Αρκετές ανησυχίες για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το επόμενο διάστημα, εάν η πανδημία δεν έχει θετική εξέλιξη, εκφράζει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στη γνώμη του αναφορικά με το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, την οποία κατέθεσε σήμερα στη Βουλή.
Όπως υποστηρίζει για το τρέχον έτος προβλέπεται μια σαφής επιδείνωση σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, τόσο για τα μακροοικονομικά όσο και για τα δημοσιονομικά μεγέθη. Επιπρόσθετα θεωρεί ότι υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι για την οικονομία και το 2022, ιδιαίτερα εάν δεν υπάρξει πλήρης επιστροφή της οικονομίας σε κανονικούς ρυθμούς.
Συγκεκριμένα, το ΑΕΠ του 2021 αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,6% (έναντι 4,8% στον Προϋπολογισμό) και το πρωτογενές έλλειμμα να φτάσει το 7,1% του ΑΕΠ (έναντι 3,8% στον Προϋπολογισμό) σε όρους ESA. Η αναθεώρηση αυτή επί το δυσμενέστερο, που είχε άλλωστε αποτυπωθεί και στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, οφείλεται στην παράταση της πανδημίας εντός του 2021 και στη διατήρηση των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων για την προστασία νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
«Επί της ουσίας πρόκειται για την υλοποίηση των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών κινδύνων που είχαμε επισημάνει στη γνώμη μας για τον Προϋπολογισμό. Εκεί αναφέραμε αφενός την αβεβαιότητα για την ταχύτητα επαναφοράς της οικονομικής δραστηριότητας και αφετέρου τη δυνατότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους καθώς και το ενδεχόμενο να χρειαστούν επιπρόσθετη στήριξη από τον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τη σύγκριση των προβλέψεων του Προϋπολογισμού και του Μεσοπρόθεσμου (Πίνακας) τα φορολογικά έσοδα ήταν 2,3 δισ. χαμηλότερα και οι κρατικές δαπάνες 2,9 δισ. υψηλότερες, καταλήγοντας σε συνολική πρωτογενή επιδείνωση κατά 5,7 δισ.», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Οι ίδιοι κίνδυνοι παραμένουν ενεργοί για το επόμενο έτος. Το Μεσοπρόθεσμο για το 2022 προβλέπει ρυθμό μεγέθυνσης 6,2% και πρωτογενές έλλειμμα 0,5% του ΑΕΠ. Αυτή η δημοσιονομική βελτίωση κατά 11,3 δισ. θα προέλθει κατά κύριο λόγο από την άρση των έκτακτων μέτρων που θα προκαλέσουν αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 3,9 δισ. και μείωση των κρατικών μεταβιβάσεων κατά 6,7 δισ. Και τα δύο ωστόσο συνδέονται με τις αβεβαιότητες που αναφέραμε παραπάνω, δηλαδή με την ικανότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις και με το ενδεχόμενο να χρειαστούν επιπλέον στήριξη.
Για τα επόμενα έτη 2023-25, προβλέπονται υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης (4,1%, 4,4% και 3,3% αντίστοιχα) και σταδιακή αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος (2%, 2,8% και 3,7% αντίστοιχα, σε όρους ESA). Σημειώνουμε ωστόσο ότι οι προβλέψεις αυτές υποθέτουν την πλήρη άρση των δημοσιονομικών μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις μονάδες