητσοστεργίου.