Αλλάζουν... πίστα οι προβλέψεις του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2021, καθώς η ισχυρότερη από το αναμενόμενο αναπτυξιακή δυναμική οδηγεί το ΙΟΒΕ σε θεαματική αναθεώρησή των προβλέψεών του. Έτσι, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για ρυθμό πάνω από 5%, στη νέα τριμηναία έκθεση γίνεται λόγος για ανάπτυξη με ρυθμό που θα ξεπεράσει το 8%, ποσοστό πολύ υψηλότερο από το 6,1% που αναφέρεται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού.
Όπως τόνισε ο διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, παρουσιάζοντας την τριμηναία έκθεση, «η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το τρέχον έτος είναι ισχυρή με μεγέθυνση του πραγματικού ΑΕΠ που μπορεί να αναμένεται στην περιοχή 8-8,5% και σε συνέχεια συρρίκνωσής του κατά 9% το προηγούμενο έτος. Τόσο η φετινή ανάκαμψη όσο και η περυσινή ύφεση είναι από τις ισχυρότερες στην Ευρωζώνη».
Για τον επόμενο χρόνο, ο κ. Βέττας εκτίμησε ότι «υπάρχει προοπτική μεγέθυνσης του ΑΕΠ, με ρυθμό που υπολογίζεται στην περιοχή του 4%». Έσπευσε, όμως, να προσθέσει ότι υπάρχουν παράγοντες που θα μπορούσαν να «προσγειώσουν» χαμηλότερα την ανάπτυξη. «Σε περίπτωση που υπάρξει νέα έξαρση του υγειονομικού προβλήματος, που θα επιβραδύνει και την οικονομική ανάκαμψη στο διεθνές περιβάλλον, ή καθυστέρηση και εμπόδια στην ομαλή χρηματοδότηση της οικονομίας, η προοπτική μεγέθυνσης θα περιοριστεί προς το 2,5%», υπογράμμισε.
Όπως φαίνεται στον πίνακα, οι προβλέψεις του ΙΟΒΕ (παρουσιάζονται το βασικό και το δυσμενές σενάριο) είναι πλέον αρκετά πιο αισιόδοξες όχι μόνο από αυτές του υπ. Οικονομικών, αλλά και από τις αντίστοιχες των διεθνών οργανισμών (ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ). Στους επιμέρους συντελεστές της ανάπτυξης, πρωταγωνιστικό ρόλο θα έχουν φέτος, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, οι επενδύσεις, που εκτιμάται ότι θα αυξηθούν έως και κατά 20%, ενώ για το 2022 το βασικό σενάριο ενσωματώνει αύξηση επενδύσεων κατά 23 - 26%. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς, όπως τόνισε ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, Παναγιώτης Θωμόπουλος, «δεν έχει αξία να έχουμε ανάπτυξη μόνο επειδή ξοδεύουμε πολλά λεφτά, χρειάζονται επενδύσεις που θα ενισχύσουν την παραγωγική βάση της οικονομίας».
Από την πλευρά του, ο κ. Βέττας σημείωσε ότι,
- Καθώς η αρχική δυναμική της εξόδου από την πανδημία θα γίνεται ασθενέστερη, η προσοχή πρέπει να στρέφεται στις περισσότερο μεσοπρόθεσμες τάσεις της οικονομίας. Υψηλότεροι ρυθμοί μεγέθυνσης στη δεκαετία, άνω του 3% κατά μέσο όρο, θα μπορούν να επιτευχθούν μόνο με αύξηση της παραγωγικότητας και περαιτέρω προσέλκυση παραγωγικών συντελεστών, εξέλιξη που θα προϋποθέτει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές και τον δημόσιο τομέα.
- Μια τέτοια εξέλιξη θα είναι αναγκαία για τη σύγκλιση της οικονομίας μας με τον μέσο όρο της ευρωζώνης και για την τοποθέτησή της σε θετική τροχιά που δεν θα επιτρέπει κρίσεις χρηματοδότησης στο ορατό μέλλον.
- Κρίσιμος θα είναι ο ρόλος της δημοσιονομικής εξισορρόπησης. Οι πολιτικές στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων ήταν κεντρικός παράγοντας για την άμβλυνση της ύφεσης πέρυσι και ενίσχυσαν την ανάκαμψη φέτος. Θα πρέπει όμως, αναγκαστικά, να αντιστραφούν προς μηδενικό έλλειμμα φέτος και με λελογισμένα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1% στη συνέχεια.
- Η δημοσιονομική εξισορρόπηση είναι σύμφυτη με τη συστηματική ανάπτυξη για την ελληνική οικονομία και πρέπει να επιτευχθεί με κατάλληλο μείγμα πολιτικών εσόδων και δαπανών, πρωτίστως για το συμφέρον της χώρας και δευτερευόντως λόγω των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων που τελικά θα διαμορφωθούν.
- Η αντιστροφή του αντιπληθωρισμού προς συστηματικά επίπεδα πληθωρισμού στην Ευρώπη το επόμενο διάστημα δεν θα αποτελεί έκπληξη και όσο αυτά παραμένουν χαμηλά, μπορεί να είναι ευνοϊκή συνθήκη για την ευκολότερη διαχείριση συσσωρευμένων δημόσιων και ιδιωτικών χρεών.
- Τόσο όμως οι πιέσεις λόγω υστέρησης της προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση και της βλάβης σε παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού όσο και αυτές στις αγορές ενέργειας δημιουργούν προβλήματα με αύξηση του κόστους για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
- Μέτρα ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης με αύξηση επενδύσεων και νέου παραγωγικού δυναμικού, όπως και έντασης του ανταγωνισμού στις αγορές, μπορούν και πρέπει να παίξουν κρίσιμο ρόλο όσον αφορά τη διαμόρφωση τιμών εγχωρίως.
- Η μεγέθυνση θα μετριάζεται από την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου, καθότι το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας παραμένει. Με την πανδημία, η οικονομία μας ήταν από αυτές που είχαν μεγάλα εμπορικά ελλείμματα, κυρίως λόγω της κατάρρευσης του εισερχόμενου τουρισμού. Η μείωση των εισαγωγών και η αύξηση των εξαγωγών αγαθών άμβλυναν, μόνο σε έναν βαθμό, το πλήγμα. Πλέον, η ισχυρή άνοδος της κατανάλωσης που συνοδεύει την ανάκαμψη προκαλεί άνοδο των εισαγωγών.
- Συνολικά, κεντρικό σημείο προσοχής δεν μπορεί να είναι άλλο από την πορεία των δίδυμων ελλειμμάτων. Το δημοσιονομικό και το εμπορικό έλλειμμα, εξέφρασαν τη βαθιά δεκαετή κρίση και διορθώθηκαν μέσα από μια επώδυνη οικονομική, πολιτική, και κοινωνική διαδικασία, με μείωση εισοδημάτων και ευημερίας. Η διόρθωση τους το συντομότερο, αυτή τη φορά σε ένα πλαίσιο ανάπτυξης και όχι ύφεσης, είναι αναγκαία.
Οι κίνδυνοι για την οικονομία
Σε ό,τι αφορά τους πιθανούς κινδύνους για την οικονομική ανάκαμψη, ο κ. Βέττας σημείωσε ότι:
- Τη θετική πορεία της οικονομίας μπορούν να επηρεάσουν σειρά από σημαντικούς εξωγενείς κινδύνους. Μια παράταση της πανδημίας, με τρόπους που μπορεί να μην αναμένονται. Επιταχυνόμενες αυξήσεις στις τιμές ενέργειας και εισαγόμενων πρώτων υλών. Διαταραχές στις αγορές που θα αυξήσουν το κόστος χρηματοδότησης των σχετικά περισσότερο ευάλωτων οικονομιών, όπως η δική μας.
- Μαζί με τους παραπάνω, που είναι κυρίως εξωγενείς, ένας ακόμη κεντρικός κίνδυνος για την αμέσως επόμενη περίοδο θα είναι αν το ισχυρό τρέχον κύμα ανάκαμψης και ρευστότητας δεν οδηγήσει στη δημιουργία ισχυρών θεμελίων για μεσοπρόθεσμη ισχυρή ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο, δεν θα είχε μόνο μεσοπρόθεσμη αλλά και άμεση επίπτωση μέσω αντιστροφής των θετικών προσδοκιών.
- Για τη σταδιακή αλλά αναγκαία αλλαγή των κινήτρων στην ελληνική οικονομία, είναι κρίσιμη η διαχρονική συνέχεια των νέων μέτρων πολιτικής και η μεταξύ τους συνέπεια. Αν στην πράξη, η νέα ευρωπαϊκή και άλλη χρηματοδότηση απλώς ενδυναμώσει την προηγούμενη δομή, και δεν έρθει σε ρήξη με το σύστημα που συναποτελούν κλειστές αγορές και αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας η μεγέθυνση θα είναι πρόσκαιρη. Αισιοδοξία για την οικονομία πρέπει να υπάρχει, αλλά ευθέως ανάλογη με τη διάθεση και τη δυνατότητα υποστήριξης δομικών αλλαγών.