Σε θεαματική αναθεώρηση προβλέψεων για την ανάπτυξη του 2021 προς το καλύτερο προχώρησε το ΙΟΒΕ, εκτιμώντας τώρα ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα υπερβεί το 5%, ενώ για την επόμενη πενταετία προβλέπει ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με μέσο ρυθμό άνω του 3% ετησίως. Ταυτόχρονα, όμως, το ΙΟΒΕ υπογραμμίζει ότι η πανδημία εξακολουθεί να δημιουργεί κινδύνους για την οικονομία, ενώ τονίζει την ανάγκη επαναφοράς της δημοσιονομικής σταθερότητας μετά τη μεγάλη αύξηση των ελλειμμάτων και τη διόγκωση του χρέους λόγω των μέτρων για την πανδημία.
Όπως σημείωσε στην παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ ο γενικός διευθυντής, καθηγητής Νίκος Βέττας,
- Η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει σταθερά και, υπό την υπόθεση θετικής εξέλιξης της πανδημίας, αναμένεται να γενικευτεί η ανάκαμψη των οικονομιών στους επόμενους μήνες.
- Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική οικονομία έχει επίσης την προοπτική ισχυρής ανάκαμψης. Η ύφεση το πρώτο τρίμηνο μετρήθηκε χαμηλότερη της αρχικά αναμενόμενης και επιμέρους δείκτες κινήθηκαν θετικά.
- Η μεγέθυνση για το σύνολο του έτους αναμένεται ισχυρή, πιθανότατα ανώτερη του 5%, σε συνέχεια, βέβαια, ισχυρής ύφεσης κατά το προηγούμενο έτος άνω του 8%. Συνολικά, η νέα κρίση, λόγω της πανδημίας, έχει πλήξει την ελληνική οικονομία περισσότερο από τις άλλες ευρωπαϊκές.
- Το πώς ακριβώς θα εξελιχθεί τελικά η οικονομία θα εξαρτηθεί φυσικά και από την περαιτέρω εξέλιξη της πανδημίας και των όποιων επόμενων αναγκαίων μέτρων και κυρίως την εξέλιξη στο εισόδημα από εισερχόμενο τουρισμό.
- Συνολικά, κατά την επόμενη πενταετία, οι ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας μπορεί να είναι ισχυροί, υπερβαίνοντας υπό προϋποθέσεις το 3%, κατά μέσο όρο. Σε αυτό συντείνει, σειρά παραγόντων όπως το κόστος χρηματοδότησης που αναμένεται να παραμείνει χαμηλό λόγω των πολιτικών των κεντρικών τραπεζών, η μειωμένη αβεβαιότητα και η εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα προγράμματα της ΕΕ.
- Το μεγάλο επενδυτικό κενό μπορεί σταδιακά να μειωθεί όπως και η ανεργία, τροφοδοτώντας την ανάπτυξη, με την οικονομία να πλησιάζει τις μεσοπρόθεσμες παραγωγικές δυνατότητές της.
- Σε αυτό το διάστημα η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα να μεγεθυνθεί περισσότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Τα κρίσιμα ερωτήματα
Πέραν της αισιοδοξίας, όμως, υπάρχουν ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα και απαραίτητες συνθήκες, όπως σημείωσε ο κ. Βέττας, ώστε αφενός πράγματι η μεγέθυνση να είναι ισχυρή και αφετέρου να συνεχιστεί και μετά την πρώτη περίοδο:
- Αυτά αφορούν την ενίσχυση της δομής και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Βασική προϋπόθεση είναι η εφαρμογή ουσιαστικών δομικών μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο τομέα και τις αγορές.
- Η πρόοδος στις παραπάνω πτυχές της οικονομίας, είναι προϋπόθεση ώστε να εκμεταλλευθεί το κύμα ανάκαμψης μετά την πανδημία και να μην κυριαρχήσουν τα υπόγεια ρεύματα της οικονομίας, που εκφράζονται από εσωστρεφή παραγωγή, αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση και χαμηλή ανταγωνιστικότητα.
Οι βελτιωμένες προβλέψεις
Στο βασικό σενάριο που έχει καταρτίσει το ΙΟΒΕ, με βασική υπόθεση τη μεγάλη αύξηση επενδύσεων και εξαγωγών και την ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης, με σχετικά περιορισμένη αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης, αφού γίνεται η υπόθεση ότι δεν θα χρειασθούν νέα περιοριστικά μέτρα για την πανδημία το β' εξάμηνο του έτους, ο ρυθμός ανάπτυξης ανεβαίνει για το 2021 στο 5% - 5,5%. Στο σενάριο όπου η πανδημία προκαλεί νέα διαταραχή στην οικονομία, γίνεται εκτίμηση για σημαντική αύξηση δημόσιας κατανάλωσης, στασιμότητα της ιδιωτικής και χαμηλή αύξηση επενδύσεων και εξαγωγών, με συνέπεια να εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει στο 2,5% - 3% ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας.
Το ΙΟΒΕ, που πρέπει να σημειωθεί ότι υπολόγισε με τη μεγαλύτερη ακρίβεια από άλλους οργανισμούς την ύφεση του 2020, εμφανίζεται πλέον πολύ πιο αισιόδοξο στις προβλέψεις του για το 2021 από την ελληνική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως φαίνεται στον πίνακα:
Όπως εξηγείται στην έκθεση του ΙΟΒΕ, «οι κύριοι λόγοι για τους οποίους πλέον η εξέλιξη του ΑΕΠ στην ελληνική οικονομία είναι θετικότεροι της αρχικά αναμενομένης είναι οι εξής:
- Πρώτον, η ευρωπαϊκή και η παγκόσμια οικονομία έχουν συνολικά θετικότερη της αναμενόμενης πορεία, με άμεση ευνοϊκή επίδραση και στην ελληνική.
- Δεύτερον, η συνεχιζόμενη σε υψηλό επίπεδο στήριξη προς επιχειρήσεις και εργαζόμενους, που οδηγεί βέβαια σε βαθύ δημοσιονομικό έλλειμμα και στο τρέχον έτος στη συνέχεια του προηγούμενου.
- Τρίτον, η ασφάλεια που συνεχίζει να προσφέρει το πλαίσιο της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρώπη, κρατώντας χαμηλά το κόστος χρηματοδότησης και για την ελληνική οικονομία.
- Τέταρτον, η θετική ανταπόκριση σημαντικών τομέων της οικονομίας, που έδειξαν ανθεκτικότητα με κέντρο τις εξαγωγές αγαθών.
Δεδομένων των παραπάνω, οι προοπτικές μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας είναι θετικές, με ισχυρή ανάκαμψη στο υπόλοιπο του τρέχοντος έτους και στο επόμενο, οπότε και αναμένεται να έχει αντιστραφεί σε μεγάλο βαθμό η επίπτωση της πανδημίας στην οικονομία. Το πώς ακριβώς θα εξελιχθεί τελικά η οικονομία θα εξαρτηθεί φυσικά και από την περαιτέρω εξέλιξη της πανδημίας και των όποιων επόμενων αναγκαίων μέτρων και κυρίως την εξέλιξη στο εισόδημα από εισερχόμενο τουρισμό. Όμως, το οικονομικό κλίμα κινείται ήδη ισχυρά ανοδικά, ενώ θετική είναι και η εξέλιξη σημαντικών επιμέρους δεικτών όπως στη βιομηχανική παραγωγή, τις εξαγωγές αγαθών και την αγορά ακινήτων.
Συνολικά, κατά την επόμενη πενταετία, οι ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας μπορεί να είναι ισχυροί, υπερβαίνοντας υπό προϋποθέσεις το 3%, κατά μέσο όρο. Σε αυτό συντείνει, σειρά παραγόντων όπως το κόστος χρηματοδότησης που αναμένεται να παραμείνει χαμηλό λόγω των πολιτικών των κεντρικών τραπεζών, η μειωμένη αβεβαιότητα και η εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα προγράμματα της ΕΕ. Το μεγάλο επενδυτικό κενό μπορεί σταδιακά να μειωθεί όπως και η ανεργία, τροφοδοτώντας την ανάπτυξη, με την οικονομία να πλησιάζει τις μεσοπρόθεσμες παραγωγικές δυνατότητές της. Σε αυτό το διάστημα, η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα να μεγεθυνθεί περισσότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Υπάρχουν, όμως, σχετικά κρίσιμα ερωτήματα και απαραίτητες συνθήκες ώστε αφενός πράγματι η μεγέθυνση να είναι ισχυρή και αφετέρου να συνεχιστεί και μετά την πρώτη περίοδο. Αυτά αφορούν την ενίσχυση της δομής και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Βασική προϋπόθεση είναι η εφαρμογή ουσιαστικών δομικών μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο τομέα και τις αγορές».
Το δημοσιονομικό πρόβλημα
Ο κ. Βέττας τόνισε την ανάγκη επαναφοράς της δημοσιονομικής πολιτικής σε σταθερότητα, μετά τη μεγάλη αύξηση των ελλειμμάτων που προκάλεσαν τα μέτρα για την πανδημία. Όπως είπε χαρακτηριστικά, η ανάκαμψη της οικονομίας «πρέπει να λάβει χώρα σε συνθήκες που θα αντιστρέφουν τα τρέχοντα δημοσιονομικά ελλείματα, ώστε να υπάρχει αξιόπιστη πορεία της οικονομίας, που είναι προϋπόθεση και για την ανάπτυξή της».
Καταγράφοντας τις βασικές δημοσιονομικές εξελίξεις, το ΙΟΒΕ σημειώνει τα ακόλουθα:
- Ισοζύγιο Προϋπολογισμού Γεν. Κυβέρνησης 2020: έλλειμμα 9,7% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για πλεόνασμα 1,2% του ΑΕΠ, πρωτίστως από έκτακτες μεταβιβάσεις λόγω της πανδημίας, καθώς και πτώση εσόδων. Πρωτογενές έλλειμμα 6,7% του ΑΕΠ, έναντι πλεονάσματος 3,8% του ΑΕΠ.
- ● Χρέος Γενικής Κυβέρνησης στο 205,6% το 2020 έναντι 180,5% το 2019.
- Ισοζύγιο Κρατικού Προϋπολογισμού, Ιαν.-Μαΐου 2021: έλλειμμα €10.800 εκατ., έναντι στόχου για έλλειμμα €9.769 εκατ. και ελλείμματος €7.494 εκατ. την ίδια περίοδο το 2020.
- Πρωτογενές αποτέλεσμα Κρατικού Προϋπολογισμού Ιαν.-Μαΐου 2021: έλλειμμα €8.139 εκατ., έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα €7.169 εκατ. και πρωτογενούς ελλείμματος €4.843 εκατ. την ίδια περίοδο το 2020.
- Αύξηση τόσο των καθαρών εσόδων (+14,0%) όσο και των δαπανών (+23,6%) του Κρατικού Προϋπολογισμού σε σχέση με πέρυσι. Αυτές οι μεταβολές προήλθαν, αφενός από την είσπραξη των δύο τελευταίων δόσεων του φόρου εισοδήματος και του ΕΝΦΙΑ, αφετέρου από τις παρεμβάσεις στήριξης κατά της πανδημίας και τις αυξημένες πληρωμές εξοπλιστικών προγραμμάτων.