Ταχύτερη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ακόμη κι από τις κυβερνητικές προβλέψεις, εκτιμά ο Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην εφημερίδα «Τα Νέα».
Ο κ. Στουρνάρας θεωρεί πιθανή από εφέτος την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στα προ της πανδημίας επίπεδα, ενώ επισημαίνει πως ο συνδυασμός της ισχυρής ανάκαμψης με την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα ανοίξει τον δρόμο για τη συνέχιση της απόκτησης ελληνικών χρεογράφων από την ΕΚΤ, ακόμη και μετά από την λήξη του έκτακτου προγράμματος. Είναι μάλιστα ιδιαίτερα αισιόδοξος για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας λέγοντας ότι στην επόμενη δεκαετία θα διατηρηθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης - 3,5% κατά μέσο όρο κάθε χρόνο.
Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης θα συμβάλουν στη μείωση του λόγου του χρέους ως προς το ΑΕΠ - το χρέος από 200% του ΑΕΠ εφέτος, θα μειωθεί στο 187% το 2022. Σχετικά με τα πρόσφατα κυβερνητικά μέτρα ο κεντρικός τραπεζίτης τα αξιολογεί ως θετικά, σημειώνοντας ότι με τα μέτρα αυτά που κατέστησαν δυνατά λόγω των αυξημένων φορολογικών εσόδων, πρόκειται να διοχευτεθούν στην οικονομία άλλα 4,4 δισ. ευρώ στο δεύτερο εξάμηνο του 2021.
«Ως προς το κομβικό ζήτημα του προγράμματος ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο Γιάννης Στουρνάρας εκτιμά ότι ο συνδυασμός της ισχυρής ανάκαμψης και η υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα ανοίξει τον δρόμο για τη συνέχιση της απόκτησης ελληνικών χρεογράφων από την ΕΚΤ, ακόμη και μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος (PEPP). Όπως εξηγεί ο κεντρικός τραπεζίτης το ζήτημα δεν είναι δημοσιονομικό, δεν αφορά τη δυνατότητα της Ελλάδος να εξυπηρετεί το χρέος της, αλλά την ομοιόμορφη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.
Σχετικά με τις αποφάσεις της ΕΚΤ για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων τονίζει ότι το θέμα θα συζητήσει το Διοικητικό Συμβούλιο στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου και εκτιμά πως η Τράπεζα θα πρέπει να συνεχίσει να παρέχει στήριξη. Τονίζει ότι για να αποφευχθούν οι επιπτώσεις μιας απότομης άρσης θα μπορούσε να αυξηθεί ο όγκος των αγορών τίτλων στο πλαίσιο του κανονικού προγράμματος (APP) και να ενσωματωθούν παράλληλα στοιχεία ευελιξίας από το έκτακτο πρόγραμμα (PEPP)».
Ως προς τον κρίσιμο παράγοντα του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, ο κεντρικός τραπεζίτης τονίζει ότι έχουμε αποδεχθεί ότι υπάρχει ανοδικός κίνδυνος. Όμως και στο παρελθόν υπήρχαν προβλέψεις για ρυθμούς υψηλότερους από αυτούς που εν τέλει καταγράφηκαν, αναμένοντας ότι ο πληθωρισμός θα συγκλίνει στο 2% μεσοπρόθεσμα. Υπογράμμισε επίσης ότι απέχουμε αρκετά από το σημείο όπου οι αυξήσεις θα δημιουργήσουν ανησυχίες.